Γράφει ο Νίκος Μέρτζος
Στους δύο αιώνες από την Εθνεγερσία ο Ελληνισμός παρουσίασε εξαιρετική κινητικότητα, κατά κανόνα αναγκαστική. Δύο περίπου εκατομμύρια Έλληνες έχουν...
εκδιωχθεί από τις πατρογονικές εστίες τους, κυρίως της Ανατολής αλλά και της Άνω Μακεδονίας, της Ανατολικής Θράκης, της Αιγύπτου, της Ρουμανίας και άλλων εστιών. Τουλάχιστον 2,5 εκατομμύρια άλλοι Έλληνες έχουν διασπαρεί σε όλη τη Γη.
Το 1830 το πρώτο ελλαδικό Κράτος περιελάμβανε στα όρια του κάτι ολιγότερο από το 20% των Ελλήνων που ζούσαν κατά την Εθνεγερσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τέσσερα σχεδόν εκατομμύρια Έλληνες παρέμεναν υπόδουλοι των Οθωμανών. Μόνον 800.000 ήσαν οι πρώτοι ελεύθεροι Έλληνες πολίτες -και αυτοί διχασμένοι ανάμεσα σε αυτόχθονες και σε ετερόχθονες. Σήμερα δεν υπάρχουν υπό τουρκική κυριαρχία αλύτρωτοι Έλληνες εκτός μια χούφτα στην Πόλη. Εντωμεταξύ εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εξοντωθεί στην Ανατολή. Επί πλέον, περισσότεροι από 800.000 Έλληνες αυτοκυβερνώνται στην Κύπρο που έχει διχοτομηθεί και τελεί υπό τουρκική κατοχή ή απειλή ενώ άλλες μυριάδες, σε αδιευκρίνιστο ακόμη αριθμό, είναι εγκατεστημένοι στη Βόρειο Ήπειρο και στην ευρύτερη Αλβανία. Άδηλο παραμένει, επίσης, πόσοι πολίτες των Σκοπίων έχουν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής.
Σε διάστημα τριών περίπου ελληνικών γενεών η Ελλάδα προσήρτησε αλληλοδιαδόχως τα Επτάνησα, την Θεσσαλία, την Ήπειρο, την Μακεδονία, την Κρήτη, την Δυτική Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου πλην Ίμβρου και Τενέδου και τελευταία το 1947 τα Δωδεκάνησα.
Μέσα σ’ αυτό το Κράτος εντωμεταξύ, σημειώνεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς και αριθμούς, από τα τέλη της δεκαετίας 1940 έως και τον καιρό μας, μια πρωτοφανής συρροή του ελληνικού πληθυσμού προς τα μεγάλα αστικά κέντρα. Η πρωτεύουσα της χώρας εξαπλώθηκε στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα του Λεκανοπεδίου Αττικής και συγκεντρώνει το 40% τουλάχιστον των Ελλήνων πολιτών. Εντωμεταξύ χιλιάδες χωριά έχουν ερημωθεί και την ερήμωση των υπολοίπων προεξοφλεί από το 2011 η συγκέντρωση των Κοινοτήτων σε ενιαίους Δήμους με λίαν αμφίβολη αποτελεσματική λειτουργία, κοινωνική συνοχή και αυτάρκεια.
Η εκρηκτική, αστραπιαία και αφύσικη, αλλά επιβεβλημένη από τις περιστάσεις, αύξηση και αλλοίωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα κατέστρεψε δια παντός τον πολεοδομικό ιστό τους και πολλαπλασίασε γεωμετρικά το αναγκαίο κόστος των υποτυπωδών αλλά πάντα κατόπιν εορτής υποδομών τους. Τα λειτουργικά προβλήματα των πόλεων και των κατοίκων τους πολλαπλασιάζονται σαν την αμοιβάδα: καθένα πρόβλημα χωριστά προκαλεί ολοένα περισσότερα και σοβαρότερα προβλήματα. Το συνολικό κόστος για την αντιμετώπιση, έστω ανεπαρκή, αυτών των αλυσιδωτών προβλημάτων απορροφά τεραστίους εθνικούς πόρους και έτσι στερεί τα αναγκαία κεφάλαια από την ικμάδα της εθνικής παραγωγής οικονομίας διαστρέφοντας περαιτέρω την δομή της οικονομίας και τις επιλογές της κοινωνίας.
Οι ισορροπίες κοινωνίας-οικονομίας, υποδομών-αναπτύξεως και ευκαιριών-αμυντικών γραμμών έχουν πλήρως ανατραπεί. Το εθνικό στρατηγικό ισοζύγιο επιβαρύνουν, επί πλέον, τουλάχιστον 1,4 εκατομμύριο ξένοι οικονομικοί πρόσφυγες που εισρέουν κατά χιλιάδες από το 1990.
Στο πρώτο ανεξάρτητο Κράτος τα 5/6 των Ελλήνων αγροτών δεν είχαν καθόλου δική τους γη και η σαρωτική πλειοψηφία του ελληνικού Λαού ήσαν αγρότες, κτηνοτρόφοι και, ολιγότεροι, ναύτες. Η αρόσιμη, άλλωστε, γη ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και ιδιαίτερα πτωχή. Η αυτάρκεια ήταν ασύλληπτο όνειρο ενός ανέκαθεν λιτοδίαιτου Λαού. Όλα αυτά τα μεγέθη έχουν βελτιωθεί σε ασύλληπτο βαθμό κατά τον 20ο αιώνα. Σημειώθηκε ένα ειρηνικό έπος στην αγροτική αποκατάσταση και ανάπτυξη έως το 1920. Το επόμενο ειρηνικό έπος σημειώθηκε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Είναι η αποκατάσταση των προσφύγων της Ανατολής και η ανάπτυξη μιας άλλης κοινωνικής και οικονομικής δυναμικής χάρις σ’ αυτούς. Το τρίτο είναι η ανόρθωση της χώρας από τον ερειπιώνα στον οποία μετέβαλε την Ελλάδα η δεκαετής πολεμική περίοδος 1940-1950. Το τέταρτο ισάξιο μέγα έπος είναι η παγκόσμια ναυτιλία του Ελληνισμού.
Κανένα από τα ειρηνικά έπη, ωστόσο, δεν θα είχε επιτευχθεί, αν δεν επαναλαμβάνονταν συνεχώς ένα πολεμικό έπος. Αυτό είναι ένα διεθνώς λαμπρό επίτευγμα. Όλοι μαζί οι Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, γέροντες και παιδιά, πολέμησαν επί 130 χρόνια συνεχώς, από το 1821 έως το 1949, για να απελευθερωθούν, να απελευθερώσουν τα αδέλφια τους και να αντισταθούν εναντίον όλων των επιδρομέων! Ουδείς άλλος Λαός έχει να επιδείξει παρόμοια επιτεύγματα σε τόσο μακρά και πυκνή ιστορική συνέχεια.
Οι καρποί αυτών των επιτευγμάτων θα ήσαν απείρως πλουσιότεροι και ασυγκρίτως διαρκέστεροι, εφ’ όσον οι Έλληνες επιτυγχάναμε και στην πολιτική. Εκεί όμως αποτύχαμε, δυστυχώς, γιατί, όπως σημειώνει ο πολύς Άρνολντ Τόϋνμπη, ο μέγιστος ίσως των ιστορικών του 20ού αιώνος, «οι Έλληνες καθυπέβαλαν τον εαυτόν τους σε μιαν εξωτική, δυτικού τύπου, διακυβέρνηση». Αυτή η εξωτική διακυβέρνηση διασπά τις κληρονομιές μας και ενδίδει στις αδυναμίες μας. Επιβεβαιώνει και διαιωνίζει το εντός μας σχίσμα. Διότι, κάτω από το δυτικό ένδυμα διακυβέρνησης, το δυτικοφανές Κράτος στηρίχθηκε στα προηγούμενα δίκτυα προυχόντων και κοτζαμπάσηδων που διοικούσαν τις Κοινότητες επί Οθωμανών. Αλλά τότε λειτουργούσε ο πατρώος κοινοτικός βίος που διασφάλιζε την επιχώρια αυτονομία, οργάνωνε την οικονομία και συνείχε την τοπική κοινωνία, ενώ ακολουθούσε τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα τα οποία εξέφραζαν ένα αυτοφυές Ελληνικό Δίκαιο και αντιμετώπιζαν κάθε κάτοικο ως αδιαίρετο μέλος της Κοινότητος, δηλαδή της πόλεως όπως συνέβαινε ανέκαθεν από τα αρχαία χρόνια.
Ο κοινοτισμός καταργήθηκε αλλά τη θέση των κοτζαμπάσηδων, χωρίς τις υποχρεώσεις τους όμως, ανέλαβαν οι βουλευτές οι οποίοι διαμεσολαβούν ανάμεσα αποκλειστικά στους ψηφοφόρους τους και στο συγκεντρωτικό Κράτος. Όσοι ψηφίζουν αντίπαλο του κοτζάμπαση-βουλευτή «δεν είναι» πολίτες αλλά «εχθροί».
Έτσι αυτό το ιδιόρρυθμο ψευδεπίγραφο Κράτος λησμονεί στην πράξη του ότι στην ουσία της δυτικής διακυβέρνησης όλοι οι πολίτες του έχουν ίσα δικαιώματα και καθήκοντα, ίσες ευκαιρίες και ίση κρατική προστασία. Αρκείται απλώς να αναγράφει πανηγυρικά αυτά τα πολιτικά δικαιώματα στα Συντάγματά του και πρακτικά να τα παραβιάζει. Εξαιτίας αυτού του διχασμού, ο Έλληνας τελεί συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση με το Κράτος του και ταυτόχρονα σε μια βαθιά φθοροποιό συναλλαγή με τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες που νέμονται σαν προσωπικό τους και κομματικό τιμάριο τον κρατικό μηχανισμό και προϋπολογισμό. Αυτός ακριβώς ο αιμομικτικός δεσμός παρήγαγε ουσιαστικά την ολόπλευρη κρίση του 21ου αιώνα στην οποία το πολιτικό προσωπικό βύθισε αύτανδρη την Ελλάδα.
Η τρίτη καμπή πραγματώθηκε κατά την θυελλώδη τριακονταετία 1920-1950 η οποία αναδεικνύεται αναμφιβόλως κομβική διότι αποτελεί την καθοριστική αφετηρία όλων των επομένων ελληνικών γενεών. Δοκίμασε μέχρις ακροτάτου ορίου την αντοχή μα και την αλκή του Ελληνισμού, σφράγισε ανεξίτηλα την ελληνική ψυχή, συγκέντρωσε και διαμόρφωσε το Ελληνικό Έθνος σε ένα αμιγές εθνικό Κράτος.
Στους δύο αιώνες από την Εθνεγερσία ο Ελληνισμός παρουσίασε εξαιρετική κινητικότητα, κατά κανόνα αναγκαστική. Δύο περίπου εκατομμύρια Έλληνες έχουν...
εκδιωχθεί από τις πατρογονικές εστίες τους, κυρίως της Ανατολής αλλά και της Άνω Μακεδονίας, της Ανατολικής Θράκης, της Αιγύπτου, της Ρουμανίας και άλλων εστιών. Τουλάχιστον 2,5 εκατομμύρια άλλοι Έλληνες έχουν διασπαρεί σε όλη τη Γη.
Το 1830 το πρώτο ελλαδικό Κράτος περιελάμβανε στα όρια του κάτι ολιγότερο από το 20% των Ελλήνων που ζούσαν κατά την Εθνεγερσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τέσσερα σχεδόν εκατομμύρια Έλληνες παρέμεναν υπόδουλοι των Οθωμανών. Μόνον 800.000 ήσαν οι πρώτοι ελεύθεροι Έλληνες πολίτες -και αυτοί διχασμένοι ανάμεσα σε αυτόχθονες και σε ετερόχθονες. Σήμερα δεν υπάρχουν υπό τουρκική κυριαρχία αλύτρωτοι Έλληνες εκτός μια χούφτα στην Πόλη. Εντωμεταξύ εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εξοντωθεί στην Ανατολή. Επί πλέον, περισσότεροι από 800.000 Έλληνες αυτοκυβερνώνται στην Κύπρο που έχει διχοτομηθεί και τελεί υπό τουρκική κατοχή ή απειλή ενώ άλλες μυριάδες, σε αδιευκρίνιστο ακόμη αριθμό, είναι εγκατεστημένοι στη Βόρειο Ήπειρο και στην ευρύτερη Αλβανία. Άδηλο παραμένει, επίσης, πόσοι πολίτες των Σκοπίων έχουν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής.
Σε διάστημα τριών περίπου ελληνικών γενεών η Ελλάδα προσήρτησε αλληλοδιαδόχως τα Επτάνησα, την Θεσσαλία, την Ήπειρο, την Μακεδονία, την Κρήτη, την Δυτική Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου πλην Ίμβρου και Τενέδου και τελευταία το 1947 τα Δωδεκάνησα.
Μέσα σ’ αυτό το Κράτος εντωμεταξύ, σημειώνεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς και αριθμούς, από τα τέλη της δεκαετίας 1940 έως και τον καιρό μας, μια πρωτοφανής συρροή του ελληνικού πληθυσμού προς τα μεγάλα αστικά κέντρα. Η πρωτεύουσα της χώρας εξαπλώθηκε στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα του Λεκανοπεδίου Αττικής και συγκεντρώνει το 40% τουλάχιστον των Ελλήνων πολιτών. Εντωμεταξύ χιλιάδες χωριά έχουν ερημωθεί και την ερήμωση των υπολοίπων προεξοφλεί από το 2011 η συγκέντρωση των Κοινοτήτων σε ενιαίους Δήμους με λίαν αμφίβολη αποτελεσματική λειτουργία, κοινωνική συνοχή και αυτάρκεια.
Η εκρηκτική, αστραπιαία και αφύσικη, αλλά επιβεβλημένη από τις περιστάσεις, αύξηση και αλλοίωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα κατέστρεψε δια παντός τον πολεοδομικό ιστό τους και πολλαπλασίασε γεωμετρικά το αναγκαίο κόστος των υποτυπωδών αλλά πάντα κατόπιν εορτής υποδομών τους. Τα λειτουργικά προβλήματα των πόλεων και των κατοίκων τους πολλαπλασιάζονται σαν την αμοιβάδα: καθένα πρόβλημα χωριστά προκαλεί ολοένα περισσότερα και σοβαρότερα προβλήματα. Το συνολικό κόστος για την αντιμετώπιση, έστω ανεπαρκή, αυτών των αλυσιδωτών προβλημάτων απορροφά τεραστίους εθνικούς πόρους και έτσι στερεί τα αναγκαία κεφάλαια από την ικμάδα της εθνικής παραγωγής οικονομίας διαστρέφοντας περαιτέρω την δομή της οικονομίας και τις επιλογές της κοινωνίας.
Οι ισορροπίες κοινωνίας-οικονομίας, υποδομών-αναπτύξεως και ευκαιριών-αμυντικών γραμμών έχουν πλήρως ανατραπεί. Το εθνικό στρατηγικό ισοζύγιο επιβαρύνουν, επί πλέον, τουλάχιστον 1,4 εκατομμύριο ξένοι οικονομικοί πρόσφυγες που εισρέουν κατά χιλιάδες από το 1990.
Στο πρώτο ανεξάρτητο Κράτος τα 5/6 των Ελλήνων αγροτών δεν είχαν καθόλου δική τους γη και η σαρωτική πλειοψηφία του ελληνικού Λαού ήσαν αγρότες, κτηνοτρόφοι και, ολιγότεροι, ναύτες. Η αρόσιμη, άλλωστε, γη ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και ιδιαίτερα πτωχή. Η αυτάρκεια ήταν ασύλληπτο όνειρο ενός ανέκαθεν λιτοδίαιτου Λαού. Όλα αυτά τα μεγέθη έχουν βελτιωθεί σε ασύλληπτο βαθμό κατά τον 20ο αιώνα. Σημειώθηκε ένα ειρηνικό έπος στην αγροτική αποκατάσταση και ανάπτυξη έως το 1920. Το επόμενο ειρηνικό έπος σημειώθηκε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Είναι η αποκατάσταση των προσφύγων της Ανατολής και η ανάπτυξη μιας άλλης κοινωνικής και οικονομικής δυναμικής χάρις σ’ αυτούς. Το τρίτο είναι η ανόρθωση της χώρας από τον ερειπιώνα στον οποία μετέβαλε την Ελλάδα η δεκαετής πολεμική περίοδος 1940-1950. Το τέταρτο ισάξιο μέγα έπος είναι η παγκόσμια ναυτιλία του Ελληνισμού.
Κανένα από τα ειρηνικά έπη, ωστόσο, δεν θα είχε επιτευχθεί, αν δεν επαναλαμβάνονταν συνεχώς ένα πολεμικό έπος. Αυτό είναι ένα διεθνώς λαμπρό επίτευγμα. Όλοι μαζί οι Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, γέροντες και παιδιά, πολέμησαν επί 130 χρόνια συνεχώς, από το 1821 έως το 1949, για να απελευθερωθούν, να απελευθερώσουν τα αδέλφια τους και να αντισταθούν εναντίον όλων των επιδρομέων! Ουδείς άλλος Λαός έχει να επιδείξει παρόμοια επιτεύγματα σε τόσο μακρά και πυκνή ιστορική συνέχεια.
Οι καρποί αυτών των επιτευγμάτων θα ήσαν απείρως πλουσιότεροι και ασυγκρίτως διαρκέστεροι, εφ’ όσον οι Έλληνες επιτυγχάναμε και στην πολιτική. Εκεί όμως αποτύχαμε, δυστυχώς, γιατί, όπως σημειώνει ο πολύς Άρνολντ Τόϋνμπη, ο μέγιστος ίσως των ιστορικών του 20ού αιώνος, «οι Έλληνες καθυπέβαλαν τον εαυτόν τους σε μιαν εξωτική, δυτικού τύπου, διακυβέρνηση». Αυτή η εξωτική διακυβέρνηση διασπά τις κληρονομιές μας και ενδίδει στις αδυναμίες μας. Επιβεβαιώνει και διαιωνίζει το εντός μας σχίσμα. Διότι, κάτω από το δυτικό ένδυμα διακυβέρνησης, το δυτικοφανές Κράτος στηρίχθηκε στα προηγούμενα δίκτυα προυχόντων και κοτζαμπάσηδων που διοικούσαν τις Κοινότητες επί Οθωμανών. Αλλά τότε λειτουργούσε ο πατρώος κοινοτικός βίος που διασφάλιζε την επιχώρια αυτονομία, οργάνωνε την οικονομία και συνείχε την τοπική κοινωνία, ενώ ακολουθούσε τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα τα οποία εξέφραζαν ένα αυτοφυές Ελληνικό Δίκαιο και αντιμετώπιζαν κάθε κάτοικο ως αδιαίρετο μέλος της Κοινότητος, δηλαδή της πόλεως όπως συνέβαινε ανέκαθεν από τα αρχαία χρόνια.
Ο κοινοτισμός καταργήθηκε αλλά τη θέση των κοτζαμπάσηδων, χωρίς τις υποχρεώσεις τους όμως, ανέλαβαν οι βουλευτές οι οποίοι διαμεσολαβούν ανάμεσα αποκλειστικά στους ψηφοφόρους τους και στο συγκεντρωτικό Κράτος. Όσοι ψηφίζουν αντίπαλο του κοτζάμπαση-βουλευτή «δεν είναι» πολίτες αλλά «εχθροί».
Έτσι αυτό το ιδιόρρυθμο ψευδεπίγραφο Κράτος λησμονεί στην πράξη του ότι στην ουσία της δυτικής διακυβέρνησης όλοι οι πολίτες του έχουν ίσα δικαιώματα και καθήκοντα, ίσες ευκαιρίες και ίση κρατική προστασία. Αρκείται απλώς να αναγράφει πανηγυρικά αυτά τα πολιτικά δικαιώματα στα Συντάγματά του και πρακτικά να τα παραβιάζει. Εξαιτίας αυτού του διχασμού, ο Έλληνας τελεί συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση με το Κράτος του και ταυτόχρονα σε μια βαθιά φθοροποιό συναλλαγή με τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες που νέμονται σαν προσωπικό τους και κομματικό τιμάριο τον κρατικό μηχανισμό και προϋπολογισμό. Αυτός ακριβώς ο αιμομικτικός δεσμός παρήγαγε ουσιαστικά την ολόπλευρη κρίση του 21ου αιώνα στην οποία το πολιτικό προσωπικό βύθισε αύτανδρη την Ελλάδα.
Η τρίτη καμπή πραγματώθηκε κατά την θυελλώδη τριακονταετία 1920-1950 η οποία αναδεικνύεται αναμφιβόλως κομβική διότι αποτελεί την καθοριστική αφετηρία όλων των επομένων ελληνικών γενεών. Δοκίμασε μέχρις ακροτάτου ορίου την αντοχή μα και την αλκή του Ελληνισμού, σφράγισε ανεξίτηλα την ελληνική ψυχή, συγκέντρωσε και διαμόρφωσε το Ελληνικό Έθνος σε ένα αμιγές εθνικό Κράτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου