Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Τοπάλ Οσμάν, η Ύαινα του Πόντου.

Η δράση του Τοπάλ Οσμάν εκτείνεται σε δυο περιόδους. Πρώτα ανήκε στο Κομιτάτο των Νεότουρκων, όπου έδειξε πλούσια εγκληματικά προσόντα από το 1914 μέχρι την ανακωχή.
Άρχισε το εγκληματικό του έργο από....
τα χωριά της Τρίπολης και Κερασούντας. Όταν ήταν δήμαρχος, καλούσε μέρα μεσημέρι επίλεκτους Ρωμιούς μέσα στο μέγαρο της Δημαρχίας και ενώ οι τσέτες του τους έσφαζαν, τους έπνιγαν και ακούγονταν οι γοερές κραυγές των θυμάτων, εκείνος κάπνιζε το ναργιλέ του στην πόρτα χαμογελώντας. Ήταν 28-30 χρόνων με αδρά χαρακτηριστικά, κοντό μουστάκι και ζωηρά διεισδυτικά μάτια.

Το 1912 είχε αρχίσει ο Βαλκανικός Πόλεμος στα μέτωπα Ελλάδας, Γιουγκουσλαβίας και Βουλγαρίας. Ο Τούρκικος στρατός υποχωρούσε. Ο Οσμάν μαζί με άλλους εθελοντές είχαν αποφασίσει να πάνε στο μέτωπο να πολεμήσουν. Το συγκεντρωμένο πλήθος φώναζε, οι γκιαούρηδες στο μαχαίρι. Ο Οσμάν τότε αποβιβάστηκε μαζί με άλλους στην Κωνσταντινούπολη και έφτασε στην Τσατάλτσα για να σταλεί στο μέτωπο. Ήταν επικεφαλής 40 παλικαριών με τους οποίους έπρεπε να πάει στη Θεσ/νίκη να εκδικηθεί τους γκιαούρηδες. Στο χωριό Σαράντα Εκκλησιές κατέλυσε στο σπίτι του Έλληνα προέδρου.

Ο Πρόεδρος τον περιποιήθηκε πολύ καλά. Το βράδυ σε σκοτεινό δωμάτιο ο Οσμάν επετέθηκε εναντίον της 18χρονης κόρης του Προέδρου, για να τη βιάσει. Όταν άκουσε η μάνα της κόρης τις φωνές, όρμησε με το μαχαίρι στο χέρι εναντίον του Οσμάν για να γλυτώσει την κόρη της και τραυμάτισε τον Οσμάν στο πόδι. Έκτοτε έμεινε αυτός κουτσός. Τελικά όλη η οικογένεια του Προέδρου σφάχτηκε από τους Τούρκους. Ο ίδιος ο Οσμάν διέδωσε ότι έμεινε κουτσός από σφαίρα στον πόλεμο εναντίον των Βουλγάρων.

Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, η οποία λέει ότι άνοιξε πληγή στο γόνατο μόνος του, για να μην πάει στην πρώτη γραμμή, αλλά στα μετόπισθεν να πλιατσικολογεί και να σφάζει άμαχο πληθυσμό.
Με την επιστροφή του στην πατρίδα του θεωρήθηκε από τους συμπατριώτες του ήρωας των βαλκανικών πολέμων. Μόλις κηρύχτηκε ο μεγάλος πόλεμος έφτιαξε μια ομάδα από εθελοντές - τσέτες απ’ όλα τα «καθάρματα και τα αποβράσματα του υποκόσμου» που η τούρκικη κυβέρνηση τους έβγαλε από τις φυλακές, για να υπηρετήσουν την πατρίδα». Τράβηξε για τον Καύκασο, αλλά είδε ότι η δόξα δεν ήταν εύκολη στα μέτωπα των πολέμων. Στην πρώτη σύγκρουση με το ρωσικό στρατό οι τσέτες του διαλύθηκαν και πήρε το δρόμο του γυρισμού, για να κερδίσει δάφνες αλλού.Πολύ σύντομα έγινε ο πιο μανιακός ερμηνευτής των πόθων του Κομιτάτου και ο πιο άγριος βασανιστής της Ρωμιοσύνης, Η σφαγή του άοπλου και απροστάτευτου λαού ήταν η χαρά του, το αίμα των αθώων η δόξα του. Απ’ όπου περνούσε ακουόταν ο θρήνος και το κλάμα. Ευχαριστιόταν να βλέπει οι άνδρες να σφάζονται και οι γυναίκες να εξαφανίζονται.
Οι κοπέλες να βιάζονται, τα μωρά να αρπάζονται από την αγκαλιά της μάνας και να περνάνε από το λεπίδι. Φροντίζοντας τάχα για την ασφάλεια του κράτους του έκαμνε ό,τι περνούσε από τα χέρια του και σκόρπιζε το θανατικό σ’ όλα τα χωριά της Κερασούντας. Το πιο πρόχειρο επιχείρημά του ήταν ότι οι Ρωμιοί έκαμναν κατασκοπεία σε βάρος του τούρκικου στρατού και πρόδιδαν τα μυστικά τους στους Ρώσους.
Στην Τρίπολη, όπου είχε στήσει το επιτελείο του ο μέραρχος Χατζή Χαμδή βέης λειτουργούσε το παραλιακό στρατοδικείο και ο Τοπάλ Οσμάν έστελνε εκεί τους κατάσκοπους τάχα Έλληνες για να δικαστούν. Πρωταρχικός στόχος για τον Οσμάν ήταν οι περιουσίες των πλουσίων Ελλήνων, τους οποίους απαγόρευε να παίρνουν ψωμί από τους φούρνους και να κατεβαίνουν στη θάλασσα για μπάνιο. Τις νύχτες έκαμναν εφόδους οι τσέτες του και έψαχναν όπλα. Πολλά τράβηξε η Κερασούντα κατά την περίοδο αυτή χωρίς να υστερήσει και η Πάφρα.

Ο Παυλίδης για τον Τοπάλ Οσμάν λέγει, ο αιμοβόρος βαρκάρης Αγάς Τοπάλ Οσμάν με τους άγριους και αιμοδιψείς τσέτες του, τους οποίους στρατολογούσε από τα αποβράσματα της κοινωνίας, έσφαξε πολύ κόσμο. Μπορούσε να λείψει ο απαίσιος δήμιος των Ποντίων, η ύαινα αυτή από ένα τέτοιο «εθνικό ανθρωπιστικό έργο»; Σκορπούσε το φόβο και τον τρόμο στο διάβα του. Πάντοτε ήταν παρών εκεί που μύριζε αίμα.
Με την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου της Λήμνου το 1918 τελείωσε η πρώτη περίοδος των διωγμών των Ποντίων και της δράσεως του Τοπάλ Οσμάν, οπότε εξαφανίστηκε. Εμφανίστηκε πάλι για δεύτερο κύκλο δράσεως με την επανάσταση του Κεμάλ. Ανασύνταξε πάλι τη συμμορία του, όπως περιγράφει ο Παυλίδης, στρατολογώντας κατ’επιλογήν ανθρωπόμορφα τέρατα με ιδιαίτερη προτίμηση στους άγριους αιμοβόρους Τουρκολαζούς. Με την επίλεκτη του ορδή εκεί όπου περνούσε ήταν σαν να περνούσε ο ίδιος ο Χάρος, ο θάνατος, οι ομαδικές σφαγές, οι εμπρησμοί, οι βιασμοί, οι διαρπαγές, τα απίστευτα βασανιστήρια. Τα έργα του ήταν χύσιμο χριστιανικού αίματος, ρήμαγμα κάθε χωριού χριστιανικού, με τα οποία κατέκτησε την εκτίμηση του Κεμάλ, ο οποίος χρειάζονταν τέτοιους ανθρώπους.
Ο δαίμονας αυτός της κόλασης, όπως ειδικά τον ονομάζει ο Παυλίδης, ήταν ο πλέον θανάσιμος εχθρός και σφαγέας των Ελλήνων του Πόντου, της Πάφρας μέχρι και της Άγκυρας. Είχε φτάσει στο σημείο να πιστεύει ο αγροίκος, άξεστος και αιμοβόρος Τοπάλ Οσμάν, ότι ήταν «μέγας ανήρ», που ο Αλλάχ τον είχε προορίσει για σωτήρα της Τουρκίας. Είχε φτάσει στο σημείο να αμφισβητεί την ηγεσία του Κεμάλ. Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν ο θηριώδης κουτσός να παραδώσει την ψυχή του στο Σατανά κρεμασμένος, όπως του άξιζε.

Τον Απρίλιο του 1921 στο Σου Σεχίρ κατακρεούργησαν τον παπα-Αναστάση λόγω της εθνικής του δράσεως. Ο Τοπάλ Οσμάν απέφευγε τις Ελληνικές αντάρτικες ομάδες και προέβαινε σε άγρια σφαγή γυναικόπαιδων με ομαδικά πυρά και πυροβολισμούς. Υπάρχουν πολλοί ομαδικοί τάφοι. Στις 30 Ιουλίου του 1921 ο Τοπάλ Οσμάν κατέβηκε στην τουρκική κωμόπολη Καβάκ, 54 χιλιόμετρα από τη Σαμψούντα, όπου έσφαξε εκατοντάδες Ελλήνων από την Πάφρα και από την Αμισό. Ο Κεμάλ είχε κάμει τον Τοπάλ Οσμάν ((για τα κατορθώματα του» γενικό αντιπρόσωπό του στην παραλιακή ζώνη του Πόντου με απεριόριστα δικαιώματα ζωής και θανάτου
πάνω στους Ρωμιούς.
Ο Οσμάν έστελνε κάθε τόσο χρυσαφικά που άρπαζε από πλούσιους Ρωμιούς των πόλεων και των χωρικών. Ο Σαμουηλίδης στο βιβλίο του «Μαύρη θάλασσα» λέει ότι οι φυλακές είχαν αδειάσει από κοινούς εγκληματίες. Οι κατάδικοι, συνεχίζει, πήραν αμνηστία και πύκνωσαν τα αιμοβόρα μπουλούκια του Τοπάλ Οσμάν, τα οποία αποτελούνταν από τα αποβράσματα και τα κατακάθια των πόλεων και των χωριών, τους κλέφτες, τους χασικλήδες, τους πλιατσικολόγους, τους φυγόδικους, τους ισοβίτες κατάδικους, τους φονιάδες, τους ληστές και τους βιαστές.

Ο Τοπάλ Οσμάν απέτυχε να διαλύσει τους αντάρτες του Πόντου και άρχισε να σφάζει πάλι στο εσωτερικό τον άμαχο πληθυσμό με τη συμμορία του για ολόκληρους μήνες. Τα θύματά του φτάνουν τους 70.000. Ο Κεμάλ είχε πειστεί ότι έπρεπε να βγει από τη μέση ο Οσμάν που ήταν μισητός ακόμα και στους Τούρκους γιατί μπορούσε να γίνει εμπόδιο και στο δικό του έργο. Γι' αυτό τον κάλεσε στην Άγκυρα. Το φθινόπωρο του 1921 τον έστειλε στο μικρασιατικό μέτωπο.

Στο μέτωπο του Σαγγάριου ποταμού αυτός καταδίωξε τους Έλληνες που οπισθοχωρούσαν και έπαθε ο ίδιος μεγάλη καταστροφή. Κατά τον ιστορικό Βαλαβάνη πολέμησε στο Πολατλή και έχασε τα δύο τρίτα των οπαδών του. Επέστρεψε στην Άγκυρα μειωμένος για τα παθήματα του, αλλά δεν απελπίστηκε.

Πίστευε ότι ο Κεμάλ θα του έδινε κάποια μεγάλη θέση για τις υπηρεσίες που πρόσφερε ή θα τον χρησιμοποιούσε στην Άγκυρα για προσωπική φρουρά του. Ο Κεμάλ όμως μετά την κατάληψη της Σμύρνης, προέβη στη δολοφονία όλων των αρχηγών των τσετέδων για να συγκεντρώσει όλη τη δύναμη στον εαυτό του. Αφορμή δόθηκε με τη δολοφονία του Βουλευτή Τραπεζούντας Σουκρή μβέη. Ο Οσμάν με μυστική εντολή του Κεμάλ δολοφόνησε το Βουλευτή, για να γίνει τάχα Τοπάρχης του Κουρδιστάν και να θησαυρίσει.

Ο Βουλευτής ανήκε στην Αντιπολίτευση του Κεμάλ. Ο Κεμάλ όταν απαλλάχτηκε από τον ανεπιθύμητο βουλευτή, με έξυπνες αλυσιδωτές ενέργειες έστειλε ανθρώπους και σκότωσαν τον Τοπάλ Οσμάν, το φονιά του Βουλευτή, για αποκατάσταση τάχα της δικαιοσύνης. Το κουφάρι του Οσμάν με διαταγή του Κεμάλ μεταφέρθηκε και κρεμάστηκε ανάποδα στην είσοδο της τούρκικης Εθνοσυνέλευσης, όπου το πτώμα του αιωρούνταν απαίσια και φρικαλέα για τρεις μήνες.

Έτσι ο Κεμάλ απαλλάχτηκε και από τον ανεπιθύμητο Τοπάλ Οσμάν για να εφαρμόσει πλέον ελεύθερα το πρόγραμμά του.

yannitsochori



Στίχοι: Γιώργος Καλαμαριώτης
Μουσική: Γρηγόρης Σουρμαΐδης
Τραγούδι: Ρένα Κουμιώτη

Γοργόνες μου αφίλιτες
βουβές και πικραμένες
τι κάθεστε αμίλητες
στα μαύρα τυλιγμένες

στα νερά της Κερασούντας ωχ αμάν αμάν αμάν
πνύγει τα παιδιά σου μάναμ ο Τοπάλ Οσμάν
στα νερά της Κερασούντας ωχ αμάν αμάν αμάν
πνύγει τα παιδιά σου μάναμ ο Τοπάλ Οσμάν

μετρώ τον κόσμο μοίρα μου
στερνή ματιά ξανήγω
όλα θα μήνουν γύρα μου
μονάχα εγώ θα φύγω

στις κρεμάλες της Σαμψούντας ωχ αμάν αμάν αμάν
σέρνει παλλικάρια μάναμ ο Τοπάλ Οσμάν
στις κρεμάλες της Σαμψούντας ωχ αμάν αμάν αμάν
σέρνει παλλικάρια μάναμ ο Τοπάλ Οσμάν

στα χέρια πέτρες χτύπαγα
μια σπίθα μιαν ελπίδα
για περιστέρια κοίταγα
παντού κοράκια ήδα

σφάζει κλεύει κι άτιμάζει ωχ αμάν αμάν αμάν
την κατάρα δώσε μάναμ στον Τοπάλ Οσμάν
σφάζει κλεύει κι άτιμάζει ωχ αμάν αμάν αμάν
την κατάρα δώσε μάναμ στον Τοπάλ Οσμάν


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου