Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Μένουμε Θεσσαλονίκη: Παρατηρητήριο Δημοτικού Συμβουλίου #6

Συνεδρίαση 15ης Δεκεμβρίου 2014.

Στολισμός
Ο δήμαρχος είπε ότι ουσιαστικά η διοίκηση θα απέχει από τον στολισμό της πόλης, και υποστήριξε ότι είναι ζήτημα του «πατριωτισμού των πολιτών της», ενώ ..
υποστήριξε (μαζί με την αντιδήμαρχο πολιτισμού κ. Χρυσίδου) το λιτό πρόγραμμα εορταστικών εκδηλώσεων που έχει σχεδιάσει. Ο Σταύρος Καλαφάτης του επιτέθηκε, γιατί δεν υιοθέτησε την συνήθη πρακτική των «μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων» να προβαίνουν σε δαπανηρούς (και ενεργοβόρους στολισμούς). Εμείς προσπαθήσαμε να αναδείξουμε μια τρίτη άποψη, που πιστεύουμε ότι είναι πιο κοντά στις ανάγκες των πολιτών, στις πραγματικότητες της εποχής, και στην φυσιογνωμία του λαού μας. Κατ’ αρχάς θεωρούμε αδιανόητο για την δημοτική αρχή, να μην έχει άποψη για την αισθητική της πόλης κατά τους εορτασμούς των Χριστουγέννων. Δηλαδή, να την αφήσουμε στα χέρια των Μωλ, των Πολυκαταστημάτων και των Μεγάλων Εμπορικών Κέντρων; Επίσης, η άρνηση να υπάρξει κάποια κεντρική πρωτοβουλία από την διοίκηση για τον στολισμό της πόλης, εντάσσεται σε μια λογική αποσύνδεσης της πόλης από την πολιτιστική ταυτότητα των κατοίκων της, στο πλαίσιο μιας αντίληψης κοσμοπολιτισμού της παγκοσμιοποίησης. Ορθά πιστεύουμε ότι μίλησε ο Σταύρος Καλαφάτης για έναν κενό κοσμοπολιτισμό που καταντάει προπαγάνδιση της ανεστιότητας –και δεν θα διστάσουμε να το πούμε επειδή ανήκει πολιτικά στο στρατόπεδο της «Αποικίας Χρέους».

Από εκεί και πέρα, βέβαια, ένα χάος χωρίζει τις αντιλήψεις μας. Εμείς υποστηρίζουμε μιαν αντίληψη για τα Χριστούγεννα που αξιώνει μια συνέχεια και μια ανανέωση της λαϊκής μας παράδοσης –που θέτει ως επίκεντρο της γιορτής των Άνθρωπο, την αλληλεγγύη, και το δώρο ως συμβολική πράξη των δεσμών αλληλοβοήθειας. Τα δικά μας Χριστούγεννα, είναι τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη, τα Χριστούγεννα μιας ευγενικής λιτότητας, με τα ξύλινα καράβια, τις λαϊκές ζωγραφίες, τα κάλαντα των παιδιών, και τα συλλογικά έθιμα. Και όχι τα Τζίγκλ Μπελς του Κόκα-Κόλα Σάντα Κλάους, που μας διατάσσει να καταναλώσουμε μέχρι αηδίας άχρηστα γκάτζετ, και να μεταβάλουμε τις γιορτές στις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας «ξεσκίζοντας σάρκες δύσμοιρων ζώων».

Ρητορικό το Ερώτημα

Αναρωτήθηκε ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, κατά τις ανακοινώσεις των επικεφαλής, γιατί δεν συμπαρίσταται ενεργά ο Δήμαρχος της πόλης Γιάννης Μπουτάρης στα κινήματα των πολιτών που αγωνίζονται για επιβίωση και αξιοπρέπεια. Το ερώτημα είναι μάλλον ρητορικό. Η πολιτική του δημάρχου είναι «αντανάκλαση» (για να θυμηθούμε και μια παλιά ορολογία) των συμφερόντων που επιβάλουν οι άρχουσες τάξεις στην πόλη –οπότε είναι επόμενο να χαρακτηρίζεται από μια ταξική και πολιτική μεροληψία απέναντι στους πληβείους της –ενώ αν αναλογιστούμε και τις ψευδο-κοσμοπολιτικές εμμονές του, είναι σαφές πως είναι μεροληπτικός και έναντι της ιστορικής τους ταυτότητας, ως κομμάτι του ελληνισμού. Τόσο απλά. Κι ας έχει γεμίσει η επίσημη, κοινοβουλευτική αριστερά «κοψοχέρηδες», που τον στήριξαν στον δεύτερο γύρο των εκλογών, και τώρα αναρωτιούνται πόσο έξω έπεσαν.

Η ιστορία των «πέντε»

Η ιστορία έχει ως εξής: Το Πρωτοδικείο δικαίωσε πέντε συμβασιούχους εργαζόμενους του Δήμου, όταν αυτοί προσέφυγαν ενάντια στην απόλυσή τους. Το Δημοτικό Συμβούλιο, σύσσωμο, αποφάσισε να μην εφεσιβάλει της απόφασης, στηρίζοντας τους εργαζόμενους. Ο τοπάρχης, όμως, Αντώνης Καρούτζος της «Αποκεντρωμένης Διοίκησης» είχε διαφορετική άποψη και επέστρεψε την απόφαση –βλέπετε στο πλαίσιο του Καλλικράτη άλλος αποφασίζει, και άλλος διατάσσει. Τότε ο Δήμαρχος πήρε την πρωτοβουλία, και κόντρα στην απόφαση του δημοτικού συμβουλίου άσκησε την έφεση που επιθυμούσε ο Καρούτζος. «Οι συνέπειες είναι βαριές», είπε ο Δήμαρχος. «Για ποιόν;» θα αναρωτηθούμε εμείς. Φάλτσο, λοιπόν, το «αβάντι πόπολο» του Δημάρχου, και σύσσωμη η παρούσα στο Δ.Σ. αντιπολίτευση πλην της παράταξης του Σταύρου Καλαφάτη, ο οποίος ταυτίζεται με την κοινωνική γκιλοτίνα της μνημονιακής «νομιμότητας» (sic!), αναρωτήθηκε ποιόν ακριβώς ουσιαστικό ρόλο έχει αυτό το έρμο το δημοτικό συμβούλιο: Χρειάστηκε να φτάσουμε περασμένα μεσάνυχτα για να καταλήξουμε σε μια ομόφωνη απόφαση, και αυτή πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων από τον Δήμαρχο μόλις εμφανίστηκαν κάποιες «συνέπειες» –λες και ο δήμαρχος της συμπρωτεύουσας δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί με την κεντρική εξουσία για ένα ζήτημα, το οποίο κρίνει το γόητρο της τοπικής αυτοδιοίκησης και το πώς αυτό τσαλαπατείται συστηματικά από τον άθλιο Καλλικράτη και τις πολιτικές του μνημονίου. Θα το ξαναπούμε: Από έναν δήμαρχο «μπό-μπό» (μποέμ-μπουρζουά, που λεν κι οι Γάλλοι), μην περιμένετε και τίποτε «αγώνες» της προκοπής.

Κοινωνική Πολιτική

Η κουβέντα για την κοινωνική πολιτική σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης τραβάει σε μάκρος, και καλά κάνει γιατί πρέπει να ξεκαθαριστούν μερικά πράγματα. Κυρίως, αν θα συζητούμε για τα αυτονόητα ή για τα αναγκαία. Που εξαντλείται, δηλαδή, η κοινωνική πολιτική; Στους Ξενώνες Αστέγων, Προσφύγων και Κακοποιημένων Γυναικών, και στα προνοιακά επιδόματα; Πιστεύει δηλαδή κανένας, από τον ποιο ακραίο νεοφιλελεύθερο μέχρι τον πιο ακραίο «κρατιστή» ότι αυτές οι ευπαθείς ομάδες πρέπει να εγκαταλειφθούν στην μοίρα τους; Αυτό είναι κοινωνική πολιτική; Να κουβεντιάζουμε για τα στοιχειώδη; Εμείς θα το επαναλάβουμε: Δύο είναι τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η πόλη. Η κοινωνική καταστροφή της εργαζόμενης πλειοψηφίας, που οφείλεται στην ακραία αποδιάρθρωση του παραγωγικού της ιστού, και η τρομακτική ανεργία (ιδιαίτερα των νέων, που τους διώχνει από την ίδια τους την χώρα). Δεν λογίζεται αποτελεσματική κοινωνική πολιτική για έναν Δήμο, αν δεν έχει στοιχειωδώς απαντήσεις, στο μέτρο του εφικτού και των δυνατοτήτων του, γι’ αυτά τα προβλήματα. Ειδάλλως, μιλούμε για διαχείριση της φτώχειας και της κοινωνικής εξαθλίωσης –πράγμα όχι και τόσο κολακευτικό.

Τέλος, ένα αφελές ερώτημα από εμάς. Αφού υπάρχει μια τόσο καλά οργανωμένη δομή κοινωνικής εστίασης στην πόλη (οι φοιτητικές λέσχες, που φυτοζωούν από τις περικοπές), γιατί ο Δήμος δεν οργανώνει κάποια συνέργεια με αυτές, για την παροχή συσσιτίων;

«Ανθεκτικότητα»

Συνέβη κι αυτό. Συζητήσαμε στο δημοτικό συμβούλιο για την έννοια της «ανθεκτικότητας» και την εφαρμογή της στις πολιτικές της τοπικής αυτοδιοίκησης. Για να γίνει αυτό, που για μας είναι πάρα πολύ σημαντικό, έπρεπε να ενταχθεί η πόλη στο δίκτυο ανθεκτικών πόλεων του Ιδρύματος Ροκφέλερ με πρωτοβουλία της διοίκησης. Τι είναι η ανθεκτικότητα; Η δυνατότητα ενός συλλογικού οργανισμού, της πόλης εν προκειμένω, να επανέρχεται σε σημείο ισορροπίας έπειτα από αιφνίδια αλλαγή του περιβάλλοντός της (π.χ. οικολογική, πολιτική, οικονομική ή γεωπολιτική κρίση). Είναι αρκετά παράδοξο βέβαια, να ασχολείται με την ανθεκτικότητα το ίδρυμα Ροκφέλερ, που αποτελεί ενεργό βραχίονα της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής, και ως εκ τούτου φέρει ευθύνη για όλο αυτό το οικονομικό, οικολογικό και γεωπολιτικό χάος που έχει προκαλέσει η τελευταία στον πλανήτη. Είναι επίσης αρκετά παράδοξο, να προβάλει την έννοια της ανθεκτικότητας μια διοίκηση που ποντάρει, για παράδειγμα, στην μονοκαλλιέργεια του τουρισμού –πολιτική που εξαρτά απόλυτα την οικονομία της πόλης από την διεθνή συγκυρία, και την καθιστά ευάλωτη σε οποιαδήποτε αιφνίδια μεταβολή της, και τέτοιες έχουμε αρκετές εδώ στην γειτονιά μας.

Ας είναι, όμως. Για μας η συζήτηση περί ανθεκτικότητας είναι μια μεγάλη ευκαιρία να αναδείξουμε πολιτικές που υπερασπίζονται την εργαζόμενη πλειοψηφία της πόλης, καθώς και την εθνική της αυτοδιάθεση, από τις ποικίλες γεωπολιτικές επιβολές της οποίες δέχεται από την Γερμανική Ευρώπη, τις ΗΠΑ, και την νέο-οθωμανική Τουρκία. Εξ άλλου, υπάρχει μια ελληνική εκδοχή για την αντίληψη περί «ανθεκτικότητας», αυτήν που πηγάζει από την ιστορική εμπειρία του λαού μας, και έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο, την συνύπαρξη με το περιβάλλον, την ελευθερία. Όπως έλεγε και ο Ελύτης: «Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις»…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου