Χθες, όπως και πολλές άλλες φορές, το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης ήταν «κλειστό» λόγω ομίχλης.
Και όπως κάθε άλλη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο....
το τι παπαριά ακούγεται από τα τοπικά και άλλα μέσα «ενημέρωσης» δεν λέγεται.
Όχι δεν δουλεύει το ραντάρ, όχι δεν λειτουργεί το σύστημα τυφλής προσγείωσης, και πάει λέγοντας.
Ήρθε λοιπόν η ώρα να διαλύσουμε λίγο την «ομίχλη» των διάφορων ανερμάτιστων απόψεων που επικρατούν σε σχέση με το παραπάνω ζήτημα…
Κατ’ αρχήν, το εν λόγω αεροδρόμιο κατασκευάστηκε επί τούτου σε μια περιοχή (Μίκρα) που πλήττεται διαρκώς από ομίχλη. Και αυτό διότι σύμφωνα με την παράδοση, οι Γερμανοί που το έφτιαξαν επί κατοχής, ήθελαν την ομίχλη να τους κρύβει από τα συμμαχικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα.
Σε μια εποχή χωρίς ραντάρ, ραδιοβοηθήματα, κλπ η ομίχλη ήταν ο καλύτερος σύμμαχός τους.
Από κει και πέρα, το αεροδρόμιο διαθέτει ένα από τα καλύτερα συστήματα «τυφλής προσγείωσης», το ILS cat II, από το 1978.
Το συγκεκριμένο σύστημα μπορεί να φέρει τυφλά το αεροπλάνο έως και 150 πόδια (decision height) από τον διάδρομο προσγείωσης, και αν ο πιλότος δει τα φώτα προσέγγισης ή τον ίδιο τον διάδρομο προσγειώνεται, αν όχι συνεχίζει και φεύγει.
Τα προβλήματα όμως στη Θεσσαλονίκη είναι δυο: Πρώτον, η εκεί ομίχλη είναι πάντα πυκνή, και άρα δεν βλέπεις ούτε τη μύτη σου, πόσο δε μάλλον τα 300 και παραπάνω περίπου μέτρα που χρειάζεται να βλέπεις σε ευθεία όταν είσαι σε ύψος 150 πόδων, και δεύτερον ότι στο άλλο άκρο του διαδρόμου που διαθέτει το εν λόγω σύστημα υπάρχει ένα γεωφυσικό εμπόδιο: Ο λόφος Τρίλοφος.
Κάτι που σημαίνει ότι αν ο πιλότος «πιάσει» στον διάδρομο και για κάποιο λόγο χρειαστεί να ξανασηκωθεί και να φύγει χωρίς να προσγειωθεί, θα πέσει επάνω στον (κατοικημένο) Τρίλοφο.
Γι αυτό το λόγο δεν γίνεται η πλήρης εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του συστήματος ILS, και βεβαίως δεν θα γινόταν ακόμη και αν το συγκεκριμένο σύστημα ήταν και το πιο σύγχρονο και εξελιγμένο που υπάρχει στον κόσμο σήμερα, δηλαδή το ILS cat IIΙ C.
Από κει και πέρα, αυτά που λέγονται για ελαττωματικά ραντάρ κλπ είναι τρίχες κατσαρές, αφού το ραντάρ (ελέγχου) που διαθέτει το αεροδρόμιο είναι για τον έλεγχο και τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας, και όχι για προσεγγίσεις και προσγειώσεις αεροσκαφών, τα οποία μάλιστα δεν τα πιάνει καν όταν βρίσκονται κάτω από ένα συγκεκριμένο ύψος, δηλαδή στη διαδικασία προσέγγισης και προσγείωσης.
Καμιά σχέση δηλαδή το ραντάρ με την ομίχλη.
Αυτό λοιπόν το σοβαρό πρόβλημα χαμηλής ορατότητας (ομίχλης), που σχεδόν κανένα άλλο αεροδρόμιο της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζει, αναμένεται να λυθεί με την ολοκλήρωση της επέκτασης κατά χίλια μέτρα του δεύτερου διαδρόμου της Θεσσαλονίκης.
Το έργο είναι ήδη στο 80% της αποπεράτωσής του.
Κάτι που αν γίνει τελικά, και δεν το σταματήσει κανένας Αλέξης, σημαίνει ότι λόγω μεγαλύτερου μήκους, σε συνδυασμό με ένα σύστημα ILS, θα μπορούν να προσγειώνονται τα αεροπλάνα ακόμη και με χαμηλή ορατότητα και πυκνή ομίχλη, αφού θα εκλείπει ο κίνδυνος του Τριλόφου (που είναι στο τέλος του άλλου διαδρόμου).
Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για την επέκταση του δεύτερου διαδρόμου, και όχι όπως λένε πάλι τα άσχετα ΜΜΕ ότι θα μπορούν τότε να προσγειώνονται … τζάμπο (Β747).
Διότι τζάμπο και μάλιστα ουκ ολίγα προσγειώνονται στη Θεσσαλονίκη εδώ και πολλά χρόνια (ειδικά στις παλαιότερες εκλογικές αναμετρήσεις), και απογειώνονται κιόλας!
Απλά, επειδή η απογείωση είναι αποτέλεσμα κάποιων παραμέτρων, μια εκ των οποίων το μήκος του διαδρόμου, μέχρι τώρα τα τζάμπο δεν μπορούσαν να απογειωθούν για υπερατλαντικό προορισμό αφού τα καύσιμα που χρειάζονται για κάτι τέτοιο είναι πάρα πολλά για το μήκος του υπάρχοντος διαδρόμου (2.400 μ).
Με την επέκταση, ο διάδρομος θα αγγίζει τα 3.500μ, που είναι αρκετά για να απογειωθεί ένα τζάμπο γεμάτο με επιβάτες και με καύσιμα και έτσι θα μπορεί να πάει στη Νέα Υόρκη (φερ’ ειπείν), χωρίς ενδιάμεσο σταθμό για ανεφοδιασμό.
Αυτά τα ολίγα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου