«Θέλω να ευχαριστήσω την Καγκελάριο για την πολύ θερμή υποδοχή και τη φιλική της ....
ανταπόκριση σε όλα τα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα. Να ευχαριστήσω και τον Γερμανικό λαό για τη σταθερή κατανόησή του προς τον Ελληνικό λαό όλα αυτά τα τελευταία δέκα δύσκολα χρόνια.
Είχαμε μια πολύ ειλικρινή, παραγωγική ανταλλαγή απόψεων για την οριστική έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την κρίση, αλλά και για την πρόκληση της ανάπτυξης συνολικά στην Ευρώπη. Κυρίως, όμως, μετέφερα στην Καγκελάριο την ειλικρινή μας διάθεση για βαθιές, διαρθρωτικές αλλαγές. Που θα πάνε πιο γρήγορα και πιο βαθιά από τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, που είχαν αναληφθεί, είχαν επιβληθεί στη χώρα τις εποχές των μνημονίων. Αυτές οι αλλαγές θα γίνουν από εμάς, γιατί αφορούν πρωτίστως εμάς. Και σε αυτές τις αλλαγές θέλουμε τη Γερμανία ως σύμμαχο.
Είμαι, λοιπόν, εδώ και για να αλλάξω συνολικά το πλαίσιο των ελληνο-γερμανικών σχέσεων. Δεν θέλω να συζητάμε μόνο για την αποπληρωμή του χρέους μας, για δημοσιονομικούς στόχους, αλλά να συζητάμε κυρίως για τις κοινές αναπτυξιακές μας προκλήσεις. Εξάλλου, όσο πιο ισχυρή είναι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, τόσο πιο βιώσιμο είναι το ελληνικό χρέος. Και ύστερα από μία 10ετία κρίσης, η Ελλάδα κοιτάζει, πλέον, μπροστά με αυτοπεποίθηση. Και γι’ αυτό ετοιμάζουμε, μαζί με τη Γερμανία, ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα. Θέλουμε να δώσουμε έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη, στην προστασία του περιβάλλοντος. Και γι’ αυτό θέλουμε να δρομολογήσουμε και θα παρουσιάσουμε -ελπίζω μαζί με την Καγκελάριο- στις αρχές του χρόνου, ένα φιλόδοξο σχέδιο επενδύσεων γύρω από την “πράσινη οικονομία”, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη διαχείριση των απορριμμάτων, την ηλεκτροκίνηση, παραγωγικές δραστηριότητες που είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Έχουμε πολλά κοινά να κάνουμε σε αυτόν τον τομέα. Είναι λύσεις οι οποίες είναι συμφέρουσες για την Ελλάδα, συμφέρουσες για τη Γερμανία και εντάσσονται στο κοινό μας ενδιαφέρον να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά και ουσιαστικά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Συζητήσαμε, επίσης, και για την κλιματική αλλαγή. Για τις φωτιές που είχαμε στην Ελλάδα, ευχαρίστησα την Καγκελάριο για την υποστήριξή της στο πρόγραμμα rescEU. Μία προσπάθεια που πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα.
Αλλά, φυσικά, εκτός από την Οικονομία, συζητήσαμε και για ζητήματα, όπως το προσφυγικό και το τι συμβαίνει στην ευρύτερη γειτονιά μας, στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα θα κάνει ό,τι πρέπει για να επιταχυνθεί η ροή των επιστροφών προς την Τουρκία. Και βέβαια ό,τι πρέπει, ώστε οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στις δομές της να είναι συνθήκες ανθρώπινες. Προσβλέπουμε, όμως, όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στη Γερμανία, στην εξωτερική φύλαξη των συνόρων. Τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της Ευρώπης. Και πρέπει να εργαστούμε μαζί σε αυτόν τον τομέα. Εξάλλου το μεταναστευτικό αποτελεί και κορυφαία πολιτική προτεραιότητα της επόμενης προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της κ. Ούρσουλα Βαν Ντερ Λάιεν. Και στα ζητήματα της ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου -ένα ζήτημα το οποίο ξέρω ότι ενδιαφέρει πάρα πολύ την Καγκελάριο- θα δουλέψουμε μαζί ώστε οι κανόνες χορήγησης ασύλου να είναι ενιαίοι σε όλη την Ευρώπη.
Μιλήσαμε για την Τουρκία, για το Κυπριακό. Οι ενέργειες των γειτόνων μας στην αιγιαλίτιδα ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ενέργειες παράνομες. Αθήνα και Βερολίνο συμφωνούμε σε αυτό. Εξού και υπήρχε μια κοινή ευρωπαϊκή αντίδραση.
Συζητήσαμε και για τα ζητήματα των Βαλκανίων. Η Καγκελάριος γνωρίζει τις απόψεις μου, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια συμφωνία με σοβαρά ελαττώματα. Ελαττώματα τα οποία, όμως, μπορούν να αμβλυνθούν μέσω της συνολικής ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Η Ευρώπη, άλλωστε, παραμένει ο φυσικός μας χώρος. Μια Ευρώπη, που τώρα δοκιμάζεται από την άνοδο των λαϊκιστών. Από τη μεγάλη πρόκληση του Brexit. Μια Ευρώπη, όμως, της οποίας η σημασία μπορεί να ενισχυθεί σε ένα αβέβαιο περιβάλλον.
Έρχομαι στο Βερολίνο, κ. Καγκελάριε, 50 μόλις μέρες μετά τις ελληνικές εκλογές. Και θεωρώ ότι η νίκη μας σε αυτές έστειλε πολλαπλά μηνύματα: Απέδειξε ότι η χώρα μας μπορεί να απορρίψει την οικονομική καθήλωση, επιλέγοντας την ανάπτυξη και την πρόοδο. Αλλά και να καταδικάσει τον λαϊκισμό, εξαφανίζοντας από τον πολιτικό χάρτη πολιτικά μορφώματα, όπως η Χρυσή Αυγή. Είναι μια απόδειξη της ωριμότητας και του ελεύθερου φρονήματος του ελληνικού λαού. Και πιστεύω ότι είναι μια αχτίδα φωτός για τη Δημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρώπη.
(Μετάφραση από γερμανικά): Είμαι ο 5ος Έλληνας Πρωθυπουργός που δέχεστε στην Γερμανία. Και ελπίζω ότι θα είμαι και εκείνος ο οποίος θα μπορέσει να οδηγήσει την χώρα μου έξω από την κρίση, έτσι ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να διαδραματίσει και πάλι έναν καθοριστικό ρόλο στην Ευρώπη. Σας ευχαριστώ για άλλη μια φορά για την φιλική υποδοχή και επίσης για την εξαιρετική συνεργασία. Και θέλω να σας πω ότι ελπίζω να μπορέσω να σας δεχτώ σύντομα στην Αθήνα. Σας ευχαριστώ πολύ».
Σπ. Μουρελάτος: Καλησπέρα σας. Αναφερθήκατε προ ολίγου σε συνέργειες αναπτυξιακές με έμφαση στο περιβάλλον και την ενέργεια. Θέλετε να γίνετε λίγο πιο συγκεκριμένοι; Η ερώτηση απευθύνεται και στους δυο ηγέτες. Τι θα γίνει στις αρχές ακριβώς του χρόνου, εδώ στο Βερολίνο και αν υπάρχουν έτοιμα επενδυτικά πρότζεκτ, επενδυτικά σχέδια σε τομείς όπως είναι το περιβάλλον, όπως είναι η ενέργεια. Αν υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και για τι ύψους επενδύσεις μιλάμε και πόσο κόσμο θα απασχολήσουν στην Ελλάδα.
Κ. Μητσοτάκης: Έχουμε περιγράψει έναν οδικό άξονα οικονομικής συνεργασίας, ώστε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε περισσότερες γερμανικές επενδύσεις σε έναν τομέα ο οποίος είναι κρίσιμος για την Πατρίδα μας. Όπως γνωρίζετε, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, βρίσκεται σε μια πολύ δύσκολη φάση και προχωρούμε σε δραστικές κινήσεις, προκειμένου να την εξυγιάνουμε. Αλλά και για να της δώσουμε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί σε καινούργια πεδία, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έναν τομέα, ο οποίος είναι πάρα πολύ δυναμικός και για τον οποίο γνωρίζω ότι υπάρχει μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον στη Γερμανία. Θα μπορέσουμε, λοιπόν, στις αρχές του επόμενου έτους να κάνουμε ένα μεγάλο, ανοιχτό συνέδριο με την κοινή μας παρουσία, ώστε να παρουσιάσουμε αυτές τις ευκαιρίες. Είναι πάρα πολύ σημαντικό για μένα να αλλάξω το αφήγημα στη Γερμανία. Η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πια ως μια -εντός εισαγωγικών- “προβληματική” χώρα, αλλά ως μια χώρα η οποία βγαίνει από την κρίση και προσφέρει σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες σε γερμανικές επιχειρήσεις. Θέλω να επαναλάβω και να τονίσω αυτό οποίο ήδη γνωρίζετε: ότι υπάρχουν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ήδη στην Ελλάδα και που έχουν πρόθεση να επενδύσουν πολλά συμπληρωματικά κεφάλαια. Ελπίζουμε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε και άλλες.
Γερμανός δημοσιογράφος: Η προηγούμενη Κυβέρνηση έκανε διαπραγματεύσεις, ζητώντας πολεμικές επανορθώσεις από την Γερμανία. Συζητήσατε αυτό το ζήτημα; Πρόκειται και εσείς να προβάλετε αυτά τα αιτήματα;
Κ. Μητσοτάκης: Αυτό είναι ένα δύσκολο ζήτημα και είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνετε πόσο ευαίσθητο είναι το ζήτημα αυτό και για την Ελλάδα και για τους Έλληνες. Γι’ αυτό, ακριβώς θα ελπίζαμε ότι αυτό το δύσκολο κεφάλαιο μπορεί κάποια στιγμή να κλείσει. Γνωρίζετε ότι, μετά την απόφαση που υιοθέτησε η Ολομέλεια του Ελληνικού Κοινοβουλίου, η Ελλάδα προχώρησε σε αποστολή μιας ρηματικής διακοίνωσης προς την Γερμανία, με την οποία ζητάμε επίσημα να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ζητήματος αυτού. Εμείς προσβλέπουμε σε μια θετική ανταπόκριση και είμαι πεπεισμένος ότι η οριστική διευθέτηση αυτού του ζητήματος θα είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών μας.
Γ. Καντέλης: Μια ερώτηση για το μεταναστευτικό. Έχουν αυξηθεί πάρα πολύ οι ροές μεταναστών και προσφύγων, τους τελευταίους δύο μήνες, στα ελληνικά νησιά και στον Έβρο από την πλευρά της Τουρκίας. Αν εκτιμάτε ότι αυτό είναι ένας τρόπος πίεσης της Άγκυρας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για τα ζητήματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, αν θα λάβετε κάποιες πρωτοβουλίες γι’ αυτό. Και αν θα λάβετε πρωτοβουλίες για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν δείχνουν αλληλεγγύη και δεν δέχονται νόμιμους μετανάστες στο έδαφός τους.
Κ. Μητσοτάκης: Πράγματι, υπάρχει μια αύξηση των ροών τους τελευταίους μήνες. Εμείς θέλουμε η Συμφωνία Ευρώπης και Τουρκίας να δουλέψει προς αμοιβαίο όφελος. Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε επιστροφές από την Ελλάδα προς την Τουρκία. Και για να γίνει αυτό πρέπει να αλλάξουν σε πρώτη φάση οι πολιτικές ασύλου της Ελληνικής Δημοκρατίας κάτι το οποίο προτιθέμεθα να κάνουμε εντός των επόμενων μηνών. Τώρα, για τα ζητήματα της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης έχω μιλήσει πολλές φορές. Είναι πολύ άδικο οι πρώτες χώρες υποδοχής να επιμερίζονται όλο το βάρος της διαχείρισης του προσφυγικού προβλήματος. Εάν θέλουμε να έχουμε μια συμφωνία ελεύθερης διακίνησης πολιτών στην Ευρώπη - όπως η Συμφωνία του Σένγκεν- πρέπει και να φυλάσσονται τα σύνορά μας και να υπάρχει ένας δίκαιος επιμερισμός του προβλήματος. Σε αυτό συμφωνεί απόλυτα και η Καγκελάριος. Και ελπίζω και εύχομαι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, γι’ αυτό το οποίο αποκαλούμε “Δουβλίνο 4”, η Ευρώπη να δείξει ουσιαστική αλληλεγγύη. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χώρες που να εκμεταλλεύονται τα οφέλη Σένγκεν και ταυτόχρονα να αρνούνται να συμμετέχουν έστω και κατ’ ελάχιστον στην αντιμετώπιση αυτού του κοινού ευρωπαϊκού προβλήματος.
Γερμανός δημοσιογράφος: Κύριε Πρωθυπουργέ, αναφέρατε το ζήτημα του χρέους και αναφερθήκατε και στις επενδύσεις. Μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτά ότι δεν θα ζητήσετε ελαφρύνσεις όσον αφορά το χρέος.
Κ. Μητσοτάκης: Έχω πει πολλές φορές, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα υψηλά. Έχω πει, επίσης, όμως, ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020. Ότι πρώτα θα κερδίσουμε αξιοπιστία και μετά θα συζητήσουμε, τα ζητήματα των πλεονασμάτων και του χρέους. Θέλω, επίσης, να επισημάνω ότι όσο πιο γενναία και ισχυρή είναι η ανάπτυξη στη χώρα μας τόσο πιο εύκολα γίνονται τα ζητήματα της διαχείρισης του χρέους. Και βέβαια, όσο το περιβάλλον των επιτοκίων είναι χαμηλό, τόσο μπορούμε να δούμε τα ζητήματα μέσα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Είναι θέματα τα οποία συζητάμε με τους Θεσμούς. Όπως είχα την ευκαιρία να πω και σε μια συνέντευξη που έδωσα σήμερα σε γερμανική εφημερίδα, τα θέματα των Θεσμών αφορούν τους Θεσμούς, τα θέματα των διμερών σχέσεων αφορούν τις δύο χώρες. Και εμείς αυτό το οποίο θα κάνουμε πρώτα απ’ όλα είναι να κερδίσουμε πολιτική αξιοπιστία, ως μια μεταρρυθμιστική Κυβέρνηση η οποία επαναφέρει το ζήτημα της ανάπτυξης στην πρώτη γραμμή. Τα ζητήματα αυτά, εν καιρώ και την κατάλληλη στιγμή, θα συζητηθούν με τους θεσμούς και προφανώς, εφόσον αυτό χρειαστεί, σε διμερές επίπεδο.
ανταπόκριση σε όλα τα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα. Να ευχαριστήσω και τον Γερμανικό λαό για τη σταθερή κατανόησή του προς τον Ελληνικό λαό όλα αυτά τα τελευταία δέκα δύσκολα χρόνια.
Είχαμε μια πολύ ειλικρινή, παραγωγική ανταλλαγή απόψεων για την οριστική έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την κρίση, αλλά και για την πρόκληση της ανάπτυξης συνολικά στην Ευρώπη. Κυρίως, όμως, μετέφερα στην Καγκελάριο την ειλικρινή μας διάθεση για βαθιές, διαρθρωτικές αλλαγές. Που θα πάνε πιο γρήγορα και πιο βαθιά από τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, που είχαν αναληφθεί, είχαν επιβληθεί στη χώρα τις εποχές των μνημονίων. Αυτές οι αλλαγές θα γίνουν από εμάς, γιατί αφορούν πρωτίστως εμάς. Και σε αυτές τις αλλαγές θέλουμε τη Γερμανία ως σύμμαχο.
Είμαι, λοιπόν, εδώ και για να αλλάξω συνολικά το πλαίσιο των ελληνο-γερμανικών σχέσεων. Δεν θέλω να συζητάμε μόνο για την αποπληρωμή του χρέους μας, για δημοσιονομικούς στόχους, αλλά να συζητάμε κυρίως για τις κοινές αναπτυξιακές μας προκλήσεις. Εξάλλου, όσο πιο ισχυρή είναι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, τόσο πιο βιώσιμο είναι το ελληνικό χρέος. Και ύστερα από μία 10ετία κρίσης, η Ελλάδα κοιτάζει, πλέον, μπροστά με αυτοπεποίθηση. Και γι’ αυτό ετοιμάζουμε, μαζί με τη Γερμανία, ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα. Θέλουμε να δώσουμε έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη, στην προστασία του περιβάλλοντος. Και γι’ αυτό θέλουμε να δρομολογήσουμε και θα παρουσιάσουμε -ελπίζω μαζί με την Καγκελάριο- στις αρχές του χρόνου, ένα φιλόδοξο σχέδιο επενδύσεων γύρω από την “πράσινη οικονομία”, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη διαχείριση των απορριμμάτων, την ηλεκτροκίνηση, παραγωγικές δραστηριότητες που είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Έχουμε πολλά κοινά να κάνουμε σε αυτόν τον τομέα. Είναι λύσεις οι οποίες είναι συμφέρουσες για την Ελλάδα, συμφέρουσες για τη Γερμανία και εντάσσονται στο κοινό μας ενδιαφέρον να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά και ουσιαστικά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Συζητήσαμε, επίσης, και για την κλιματική αλλαγή. Για τις φωτιές που είχαμε στην Ελλάδα, ευχαρίστησα την Καγκελάριο για την υποστήριξή της στο πρόγραμμα rescEU. Μία προσπάθεια που πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα.
Αλλά, φυσικά, εκτός από την Οικονομία, συζητήσαμε και για ζητήματα, όπως το προσφυγικό και το τι συμβαίνει στην ευρύτερη γειτονιά μας, στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα θα κάνει ό,τι πρέπει για να επιταχυνθεί η ροή των επιστροφών προς την Τουρκία. Και βέβαια ό,τι πρέπει, ώστε οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στις δομές της να είναι συνθήκες ανθρώπινες. Προσβλέπουμε, όμως, όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στη Γερμανία, στην εξωτερική φύλαξη των συνόρων. Τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της Ευρώπης. Και πρέπει να εργαστούμε μαζί σε αυτόν τον τομέα. Εξάλλου το μεταναστευτικό αποτελεί και κορυφαία πολιτική προτεραιότητα της επόμενης προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της κ. Ούρσουλα Βαν Ντερ Λάιεν. Και στα ζητήματα της ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου -ένα ζήτημα το οποίο ξέρω ότι ενδιαφέρει πάρα πολύ την Καγκελάριο- θα δουλέψουμε μαζί ώστε οι κανόνες χορήγησης ασύλου να είναι ενιαίοι σε όλη την Ευρώπη.
Μιλήσαμε για την Τουρκία, για το Κυπριακό. Οι ενέργειες των γειτόνων μας στην αιγιαλίτιδα ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ενέργειες παράνομες. Αθήνα και Βερολίνο συμφωνούμε σε αυτό. Εξού και υπήρχε μια κοινή ευρωπαϊκή αντίδραση.
Συζητήσαμε και για τα ζητήματα των Βαλκανίων. Η Καγκελάριος γνωρίζει τις απόψεις μου, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια συμφωνία με σοβαρά ελαττώματα. Ελαττώματα τα οποία, όμως, μπορούν να αμβλυνθούν μέσω της συνολικής ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Η Ευρώπη, άλλωστε, παραμένει ο φυσικός μας χώρος. Μια Ευρώπη, που τώρα δοκιμάζεται από την άνοδο των λαϊκιστών. Από τη μεγάλη πρόκληση του Brexit. Μια Ευρώπη, όμως, της οποίας η σημασία μπορεί να ενισχυθεί σε ένα αβέβαιο περιβάλλον.
Έρχομαι στο Βερολίνο, κ. Καγκελάριε, 50 μόλις μέρες μετά τις ελληνικές εκλογές. Και θεωρώ ότι η νίκη μας σε αυτές έστειλε πολλαπλά μηνύματα: Απέδειξε ότι η χώρα μας μπορεί να απορρίψει την οικονομική καθήλωση, επιλέγοντας την ανάπτυξη και την πρόοδο. Αλλά και να καταδικάσει τον λαϊκισμό, εξαφανίζοντας από τον πολιτικό χάρτη πολιτικά μορφώματα, όπως η Χρυσή Αυγή. Είναι μια απόδειξη της ωριμότητας και του ελεύθερου φρονήματος του ελληνικού λαού. Και πιστεύω ότι είναι μια αχτίδα φωτός για τη Δημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρώπη.
(Μετάφραση από γερμανικά): Είμαι ο 5ος Έλληνας Πρωθυπουργός που δέχεστε στην Γερμανία. Και ελπίζω ότι θα είμαι και εκείνος ο οποίος θα μπορέσει να οδηγήσει την χώρα μου έξω από την κρίση, έτσι ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να διαδραματίσει και πάλι έναν καθοριστικό ρόλο στην Ευρώπη. Σας ευχαριστώ για άλλη μια φορά για την φιλική υποδοχή και επίσης για την εξαιρετική συνεργασία. Και θέλω να σας πω ότι ελπίζω να μπορέσω να σας δεχτώ σύντομα στην Αθήνα. Σας ευχαριστώ πολύ».
Σπ. Μουρελάτος: Καλησπέρα σας. Αναφερθήκατε προ ολίγου σε συνέργειες αναπτυξιακές με έμφαση στο περιβάλλον και την ενέργεια. Θέλετε να γίνετε λίγο πιο συγκεκριμένοι; Η ερώτηση απευθύνεται και στους δυο ηγέτες. Τι θα γίνει στις αρχές ακριβώς του χρόνου, εδώ στο Βερολίνο και αν υπάρχουν έτοιμα επενδυτικά πρότζεκτ, επενδυτικά σχέδια σε τομείς όπως είναι το περιβάλλον, όπως είναι η ενέργεια. Αν υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και για τι ύψους επενδύσεις μιλάμε και πόσο κόσμο θα απασχολήσουν στην Ελλάδα.
Κ. Μητσοτάκης: Έχουμε περιγράψει έναν οδικό άξονα οικονομικής συνεργασίας, ώστε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε περισσότερες γερμανικές επενδύσεις σε έναν τομέα ο οποίος είναι κρίσιμος για την Πατρίδα μας. Όπως γνωρίζετε, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, βρίσκεται σε μια πολύ δύσκολη φάση και προχωρούμε σε δραστικές κινήσεις, προκειμένου να την εξυγιάνουμε. Αλλά και για να της δώσουμε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί σε καινούργια πεδία, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έναν τομέα, ο οποίος είναι πάρα πολύ δυναμικός και για τον οποίο γνωρίζω ότι υπάρχει μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον στη Γερμανία. Θα μπορέσουμε, λοιπόν, στις αρχές του επόμενου έτους να κάνουμε ένα μεγάλο, ανοιχτό συνέδριο με την κοινή μας παρουσία, ώστε να παρουσιάσουμε αυτές τις ευκαιρίες. Είναι πάρα πολύ σημαντικό για μένα να αλλάξω το αφήγημα στη Γερμανία. Η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πια ως μια -εντός εισαγωγικών- “προβληματική” χώρα, αλλά ως μια χώρα η οποία βγαίνει από την κρίση και προσφέρει σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες σε γερμανικές επιχειρήσεις. Θέλω να επαναλάβω και να τονίσω αυτό οποίο ήδη γνωρίζετε: ότι υπάρχουν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ήδη στην Ελλάδα και που έχουν πρόθεση να επενδύσουν πολλά συμπληρωματικά κεφάλαια. Ελπίζουμε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε και άλλες.
Γερμανός δημοσιογράφος: Η προηγούμενη Κυβέρνηση έκανε διαπραγματεύσεις, ζητώντας πολεμικές επανορθώσεις από την Γερμανία. Συζητήσατε αυτό το ζήτημα; Πρόκειται και εσείς να προβάλετε αυτά τα αιτήματα;
Κ. Μητσοτάκης: Αυτό είναι ένα δύσκολο ζήτημα και είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνετε πόσο ευαίσθητο είναι το ζήτημα αυτό και για την Ελλάδα και για τους Έλληνες. Γι’ αυτό, ακριβώς θα ελπίζαμε ότι αυτό το δύσκολο κεφάλαιο μπορεί κάποια στιγμή να κλείσει. Γνωρίζετε ότι, μετά την απόφαση που υιοθέτησε η Ολομέλεια του Ελληνικού Κοινοβουλίου, η Ελλάδα προχώρησε σε αποστολή μιας ρηματικής διακοίνωσης προς την Γερμανία, με την οποία ζητάμε επίσημα να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ζητήματος αυτού. Εμείς προσβλέπουμε σε μια θετική ανταπόκριση και είμαι πεπεισμένος ότι η οριστική διευθέτηση αυτού του ζητήματος θα είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών μας.
Γ. Καντέλης: Μια ερώτηση για το μεταναστευτικό. Έχουν αυξηθεί πάρα πολύ οι ροές μεταναστών και προσφύγων, τους τελευταίους δύο μήνες, στα ελληνικά νησιά και στον Έβρο από την πλευρά της Τουρκίας. Αν εκτιμάτε ότι αυτό είναι ένας τρόπος πίεσης της Άγκυρας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για τα ζητήματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, αν θα λάβετε κάποιες πρωτοβουλίες γι’ αυτό. Και αν θα λάβετε πρωτοβουλίες για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν δείχνουν αλληλεγγύη και δεν δέχονται νόμιμους μετανάστες στο έδαφός τους.
Κ. Μητσοτάκης: Πράγματι, υπάρχει μια αύξηση των ροών τους τελευταίους μήνες. Εμείς θέλουμε η Συμφωνία Ευρώπης και Τουρκίας να δουλέψει προς αμοιβαίο όφελος. Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε επιστροφές από την Ελλάδα προς την Τουρκία. Και για να γίνει αυτό πρέπει να αλλάξουν σε πρώτη φάση οι πολιτικές ασύλου της Ελληνικής Δημοκρατίας κάτι το οποίο προτιθέμεθα να κάνουμε εντός των επόμενων μηνών. Τώρα, για τα ζητήματα της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης έχω μιλήσει πολλές φορές. Είναι πολύ άδικο οι πρώτες χώρες υποδοχής να επιμερίζονται όλο το βάρος της διαχείρισης του προσφυγικού προβλήματος. Εάν θέλουμε να έχουμε μια συμφωνία ελεύθερης διακίνησης πολιτών στην Ευρώπη - όπως η Συμφωνία του Σένγκεν- πρέπει και να φυλάσσονται τα σύνορά μας και να υπάρχει ένας δίκαιος επιμερισμός του προβλήματος. Σε αυτό συμφωνεί απόλυτα και η Καγκελάριος. Και ελπίζω και εύχομαι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, γι’ αυτό το οποίο αποκαλούμε “Δουβλίνο 4”, η Ευρώπη να δείξει ουσιαστική αλληλεγγύη. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χώρες που να εκμεταλλεύονται τα οφέλη Σένγκεν και ταυτόχρονα να αρνούνται να συμμετέχουν έστω και κατ’ ελάχιστον στην αντιμετώπιση αυτού του κοινού ευρωπαϊκού προβλήματος.
Γερμανός δημοσιογράφος: Κύριε Πρωθυπουργέ, αναφέρατε το ζήτημα του χρέους και αναφερθήκατε και στις επενδύσεις. Μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτά ότι δεν θα ζητήσετε ελαφρύνσεις όσον αφορά το χρέος.
Κ. Μητσοτάκης: Έχω πει πολλές φορές, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα υψηλά. Έχω πει, επίσης, όμως, ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020. Ότι πρώτα θα κερδίσουμε αξιοπιστία και μετά θα συζητήσουμε, τα ζητήματα των πλεονασμάτων και του χρέους. Θέλω, επίσης, να επισημάνω ότι όσο πιο γενναία και ισχυρή είναι η ανάπτυξη στη χώρα μας τόσο πιο εύκολα γίνονται τα ζητήματα της διαχείρισης του χρέους. Και βέβαια, όσο το περιβάλλον των επιτοκίων είναι χαμηλό, τόσο μπορούμε να δούμε τα ζητήματα μέσα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Είναι θέματα τα οποία συζητάμε με τους Θεσμούς. Όπως είχα την ευκαιρία να πω και σε μια συνέντευξη που έδωσα σήμερα σε γερμανική εφημερίδα, τα θέματα των Θεσμών αφορούν τους Θεσμούς, τα θέματα των διμερών σχέσεων αφορούν τις δύο χώρες. Και εμείς αυτό το οποίο θα κάνουμε πρώτα απ’ όλα είναι να κερδίσουμε πολιτική αξιοπιστία, ως μια μεταρρυθμιστική Κυβέρνηση η οποία επαναφέρει το ζήτημα της ανάπτυξης στην πρώτη γραμμή. Τα ζητήματα αυτά, εν καιρώ και την κατάλληλη στιγμή, θα συζητηθούν με τους θεσμούς και προφανώς, εφόσον αυτό χρειαστεί, σε διμερές επίπεδο.