Στα παραπάνω συμπεράσματα κατέληξε, μεταξύ άλλων, μία μελέτη που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Lancet Infectious Diseases. Η έρευνα αυτή εξέτασε δεδομένα από το πρόγραμμα εμβολιασμού της Μεγάλης Βρετανίας και είναι η πρώτη που συγκρίνει τις ανεπιθύμητες ενέργειες των δύο εμβολίων.
Για την ανάλυσή τους, οι επιστήμονες από το King’s College London χρησιμοποίησαν δεδομένα από την εφαρμογή ZOE COVID Symptom Study. Όπως διαπίστωσαν, τα ποσοστά των ανεπιθυμήτων ενεργειών τόσο από το εμβόλιο της Pfizer όσο και από αυτό της AstraZeneca ήταν χαμηλότερα στο γενικό πληθυσμό σε σχέση με αυτά που παρατηρήθηκαν στις κλινικές δοκιμές.
Η έρευνα παρατήρησε επίσης σημαντική μείωση στα ποσοστά των μολύνσεων ακόμα και στους ασθενείς που είχαν λάβει μόνο 1 δόση των εμβολίων. Συγκεκριμένα, 12 ημέρες μετά την 1η δόση του εμβολίου της Pfizer, τα νέα περιστατικά COVID-19 μειώθηκαν κατά 58% συγκριτικά με μία ομάδα ελέγχου, ενώ για το εμβόλιο της AstraZeneca παρατηρήθηκε μείωση 39%. Την 21η ημέρα μετά τη χορήγηση της 1ης δόσης, τα παραπάνω ποσοστά αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο και έφτασαν το 69% για το εμβόλιο της Pfizer και το 60% για το εμβόλιο της AstraZeneca.
Στην ανάλυσή τους οι επιστήμονες εξέτασαν επίσης τις ανεπιθύμητες ενέργειες από το κάθε εμβόλιο. Οι συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (δηλαδή αυτές που δεν εντοπίζονται στην περιοχή που έγινε το εμβόλιο) περιελάμβαναν κεφαλαλγία, αίσθημα κόπωσης, ρίγος, διάρροια, πυρετό, αρθραλγία, μυαλγία και ναυτία, ενώ οι τοπικές άλγος στο σημείο της έγχυσης, οίδημα, ευαισθησία, ερυθρότητα, κνησμό και διόγκωση των τραχηλικών λεμφαδένων.
Τα παραπάνω δεδομένα είχαν προέλθει από 627.383 χρήστες της εφαρμογής ZOE COVID Symptom Study οι οποίοι ανέφεραν τόσο τις συστηματικές όσο και τις τοπικές ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίστηκαν μέσα σε 8 ημέρες από την 1η ή τη 2η δόση του εμβολίου της Pfizer ή την 1η δόση του εμβολίου της AstraZeneca στο διάστημα από 8 Δεκεμβρίου μέχρι 10 Μαρτίου.
Συνολικά, η έρευνα διαπίστωσε ότι:
Το 25.4% των ατόμων που εμβολιάστηκαν παρουσίασαν μία ή περισσότερες συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες, ενώ το 66.2% παρουσίασε μία ή περισσότερες τοπικές.
Το 13.5% παρουσίασε ανεπιθύμητες ενέργειες μετά την 1η δόση του εμβολίου της Pfizer, το 22% μετά τη 2η, ενώ για την 1η δόση του εμβολίου της AstraZeneca το ποσοστό ήταν 33.7%.
Η συχνότερη συστηματική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν η κεφαλαλγία. Το 7.8% των εθελοντών παρουσίασε κεφαλαλγία μετά την 1η δόση του εμβολίου της Pfizer, με το ποσοστό αυτό να φτάνει το 13.2% μετά τη 2η δόση. Το 22.8% των ασθενών που έκαναν την 1η δόση του εμβολίου της AstraZeneca παρουσίασαν κεφαλαλγία.
Η δεύτερη σε συχνότητα συστηματική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν το αίσθημα κόπωσης. Η ανεπιθύμητη ενέργεια αυτή εμφανίστηκε στο 8.4% των εθελοντών μετά την 1η δόση του εμβολίου της Pfizer και στο 14.4% μετά τη 2η. Στο εμβόλιο της AstraZeneca, το ποσοστό που εμφάνισε αίσθημα κόπωσης μετά την 1η δόση ήταν 21.1%.
Η συχνότερη τοπική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν η ευαισθησία, η οποία εμφανίστηκε στο 57.2% των εθελοντών μετά την 1η δόση του εμβολίου της Pfizer και στο 50.9% μετά τη 2η. Το αντίστοιχο ποσοστό ήταν χαμηλότερο στο εμβόλιο της AstraZeneca (3%).
Μία σημαντική παρατήρηση της έρευνας ήταν ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίζονται συχνότερα στις ηλικίες κάτω των 55 και στις γυναίκες.
Επιπλέον, οι ασθενείς με ιστορικό λοίμωξης από COVID-19 είχαν τρεις φορές αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες μετά το εμβόλιο της Pfizer και δύο φορές αυξημένο κίνδυνο μετά το εμβόλιο της AstraZeneca. Οι ασθενείς αυτοί είχαν επίσης αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν τοπικές αντιδράσεις.
Στις κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ του εμβολίου της Pfizer, οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν το άλγος στο σημείο της έγχυσης (71-83%), το αίσθημα κόπωσης (34-47%) και η κεφαλαλγία (25-42%). Ωστόσο, στη νέα έρευνα που εξέτασε δεδομένα από τον πραγματικό κόσμο, μόλις το 30% των ασθενών παρουσίασε άλγος στο σημείο της έγχυσης, ενώ λιγότερο από το 10% παρουσίασε κεφαλαλγία ή αίσθημα κόπωσης μετά την 1η δόση. Αντίστοιχα, στις κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ του εμβολίου της AstraZeneca, το 88% των εθελοντών ηλικίας 18-55 ετών παρουσίασε συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες μετά την 1η δόση, ενώ στον πραγματικό κόσμο το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 46.2%.
Αν και οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν σπανιότερες σε σχέση με τις κλινικές δοκιμές, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ήταν παρόμοια με αυτή των κλινικών δοκιμών, αλλά και με αυτή που παρατηρήθηκε στα δεδομένα από το πρόγραμμα εμβολιασμού στο Ισραήλ.
http://pathologia.eu/koronaios/anepi8ymhtes-energeies-emboliwn-covid-19-xamhlotera-ta-pososta-se-sxesh-me-tis-klinikes-dokimes/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου