Ολοκληρώθηκε πριν από λίγο η Σύνοδος Κορυφής με μια εξαιρετικά πυκνή ατζέντα σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη χρονική συγκυρία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ασχολήθηκε με μία σειρά από εξαιρετικά σημαντικά ....
ζητήματα αιχμής. Επιτρέψτε μου να κάνω μία σύντομη επισκόπηση των συμπερασμάτων, των βασικών θεμάτων τα οποία συζητήθηκαν και στη συνέχεια να απαντήσω στις ερωτήσεις σας.
Καταρχάς να αναφερθώ στο ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας και στη συζήτηση που είχαμε κατά τη διάρκεια του χθεσινοβραδινού δείπνου. Θα ήθελα να διαβάσω στα ελληνικά τα συμπεράσματα τα οποία συμφωνήθηκαν, ομόφωνα, από τους ομολόγους μου κατόπιν δικής μας εισήγησης και βέβαια πάντα σε απόλυτη συνεννόηση με την κυπριακή πλευρά:
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπενθυμίζει τα προηγούμενα συμπεράσματα της 22ας Μαρτίου και της 20ης Ιουνίου σχετικά με την Τουρκία. Επαναβεβαιώνει τα συμπεράσματά του της 17ης και 18ης Οκτωβρίου σχετικά με τις παράνομες δραστηριότητες γεώτρησης της Τουρκίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου. Το μνημόνιο συνεννόησης Τουρκίας-Λιβύης για την οριοθέτηση περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν παράγει, -επαναλαμβάνω- δεν παράγει έννομες συνέπειες για τρίτα κράτη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώνει απερίφραστα την αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα και την Κύπρο έναντι των συγκεκριμένων ενεργειών της Τουρκίας».
Όπως αντιλαμβάνεστε -και από το Κείμενο των Συμπερασμάτων- ζήτησα και έλαβα από όλους τους ομολόγους μου την πλήρη στήριξη προς την Ελλάδα από όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω αναλυτικά τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων για τη «συμφωνία» μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας, γιατί το μνημόνιο αυτό -κατ’ εμάς- είναι ένα μνημόνιο παντελώς άκυρο και ως προς την ουσία του, διότι καταπατά τα δικαιώματα, τα αναφαίρετα δικαιώματα των ελληνικών νησιών σε θαλάσσιες ζώνες, αλλά και ως προς την τυπική διαδικασία νομιμοποίησής του γιατί -θέλω να το θυμίσω- το μνημόνιο αυτό δεν έχει την επικύρωση του λιβυκού Κοινοβουλίου.
Μάλιστα γνωρίζετε καλά ότι και ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου της Λιβύης βρέθηκε στην Αθήνα, δήλωσε ξεκάθαρα ότι το μνημόνιο αυτό αντιβαίνει και στα ίδια τα συμφέροντα της Λιβύης και το μόνο το οποίο κάνει, είναι να παράγει περισσότερη αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή.
Και θα ήθελα, εδώ από τις Βρυξέλλες, να στείλω ένα μήνυμα σιγουριάς και αυτοπεποίθησης σε όλους τους Έλληνες, σε όλες τις Ελληνίδες, από το Καστελόριζο έως την Κέρκυρα και από τη Γαύδο έως τον Έβρο: Θέλω να γνωρίζουν, όλες και όλοι, ότι έχουμε ψυχραιμία, έχουμε αυτοπεποίθηση, έχουμε σχέδιο. Όχι μόνο γιατί έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, αλλά γιατί έχουμε και πολύ ισχυρούς συμμάχους οι οποίοι θα στέκονται πάντα στο πλευρό της Ελλάδας όταν πρόκειται αυτή να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο ζήτημα το οποίο συζητήσαμε: Την μεγάλη οικονομική, κοινωνική πρόκληση των καιρών μας, την κλιματική αλλαγή. Κάναμε μία εκτενή συζήτηση γύρω από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το λεγόμενο European Green Deal το οποίο παρουσίασε η κυρία von der Leyen -την οποία και συνεχάρην δημόσια για την ταχύτητα με την οποία την παρουσίασε- μια συγκροτημένη, φιλόδοξη, αλλά και ρεαλιστική πρόταση για το πώς η Ευρώπη μπορεί να βρεθεί στην παγκόσμια πρωτοπορία για την αντιμετώπιση αυτού του τεράστιου, του μεγαλύτερου προβλήματος που αντιμετωπίζει ίσως η ανθρωπότητα.
Συμφώνησαν όλα τα κράτη, με μία εξαίρεση, αυτή της Πολωνίας, στον κεντρικό στόχο, η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050. Η Πολωνία ζήτησε ένα εξάμηνο παράταση προκειμένου να μπορέσει και αυτή να συμφωνήσει στο στόχο. Και είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τους ομολόγους μου για τις τολμηρές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα. Αλλαγές οι οποίες σηματοδοτούν μια δραστική αλλαγή στο ίδιο το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Και βέβαια είχα την ευκαιρία να επαναλάβω ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας απολιγνιτοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς γνωρίζετε καλά ότι έχουμε εξαγγείλει ότι το αργότερο μέχρι το 2028 θέλουμε να έχουμε κλείσει όλες τις θερμικές μονάδες οι οποίες καταναλώνουν λιγνίτη στη χώρα μας.
Αλλά, ταυτόχρονα για να μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, επέμεινα ιδιαίτερα ότι θα χρειαστούμε άμεση πρόσβαση σε αυτό το οποίο ονομάζουμε, Just Transition Fund, στο Ταμείο της Δίκαιης Μετάβασης, το οποίο δημιουργείται ακριβώς για να μπορέσει να στηρίξει περιοχές, Περιφέρειες της Ευρώπης, οι οποίες θα πληγούν ιδιαίτερα, κυρίως σε επίπεδο απασχόλησης, από αυτήν τη γρήγορη μετάβαση από βρώμικες σε καθαρές μορφές ενέργειας.
O μηχανισμός αυτός θα ενεργοποιηθεί πιστεύουμε σύντομα και θα γνωρίζουμε, όταν ολοκληρωθεί η συνολική συζήτηση, για το πλαίσιο της επόμενης προγραμματικής περιόδου, για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, με πόσους πόρους θα τον προικίσουμε. Ο αρχικός προγραμματισμός είναι για 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Θέλω η Ελλάδα και κυρίως οι Περιφέρειες οι οποίες θα επηρεαστούν άμεσα από αυτή την μετάβαση -και αναφέρομαι πρωτίστως στη Δυτική Μακεδονία και δευτερευόντως στην Πελοπόννησο- να γνωρίζουν οι συμπολίτες μας σε αυτές στις Περιφέρειες, ότι η Ελλάδα θα είναι στην πρώτη γραμμή να διεκδικήσει σοβαρούς, σημαντικούς πόρους από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, έτσι ώστε να μπορέσουμε να στηρίξουμε την τοπική απασχόληση και να προτείνουμε σε αυτές τις Περιφέρειες ένα καινούριο μοντέλο ανάπτυξης, συμβατό με μία οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Ζήτησα, επίσης, από την κυρία von der Leyen στο πλαίσιο του European Green Deal να λάβει υπόψη της την πολύ σοβαρή δουλειά η οποία έγινε από την προηγούμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας. Αναφέρομαι στο rescEU, πρωτοβουλία του Χρήστου Στυλιανίδη. Ένας μηχανισμός ο οποίος είναι απολύτως απαραίτητος, προκειμένου να μπορέσουμε να αθροίσουμε, να ενώσουμε επιχειρησιακές δυνάμεις για να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που μας επηρεάζουν σήμερα, όχι σε κάποια χρόνια στο μέλλον.
Αναφέρομαι ειδικά σε πυρκαγιές, σε πλημμύρες, σε ξηρασία. Έχει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Ένωση να προικίσει αυτό το μηχανισμό με περισσότερους πόρους και περισσότερα μέσα. Η Ελλάδα θα είναι στην πρώτη γραμμή για να τον στηρίξει. Πιστεύω ότι αυτό θα είναι ακόμα μία έμπρακτη απόδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, εκεί που την έχουμε περισσότερο ανάγκη, όταν αντιμετωπίζουμε δηλαδή μία κρίση.
Και μιας και μιλώ για κρίσεις, θέλω να επισημάνω ότι προστέθηκε και ένα τελευταίο σημείο στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου τονίσαμε με έμφαση ότι στεκόμαστε αλληλέγγυοι ως Ευρώπη στην Αλβανία μετά τον πρόσφατο σεισμό. Είναι απαραίτητο να οργανωθεί, το συντομότερο δυνατό, μία διάσκεψη δωρητών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να μπορέσουμε να στηρίξουμε έμπρακτα την Αλβανία στην προσπάθεια ανοικοδόμησης. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι ήμασταν η πρώτη χώρα που έδειξε την έμπρακτη αλληλεγγύη της. Το έργο της ΕΜΑΚ ήταν, για άλλη μία φορά, όχι απλά επιτυχημένο, αλλά εξαιρετικά συγκινητικό. Απεγκλωβίσαμε και σώσαμε ανθρώπινες ζωές από τα συντρίμμια. Για άλλη μια φορά θέλω να ευχαριστήσω τις γυναίκες και τους άνδρες της ΕΜΑΚ που μας κάνουν υπερήφανους εντός και εκτός συνόρων.
Σήμερα το πρωί, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε το ζήτημα της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης, όπου είχα την ευκαιρία να μιλήσω σύντομα για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Όπως γνωρίζετε η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης που βρίσκεται ακόμα σε μια διαδικασία ενισχυμένης επιτήρησης. Ο σκοπός μας είναι να ξεφύγουμε από αυτή τη διαδικασία το συντομότερο δυνατόν και βέβαια να μπορέσουμε να επιστρέψουμε, όπως έχω δηλώσει, μέσα στο 1ο τρίμηνο, το αργότερο μέσα στο 1ο εξάμηνο του 2021 στην επενδυτική βαθμίδα, έτσι ώστε να μπορέσουμε να έχουμε πρόσβαση και στο «φθηνό χρήμα», το οποίο διαθέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Θα βρίσκομαι στη Φρανκφούρτη την ερχόμενη Τρίτη το απόγευμα, για να έχω μία αναλυτική συνάντηση με την κυρία Κριστίν Λαγκάρντ την οποία και ευχαριστώ για τα καλά λόγια τα οποία έχει πει πρόσφατα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Είχα όμως την ευκαιρία -εν συντομία- να εξηγήσω γιατί κάποιοι κανόνες οι οποίοι έρχονται από το παρελθόν, κανόνες πολύ αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, ιδίως οι προβλέψεις που μας υποχρεώνουν να έχουμε ένα εξαιρετικά υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5%, έχουν ουσιαστικά ξεπεραστεί από τις ίδιες τις εξελίξεις. Όπως έχω πει πολλές φορές δημόσια, η Ελλάδα εντός του 2020 θα θέσει το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων και της μείωσής τους από το 2021 Και πιστεύουμε πια ότι το έδαφος είναι απολύτως ώριμο. Σε πρώτη φάση σε επίπεδο Eurogroup αυτή η συζήτηση εντός τους 2020 και μάλιστα στο πρώτο εξάμηνο ενδεχομένως του 2020, να μπορέσει να ξεκινήσει. Με έμπρακτα αποτελέσματα για τους Έλληνες πολίτες. Έχουμε υπάρξει απολύτως συνεπείς σε ό,τι έχουμε πει και σε ό,τι έχουμε κάνει από την πρώτη ημέρα που εκλεγήκαμε στον τομέα της οικονομίας και όχι μόνο. Αυτό αυξάνει σημαντικά το βαθμό αξιοπιστίας που έχει η χώρα μας όταν συμμετέχει σε ευρύτερες ευρωπαϊκές συζητήσεις.
Τέλος, κάναμε και μία συζήτηση -στην κατάληξη του Συμβουλίου- για τις εξελίξεις στη Μεγάλη Βρετανία. Συγχαίρω τον Μπόρις Τζόνσον για τη μεγάλη του εκλογική επιτυχία. Λυπάμαι -το έχω πει πολλές φορές- για το γεγονός ότι το Ηνωμένο Βασίλειο επέλεξε να φύγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τουλάχιστον τώρα υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική ορατότητα για τη διαδικασία αποχώρησης. Βέβαια, έχουμε ένα εξαιρετικά στενό χρονοδιάγραμμα μέχρι το τέλος του έτους για να μπορέσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο να διαπραγματευτούμε τη νέα εταιρική σχέση μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου.
Επαναβεβαιώσαμε, για άλλη μια φορά, την εμπιστοσύνη μας στον διαπραγματευτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον κ. Barnier. Και διατυπώσαμε, για άλλη μία φορά δημόσια ότι και σε αυτή τη συζήτηση η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσέλθει απολύτως ενωμένη για να μπορέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για λογαριασμό των κρατών – μελών να διαπραγματευτεί την καλύτερη δυνατή συμφωνία για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για το Ηνωμένο Βασίλειο.
Κλείνω εδώ και νομίζω, κ. Πέτσα, μπορούμε τώρα να απαντήσουμε στις ερωτήσεις σας.
ΣΤ. ΠΕΤΣΑΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Θα δεχθούμε ορισμένες ερωτήσεις ξεκινώντας από την κυρία Μουρελάτου από την τηλεόραση του ANT1.
ΣΤ. ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, έχετε πετύχει αυτή τη διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας. Έχουμε μία ισχυρή ευρωπαϊκή στήριξη. Όμως, παρά ταύτα, σε επίπεδο τουλάχιστον ρητορικής, βλέπουμε να συνεχίζουν την προκλητικότητά τους. Είχαμε πάλι δηλώσεις εκ μέρους του Υπουργού Ενέργειας της Τουρκίας ότι θα επιχειρήσει σεισμικές έρευνες στη θαλάσσια περιοχή που έχουν οριοθετήσει με τη Λιβύη. Η ερώτησή μου, λοιπόν, κατατείνει στο ποια είναι τα επόμενα βήματά μας, ώστε αυτή η διπλωματική απομόνωση να μπορέσει να ρίξει και σε επίπεδο ενεργειών και σε επίπεδο ρητορικής την προκλητικότητα των Τούρκων.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, το πρώτο το οποίο θα συνεχίσουμε να κάνουμε και να λέμε είναι ότι θεωρούμε τη «συμφωνία» αυτή ως προς την Ελλάδα άκυρη, ανυπόστατη. Είναι μία «συμφωνία» χωρίς κανένα απολύτως περιεχόμενο. Άρα, δεν αναγνωρίζουμε σε καμία περίπτωση ότι η «συμφωνία» αυτή παράγει έννομα αποτελέσματα. Και αυτό είναι κάτι το οποίο θα συνεχίσουμε να επιμένουμε να το υποστηρίζουμε σε όλα τα διεθνή fora, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Θέλω να θυμίσω ότι η «συμφωνία» αυτή δεν έχει ακόμα αναρτηθεί επίσημα στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Θα χρειαστεί χρόνος γι’ αυτό. Και εμείς υποστηρίζουμε ότι υπάρχει βάσιμος λόγος, κυρίως όσον αφορά τη νομιμοποίηση της «συμφωνίας», την πολιτική της νομιμοποίηση. Το γεγονός δηλαδή ότι δεν έχει τη στήριξη και την έγκριση του Λιβυκού Κοινοβουλίου γιατί αυτή η «συμφωνία» δεν πρέπει καν να αναρτηθεί στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Αλλά αυτή είναι μία διαδικασία που αφορά τα Ηνωμένα Έθνη και θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε το δίκαιο των ελληνικών θέσεων. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα θα κάνει ό,τι χρειάζεται και ό,τι πρέπει, θα το επαναλάβω, ό,τι χρειάζεται και ό,τι πρέπει, για να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Δηλώσεις της Τουρκίας έχουμε δει πολλές, σε διαφορετικές κλίμακας έντασης. Καταλαβαίνω ίσως γιατί υπάρχει εκνευρισμός από την άλλη πλευρά. Η Τουρκία βρίσκεται απελπιστικά απομονωμένη διπλωματικά μετά την κίνηση την οποία έκανε να υπογράψει αυτό το άκυρο «μνημόνιο κατανόησης» με τη Λιβύη. Θέλω να θυμίσω το συνολικό πλαίσιο της καταδίκης που δεν αφορά μόνο την Ευρωπαϊκή Ένωση . Είχαμε ξεκάθαρη καταδίκη από τις Η.Π.Α. οι οποίες χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά της Τουρκίας προκλητική. Ξεκάθαρη δήλωση και από τον Πρέσβη των Η.Π.Α., που επιβεβαιώνει το αυτονόητο ότι προφανώς και τα νησιά έχουν κυριαρχικά δικαιώματα, Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και υφαλοκρηπίδα. Είχαμε καταδίκη από τη Ρωσία, είχαμε καταδίκη από το Ισραήλ, καταδίκη από την Αίγυπτο. Η Τουρκία είναι απομονωμένη σε αυτή τη συζήτηση και αυτό ενδεχομένως να προκαλεί και κάποια νευρικότητα η οποία αντανακλάται σε τέτοιου είδους δηλώσεις. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο, δεν παίζουμε με τις λέξεις, κυρία Μουρελάτου, είμαστε ξεκάθαροι σε αυτό το οποίο λέμε. Yπερασπιζόμαστε τα εθνικά μας δίκαια και την εθνική μας ακεραιότητα με κάθε τρόπο που είναι απαραίτητος.
Γ. ΤΡΟΥΠΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, μας είπατε χθες για την παρέμβαση στο δείπνο που κάνατε για την τουρκική προκλητικότητα. Θα ήθελα να μάθω εάν υπήρξαν άλλες παρεμβάσεις Ευρωπαίων ηγετών για το θέμα αυτό κατά τη διάρκεια του δείπνου.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Βεβαίως υπήρξαν παρότι, όπως ξέρετε, συχνά υπάρχει και μία προετοιμασία η οποία γίνεται σε άλλο επίπεδο. Δεν υπήρχε κανείς ο οποίος να μίλησε και ο οποίος να μην επανέλαβε την αμέριστη στήριξή του στην Αθήνα και στην Κύπρο. Εκτιμώ ότι κάποιοι θα κάνουν και δημόσιες τοποθετήσεις. Ο Πρόεδρος Μακρόν ήταν πάρα πολύ υποστηρικτικός και θέλω να τον ευχαριστήσω δημόσια ειδικά, διότι ήταν και αυτός ο οποίος στο ΝΑΤΟ υποστήριξε δημόσια το δίκαιο των ελληνικών θέσεων. Όπως ξέρετε, στο ΝΑΤΟ οι συζητήσεις είναι συχνά αρκετά πιο αποστειρωμένες, αλλά το έκανε στο ΝΑΤΟ, το έκανε και σήμερα. Αλλά δεν θέλω να κάνω ιδιαίτερες διακρίσεις. Έγινε μία συζήτηση περιεκτική.
Έγινε συζήτηση, κ. Τρουπή, και για το προσφυγικό. Διαχωρίζω τα δύο ζητήματα. Το προσφυγικό είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά τη σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, δεν είναι αμιγώς διμερές θέμα, προφανώς έχει και διμερείς επιπτώσεις. Και στο ζήτημα του προσφυγικού υπάρχει όλη η διάθεση από την Ευρωπαϊκή Ένωση να βρει ένα modus vivendi και έναν τρόπο συνεργασίας με την Τουρκία, αλλά αυτό προϋποθέτει, θα το ξαναπώ για άλλη μία φορά, η Τουρκία να κάνει αυτό που της αναλογεί στο ζήτημα αυτό. Και αυτό που της αναλογεί είναι να ελέγχει τις προσφυγικές ροές, να συνεργάζεται η ακτοφυλακή της με την ελληνική ακτοφυλακή, να εξαρθρώνει τα δίκτυα των διακινητών. Είναι προς όφελος της Τουρκίας να το κάνει αυτό. Έγινε, λοιπόν, μία συζήτηση που αφορά και στο προσφυγικό, αλλά ως προς το μείζον ζήτημα το οποίο θέσαμε εμείς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν υπήρξε καμία απολύτως απόκλιση από την κεντρική ελληνική θέση, παρά μόνο αμέριστη υποστήριξη από όλους, από όσους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων έλαβαν το λόγο.
ΣΠ. ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε ήθελα να ρωτήσω για το προσφυγικό συγκεκριμένα. Υπάρχουν προβληματισμοί εντός και εκτός Ελλάδος ότι αυτή η διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας που εσείς σε πολύ μεγάλο βαθμό την επιδιώκετε και στο forum της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο forum του ΝΑΤΟ, πιθανώς να έχει αρνητικές παρενέργειες. Και επειδή, όπως έχετε εξηγήσει και στο πρόσφατο παρελθόν, η κατάσταση στην Ελλάδα είναι δυσμενής σε αυτό το θέμα, θέλω να γνωρίζω αν έχετε λάβει εγγυήσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους ότι αυτή η κατάσταση θα βελτιωθεί τους επόμενους μήνες. Είναι κρίσιμοι οι χειμωνιάτικοι μήνες, όπως ο ίδιος το έχετε πει, για τη χώρα και δεν επηρεάζεται από αυτή την καταδίκη, την απόρριψη, την αποδοκιμασία της Τουρκίας. Ευχαριστώ πολύ.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Χρόνια πολλά, κύριε Μουρελάτο, καταρχάς. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Η υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων δεν μπαίνει σε καμία ζυγαριά και δεν είναι, σε καμία περίπτωση, αντικείμενο συμψηφισμού με άλλες πολιτικές τις οποίες ασκεί η χώρα. Ό,τι σας είπα για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα ισχύει στο ακέραιο. Εάν αυτό καταλήξει, με υπαιτιότητα της Τουρκίας, να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο προσφυγικό, θα τις διαχειριστούμε, αλλά μην περιμένει κανείς από την Ελλάδα ότι θα κάνει την παραμικρή έκπτωση στα ζητήματα αυτά επειδή μπορεί αύριο η Τουρκία να έρθει να εκβιάσει τη χώρα μας αυξάνοντας τις ροές των προσφύγων και των μεταναστών.
Θα το διαχειριστούμε αυτό το ζήτημα ξεχωριστά, αλλά θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος ότι στα ζητήματα αυτά δεν χωράει κανείς συμψηφισμός και καμία υπόνοια ότι μπορεί να διαχειριζόμαστε τα θέματα αυτά με έναν τρόπο που τα εμπλέκει περισσότερο απ’ ό,τι τους αναλογεί.
Μ. ΠΟΛΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, είπατε ότι η απομόνωση της Τουρκίας δημιουργεί στην Άγκυρα νευρικότητα. Θεωρείτε πως ο Ερντογάν θα λάβει το μήνυμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή πιστεύετε ότι είναι πιθανό το ενδεχόμενο να επιχειρήσει έρευνες σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπως είπε χθες ο Τούρκος Υπουργός Ενέργειας Ντονμέζ; Και με αφορμή τις δηλώσεις του Βούλγαρου Πρωθυπουργού, τις αμφίσημες θα έλεγα δηλώσεις, οι τοποθετήσεις των εταίρων και συμμάχων μας σας ικανοποιούν; Εάν δηλαδή, οι περιστάσεις το απαιτήσουν, τα λόγια τους θα γίνουν πράξη;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, θέλω να ελπίζω ότι δεν θα φτάσουμε σε κάποια κλιμάκωση. Αυτό δεν εξαρτάται από εμάς όμως. Θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος. Όπως σας είπα, εμείς θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Από εκεί και πέρα, αν το μήνυμα φτάνει στην άλλη μεριά, αφορά την άλλη μεριά.
Για το ζήτημα των δηλώσεων του φίλου μου του Μπόικο. Ξέρετε μερικές φορές χανόμαστε λίγο στη μετάφραση και εμείς, επειδή μιλάει στα βουλγάρικα ο Μπόικο. Αυτό το οποίο συγκράτησα εγώ από αυτά τα οποία είπε -και πάντως τα είπε μέσα στο Συμβούλιο, μπροστά μου- είναι ότι στήριξε ανεπιφύλακτα την Ελλάδα απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Δεν υπάρχει κανείς αστερίσκος, ούτε καμία επιφύλαξη στο ζήτημα αυτό. Έκανε μια γενικότερη ανάλυση και για τα ζητήματα του προσφυγικού και πιστεύω ότι τα σχόλιά του αφορούσαν αυτήν την ενότητα και όχι το πρώτο θέμα το οποίο συζητήσαμε.
Γ. ΚΑΝΤΕΛΗΣ: Κύριε Πρωθυπουργέ, μετά τη συνάντηση που είχατε με τον Πρόεδρο Ερντογάν στο ΝΑΤΟ, με τα όσα έπραξε ο ίδιος και η Τουρκία μετά από αυτή τη συνάντηση, θα επιδιώκατε να συναντηθείτε ξανά μαζί του σύντομα; Πιστεύετε ότι θα είχε αποτέλεσμα;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Δεν είναι κάτι που προγραμματίζω αυτή τη στιγμή κ. Καντέλη. Από την άλλη θέλω να σας πω ότι ο δίαυλος επικοινωνίας με την Τουρκία είναι -και πρέπει να είναι- ανοιχτός. Και εμείς από την πρώτη στιγμή που συνάντησα τον κ. Ερντογάν, του είπα ότι θέλω να κρατήσω ανοιχτό και το δίαυλο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, το πως θα μειώσουμε, δηλαδή, τη στρατιωτική ένταση, αλλά να κάνουμε και έναν καινούριο διάλογο διερευνητικών συζητήσεων, επαφών και να μπορέσουμε να δούμε αν υπάρχει κάποιος τρόπος να βρούμε έναν κοινό τόπο στις μεγάλες μας διαφορές, ως προς τα ζητήματα των θαλάσσιων ζωνών.
Δεν σταματάμε ποτέ να συζητάμε. Δεν συζητάμε, όμως, μόνο και μόνο για τις κάμερες και για τις εντυπώσεις. Εάν υπάρχει σοβαρός λόγος και δυνατότητα να μπορέσουμε να κάνουμε μία πρόοδο στα ζητήματα αυτά, βεβαίως και είμαι ανοιχτός να συναντήσω τον Πρόεδρο Ερντογάν ανά πάσα στιγμή. Αλλά, αυτή τη στιγμή καταλαβαίνετε ότι με το βαθμό κλιμάκωσης που υπάρχει από την Τουρκία, δεν θεωρώ ότι άμεσα κάτι τέτοιο θα ήταν παραγωγικό.
A. ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, ήθελα να σας ρωτήσω, αφού η Κυβέρνηση φεύγει ικανοποιημένη από αυτήν τη Σύνοδο Κορυφής, παίρνοντας αυτή την καθαρή δήλωση, την καθαρή στήριξη που είχε χαρακτηρίσει ως ομπρέλα και με αφορμή τις επόμενες κινήσεις, ποια θα είναι η γραμμή με την οποία θα προσέλθετε στο Λευκό Οίκο στη συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Θα έχουμε την ευκαιρία να ενημερώσουμε την κοινή γνώμη και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για το σχεδιασμό μας εν όψει της επίσκεψής μου στον Λευκό Οίκο στις 7 Ιανουαρίου. Από εκεί και πέρα θέλω να επαναλάβω αυτό το οποίο είπα και πριν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζουν, με επίσημες δηλώσεις, τις ελληνικές θέσεις στα ζητήματα που αφορούν το άκυρο «μνημόνιο» μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης και προφανώς θεωρώ αυτονόητο ότι αυτή η στήριξη στο επίπεδο αυτό θα επαναληφθεί.
Από εκεί και πέρα, όμως, μιας και με ρωτάτε, το πλαίσιο αυτή τη στιγμή των διμερών μας σχέσεων είναι σε ένα εξαιρετικό επίπεδο και ο σκοπός μας είναι να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτό και στο επίπεδο της αμυντικής στρατηγικής συνεργασίας. η οποία, όπως γνωρίζετε, αναβαθμίστηκε πρόσφατα. Και στο επίπεδο της συνεργασίας για το πώς μπορούμε να εξοπλίσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αποτρεπτική μας ισχύς περνάει μέσα από επενδύσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Επενδύσεις που δυστυχώς στα χρόνια της κρίσης συνολικά έμειναν πίσω. Θέλω να θυμίσω ότι και η ελληνική Βουλή επικύρωσε τη συμφωνία για την αναβάθμιση των F-16, αλλά και την αναβάθμιση των Mirage, έτσι ώστε να μπορούμε να υποστηρίξουμε τα αεροπλάνα μας και να αυξήσουμε στο μέγιστο τις πτητικές τους δυνατότητες.
Αλλά, βέβαια, θα έχω την ευκαιρία να συζητήσω και στις Ηνωμένες Πολιτείες και με τον ίδιο τον Πρόεδρο την οικονομική μας συνεργασία, καθώς αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία στο επίπεδο των αμερικάνικων επενδύσεων που μπορούν να γίνουν στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι ξανά στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη. Υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και από αμερικάνικα κεφάλαια, όχι μόνο από κεφάλαια που επενδύουν στο χρηματιστήριο ή σε ομόλογα, αλλά από κεφάλαια τα οποία θα δημιουργήσουν πολλές καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Και θέλουμε να χτίσουμε επάνω σε αυτή τη θετική δυναμική, ώστε αυτή η σημαντική στρατηγική σχέση για τη χώρα μας να αποκτήσει ακόμα περισσότερη ουσία και ακόμα περισσότερο περιεχόμενο.
E. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ: Ένα άλλο θέμα. Η Ελλάδα έχει θέσει έναν ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο για απολιγνιτοποίηση της χώρας μέχρι το 2028 με μεγάλο κόστος στην οικονομία κυρίως της Δυτικής Μακεδονίας. Η Πολωνία εκτιμά τη μετάβαση τη δική της έως το 2050 στα 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Θα ήθελα να ξέρω αν έχουμε εμείς έναν προϋπολογισμό του κόστους αυτής της μετάβασης και αν η Ελλάδα ζητήσει μία περεταίρω χρηματοδότηση πέρα από αυτές που θα μπουν στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Καταρχάς, πρέπει να σας πω, κυρία Βαρβιτσιώτη, ότι το κόστος της μετάβασης μπορεί να υπολογιστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Να σας πω, επίσης, ότι οι λιγνιτικές μονάδες οι οποίες θα κλείσουν στη Δυτική Μακεδονία είναι λιγνιτικές μονάδες παλιές, με τελείως ξεπερασμένη τεχνολογία, οι οποίες ούτε σήμερα είναι οικονομικά βιώσιμες, αν λάβει κανείς υπόψη το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα. Κατά συνέπεια, είναι μία απόφαση η οποία, κατά την άποψή μου, είναι επιβεβλημένη, όχι μόνο για περιβαλλοντικούς, αλλά και για οικονομικούς λόγους.
Από εκεί και πέρα, το κλείσιμο των μονάδων αυτών συνεπάγεται -εκ των πραγμάτων- και τον σημαντικότατο περιορισμό της ίδιας της εξορυκτικής δραστηριότητας στη Δυτική Μακεδονία και εκεί είναι που βρίσκονται πολλές από τις δουλειές. Εμείς έχουμε ένα πλεονέκτημα. Ποιο είναι το πλεονέκτημα; Βγαίνοντας μπροστά πρώτοι έχουμε τη δυνατότητα πρώτοι να θέσουμε ζητήματα και αιτήματα στο Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης και να κάνουμε τη Δυτική Μακεδονία, Περιφέρεια-πρότυπο στη μετάβαση από τον λιγνίτη σε καθαρές μορφές ενέργειας και σε άλλη οικονομική δραστηριότητα. Προφανώς η Πολωνία, η οποία αυτή τη στιγμή διεκδικεί παράταση, δεν νομιμοποιείται να ζητήσει κεφάλαια από τον Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης διότι δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις δεσμεύσεις που όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αναλάβει για να μπορέσουν να κάνουν αυτή τη μετάβαση πράξη. Έχουμε, με άλλα λόγια, ένα πλεονέκτημα από το γεγονός ότι είμαστε πρώτοι.
Ετοιμάζεται -και θα έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε ανακοινώσεις εντός των επόμενων εβδομάδων- μία διυπουργική επιτροπή υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του κ. Χατζηδάκη, με ένα πρόσωπο συντονιστή ο οποίος θα αναλάβει όλο το project της δίκαιης μετάβασης με ειδική έμφαση στη Δυτική Μακεδονία. Θα συζητήσουμε εκτενώς με τους φορείς της περιοχής, τον Περιφερειάρχη, τους Βουλευτές, τους Δημάρχους, και θα έχουμε τη δυνατότητα εντός του πρώτου τριμήνου του 2020 να παρουσιάσουμε ένα πολύ περιεκτικό σχέδιο για το πώς οραματιζόμαστε αυτή τη δίκαιη μετάβαση. Ποιες είναι οι καινούργιες δουλειές τις οποίες μπορούμε να δημιουργήσουμε, ποιες είναι οι περιοχές, ποια η αναπτυξιακή πολιτική που μπορεί να υποστηρίξει τη μετάβαση αυτή σε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης και πώς μπορούμε να κρατήσουμε τις δουλειές στη Δυτική Μακεδονία και, γιατί όχι, να δημιουργήσουμε ακόμα περισσότερες.
Αλλά κλείνω στο ζήτημα αυτό και με μία παρατήρηση η οποία δεν αφορά αποκλειστικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, που, όπως γνωρίζετε, είναι άοσμες, δεν επιβαρύνουν άμεσα το περιβάλλον, αλλά συντελούν στο γενικότερο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Το πρόβλημα της Δυτικής Μακεδονίας και της εξόρυξης του λιγνίτη δεν αφορά μόνο αυτή την πτυχή. Έχοντας επισκεφθεί πολλές φορές τη Δυτική Μακεδονία ξέρω πολύ καλά ποιο ήταν το κόστος και στο περιβάλλον, το καθημερινό, το οποίο η δραστηριότητα αυτή επέβαλε στους πολίτες που ζουν σε αυτή την περιοχή και αφορά στο επίπεδο της ποιότητας της ατμόσφαιρας και στην καταστροφή του τοπίου.
Δεν είναι ο μόνος λόγος, με άλλα λόγια, το διοξείδιο του άνθρακα που πρέπει να ξεφύγουμε γρήγορα από τον λιγνίτη. Αφορά και την ίδια την ποιότητα του περιβάλλοντος, την ποιότητα ζωής στις περιοχές αυτές, τη δημόσια υγεία, η οποία και αυτή υποβαθμίζεται. Και πιστεύω ότι οι συνθήκες και στη Δυτική Μακεδονία έχουν ωριμάσει, ώστε αυτή η συζήτηση να γίνει με υψηλό βαθμό αποδοχής από την τοπική κοινωνία. Αυτό το οποίο θέλω να επαναλάβω και να κλείσω με αυτό, είναι ότι δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν στην τύχη του. Είναι προσωπικό μου στοίχημα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο να κάνω, ειδικά την Δυτική Μακεδονία, μία Περιφέρεια- πρωταγωνιστή, πιλότο, παράδειγμα, στο πώς μπορούμε να κάνουμε τη δίκαιη μετάβαση, πράξη.
ζητήματα αιχμής. Επιτρέψτε μου να κάνω μία σύντομη επισκόπηση των συμπερασμάτων, των βασικών θεμάτων τα οποία συζητήθηκαν και στη συνέχεια να απαντήσω στις ερωτήσεις σας.
Καταρχάς να αναφερθώ στο ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας και στη συζήτηση που είχαμε κατά τη διάρκεια του χθεσινοβραδινού δείπνου. Θα ήθελα να διαβάσω στα ελληνικά τα συμπεράσματα τα οποία συμφωνήθηκαν, ομόφωνα, από τους ομολόγους μου κατόπιν δικής μας εισήγησης και βέβαια πάντα σε απόλυτη συνεννόηση με την κυπριακή πλευρά:
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπενθυμίζει τα προηγούμενα συμπεράσματα της 22ας Μαρτίου και της 20ης Ιουνίου σχετικά με την Τουρκία. Επαναβεβαιώνει τα συμπεράσματά του της 17ης και 18ης Οκτωβρίου σχετικά με τις παράνομες δραστηριότητες γεώτρησης της Τουρκίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου. Το μνημόνιο συνεννόησης Τουρκίας-Λιβύης για την οριοθέτηση περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν παράγει, -επαναλαμβάνω- δεν παράγει έννομες συνέπειες για τρίτα κράτη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώνει απερίφραστα την αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα και την Κύπρο έναντι των συγκεκριμένων ενεργειών της Τουρκίας».
Όπως αντιλαμβάνεστε -και από το Κείμενο των Συμπερασμάτων- ζήτησα και έλαβα από όλους τους ομολόγους μου την πλήρη στήριξη προς την Ελλάδα από όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω αναλυτικά τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων για τη «συμφωνία» μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας, γιατί το μνημόνιο αυτό -κατ’ εμάς- είναι ένα μνημόνιο παντελώς άκυρο και ως προς την ουσία του, διότι καταπατά τα δικαιώματα, τα αναφαίρετα δικαιώματα των ελληνικών νησιών σε θαλάσσιες ζώνες, αλλά και ως προς την τυπική διαδικασία νομιμοποίησής του γιατί -θέλω να το θυμίσω- το μνημόνιο αυτό δεν έχει την επικύρωση του λιβυκού Κοινοβουλίου.
Μάλιστα γνωρίζετε καλά ότι και ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου της Λιβύης βρέθηκε στην Αθήνα, δήλωσε ξεκάθαρα ότι το μνημόνιο αυτό αντιβαίνει και στα ίδια τα συμφέροντα της Λιβύης και το μόνο το οποίο κάνει, είναι να παράγει περισσότερη αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή.
Και θα ήθελα, εδώ από τις Βρυξέλλες, να στείλω ένα μήνυμα σιγουριάς και αυτοπεποίθησης σε όλους τους Έλληνες, σε όλες τις Ελληνίδες, από το Καστελόριζο έως την Κέρκυρα και από τη Γαύδο έως τον Έβρο: Θέλω να γνωρίζουν, όλες και όλοι, ότι έχουμε ψυχραιμία, έχουμε αυτοπεποίθηση, έχουμε σχέδιο. Όχι μόνο γιατί έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, αλλά γιατί έχουμε και πολύ ισχυρούς συμμάχους οι οποίοι θα στέκονται πάντα στο πλευρό της Ελλάδας όταν πρόκειται αυτή να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο ζήτημα το οποίο συζητήσαμε: Την μεγάλη οικονομική, κοινωνική πρόκληση των καιρών μας, την κλιματική αλλαγή. Κάναμε μία εκτενή συζήτηση γύρω από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το λεγόμενο European Green Deal το οποίο παρουσίασε η κυρία von der Leyen -την οποία και συνεχάρην δημόσια για την ταχύτητα με την οποία την παρουσίασε- μια συγκροτημένη, φιλόδοξη, αλλά και ρεαλιστική πρόταση για το πώς η Ευρώπη μπορεί να βρεθεί στην παγκόσμια πρωτοπορία για την αντιμετώπιση αυτού του τεράστιου, του μεγαλύτερου προβλήματος που αντιμετωπίζει ίσως η ανθρωπότητα.
Συμφώνησαν όλα τα κράτη, με μία εξαίρεση, αυτή της Πολωνίας, στον κεντρικό στόχο, η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050. Η Πολωνία ζήτησε ένα εξάμηνο παράταση προκειμένου να μπορέσει και αυτή να συμφωνήσει στο στόχο. Και είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τους ομολόγους μου για τις τολμηρές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα. Αλλαγές οι οποίες σηματοδοτούν μια δραστική αλλαγή στο ίδιο το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Και βέβαια είχα την ευκαιρία να επαναλάβω ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας απολιγνιτοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς γνωρίζετε καλά ότι έχουμε εξαγγείλει ότι το αργότερο μέχρι το 2028 θέλουμε να έχουμε κλείσει όλες τις θερμικές μονάδες οι οποίες καταναλώνουν λιγνίτη στη χώρα μας.
Αλλά, ταυτόχρονα για να μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, επέμεινα ιδιαίτερα ότι θα χρειαστούμε άμεση πρόσβαση σε αυτό το οποίο ονομάζουμε, Just Transition Fund, στο Ταμείο της Δίκαιης Μετάβασης, το οποίο δημιουργείται ακριβώς για να μπορέσει να στηρίξει περιοχές, Περιφέρειες της Ευρώπης, οι οποίες θα πληγούν ιδιαίτερα, κυρίως σε επίπεδο απασχόλησης, από αυτήν τη γρήγορη μετάβαση από βρώμικες σε καθαρές μορφές ενέργειας.
O μηχανισμός αυτός θα ενεργοποιηθεί πιστεύουμε σύντομα και θα γνωρίζουμε, όταν ολοκληρωθεί η συνολική συζήτηση, για το πλαίσιο της επόμενης προγραμματικής περιόδου, για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, με πόσους πόρους θα τον προικίσουμε. Ο αρχικός προγραμματισμός είναι για 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Θέλω η Ελλάδα και κυρίως οι Περιφέρειες οι οποίες θα επηρεαστούν άμεσα από αυτή την μετάβαση -και αναφέρομαι πρωτίστως στη Δυτική Μακεδονία και δευτερευόντως στην Πελοπόννησο- να γνωρίζουν οι συμπολίτες μας σε αυτές στις Περιφέρειες, ότι η Ελλάδα θα είναι στην πρώτη γραμμή να διεκδικήσει σοβαρούς, σημαντικούς πόρους από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, έτσι ώστε να μπορέσουμε να στηρίξουμε την τοπική απασχόληση και να προτείνουμε σε αυτές τις Περιφέρειες ένα καινούριο μοντέλο ανάπτυξης, συμβατό με μία οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Ζήτησα, επίσης, από την κυρία von der Leyen στο πλαίσιο του European Green Deal να λάβει υπόψη της την πολύ σοβαρή δουλειά η οποία έγινε από την προηγούμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας. Αναφέρομαι στο rescEU, πρωτοβουλία του Χρήστου Στυλιανίδη. Ένας μηχανισμός ο οποίος είναι απολύτως απαραίτητος, προκειμένου να μπορέσουμε να αθροίσουμε, να ενώσουμε επιχειρησιακές δυνάμεις για να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που μας επηρεάζουν σήμερα, όχι σε κάποια χρόνια στο μέλλον.
Αναφέρομαι ειδικά σε πυρκαγιές, σε πλημμύρες, σε ξηρασία. Έχει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Ένωση να προικίσει αυτό το μηχανισμό με περισσότερους πόρους και περισσότερα μέσα. Η Ελλάδα θα είναι στην πρώτη γραμμή για να τον στηρίξει. Πιστεύω ότι αυτό θα είναι ακόμα μία έμπρακτη απόδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, εκεί που την έχουμε περισσότερο ανάγκη, όταν αντιμετωπίζουμε δηλαδή μία κρίση.
Και μιας και μιλώ για κρίσεις, θέλω να επισημάνω ότι προστέθηκε και ένα τελευταίο σημείο στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου τονίσαμε με έμφαση ότι στεκόμαστε αλληλέγγυοι ως Ευρώπη στην Αλβανία μετά τον πρόσφατο σεισμό. Είναι απαραίτητο να οργανωθεί, το συντομότερο δυνατό, μία διάσκεψη δωρητών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να μπορέσουμε να στηρίξουμε έμπρακτα την Αλβανία στην προσπάθεια ανοικοδόμησης. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι ήμασταν η πρώτη χώρα που έδειξε την έμπρακτη αλληλεγγύη της. Το έργο της ΕΜΑΚ ήταν, για άλλη μία φορά, όχι απλά επιτυχημένο, αλλά εξαιρετικά συγκινητικό. Απεγκλωβίσαμε και σώσαμε ανθρώπινες ζωές από τα συντρίμμια. Για άλλη μια φορά θέλω να ευχαριστήσω τις γυναίκες και τους άνδρες της ΕΜΑΚ που μας κάνουν υπερήφανους εντός και εκτός συνόρων.
Σήμερα το πρωί, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε το ζήτημα της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης, όπου είχα την ευκαιρία να μιλήσω σύντομα για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Όπως γνωρίζετε η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης που βρίσκεται ακόμα σε μια διαδικασία ενισχυμένης επιτήρησης. Ο σκοπός μας είναι να ξεφύγουμε από αυτή τη διαδικασία το συντομότερο δυνατόν και βέβαια να μπορέσουμε να επιστρέψουμε, όπως έχω δηλώσει, μέσα στο 1ο τρίμηνο, το αργότερο μέσα στο 1ο εξάμηνο του 2021 στην επενδυτική βαθμίδα, έτσι ώστε να μπορέσουμε να έχουμε πρόσβαση και στο «φθηνό χρήμα», το οποίο διαθέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Θα βρίσκομαι στη Φρανκφούρτη την ερχόμενη Τρίτη το απόγευμα, για να έχω μία αναλυτική συνάντηση με την κυρία Κριστίν Λαγκάρντ την οποία και ευχαριστώ για τα καλά λόγια τα οποία έχει πει πρόσφατα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Είχα όμως την ευκαιρία -εν συντομία- να εξηγήσω γιατί κάποιοι κανόνες οι οποίοι έρχονται από το παρελθόν, κανόνες πολύ αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, ιδίως οι προβλέψεις που μας υποχρεώνουν να έχουμε ένα εξαιρετικά υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5%, έχουν ουσιαστικά ξεπεραστεί από τις ίδιες τις εξελίξεις. Όπως έχω πει πολλές φορές δημόσια, η Ελλάδα εντός του 2020 θα θέσει το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων και της μείωσής τους από το 2021 Και πιστεύουμε πια ότι το έδαφος είναι απολύτως ώριμο. Σε πρώτη φάση σε επίπεδο Eurogroup αυτή η συζήτηση εντός τους 2020 και μάλιστα στο πρώτο εξάμηνο ενδεχομένως του 2020, να μπορέσει να ξεκινήσει. Με έμπρακτα αποτελέσματα για τους Έλληνες πολίτες. Έχουμε υπάρξει απολύτως συνεπείς σε ό,τι έχουμε πει και σε ό,τι έχουμε κάνει από την πρώτη ημέρα που εκλεγήκαμε στον τομέα της οικονομίας και όχι μόνο. Αυτό αυξάνει σημαντικά το βαθμό αξιοπιστίας που έχει η χώρα μας όταν συμμετέχει σε ευρύτερες ευρωπαϊκές συζητήσεις.
Τέλος, κάναμε και μία συζήτηση -στην κατάληξη του Συμβουλίου- για τις εξελίξεις στη Μεγάλη Βρετανία. Συγχαίρω τον Μπόρις Τζόνσον για τη μεγάλη του εκλογική επιτυχία. Λυπάμαι -το έχω πει πολλές φορές- για το γεγονός ότι το Ηνωμένο Βασίλειο επέλεξε να φύγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τουλάχιστον τώρα υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική ορατότητα για τη διαδικασία αποχώρησης. Βέβαια, έχουμε ένα εξαιρετικά στενό χρονοδιάγραμμα μέχρι το τέλος του έτους για να μπορέσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο να διαπραγματευτούμε τη νέα εταιρική σχέση μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου.
Επαναβεβαιώσαμε, για άλλη μια φορά, την εμπιστοσύνη μας στον διαπραγματευτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον κ. Barnier. Και διατυπώσαμε, για άλλη μία φορά δημόσια ότι και σε αυτή τη συζήτηση η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσέλθει απολύτως ενωμένη για να μπορέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για λογαριασμό των κρατών – μελών να διαπραγματευτεί την καλύτερη δυνατή συμφωνία για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για το Ηνωμένο Βασίλειο.
Κλείνω εδώ και νομίζω, κ. Πέτσα, μπορούμε τώρα να απαντήσουμε στις ερωτήσεις σας.
ΣΤ. ΠΕΤΣΑΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Θα δεχθούμε ορισμένες ερωτήσεις ξεκινώντας από την κυρία Μουρελάτου από την τηλεόραση του ANT1.
ΣΤ. ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, έχετε πετύχει αυτή τη διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας. Έχουμε μία ισχυρή ευρωπαϊκή στήριξη. Όμως, παρά ταύτα, σε επίπεδο τουλάχιστον ρητορικής, βλέπουμε να συνεχίζουν την προκλητικότητά τους. Είχαμε πάλι δηλώσεις εκ μέρους του Υπουργού Ενέργειας της Τουρκίας ότι θα επιχειρήσει σεισμικές έρευνες στη θαλάσσια περιοχή που έχουν οριοθετήσει με τη Λιβύη. Η ερώτησή μου, λοιπόν, κατατείνει στο ποια είναι τα επόμενα βήματά μας, ώστε αυτή η διπλωματική απομόνωση να μπορέσει να ρίξει και σε επίπεδο ενεργειών και σε επίπεδο ρητορικής την προκλητικότητα των Τούρκων.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, το πρώτο το οποίο θα συνεχίσουμε να κάνουμε και να λέμε είναι ότι θεωρούμε τη «συμφωνία» αυτή ως προς την Ελλάδα άκυρη, ανυπόστατη. Είναι μία «συμφωνία» χωρίς κανένα απολύτως περιεχόμενο. Άρα, δεν αναγνωρίζουμε σε καμία περίπτωση ότι η «συμφωνία» αυτή παράγει έννομα αποτελέσματα. Και αυτό είναι κάτι το οποίο θα συνεχίσουμε να επιμένουμε να το υποστηρίζουμε σε όλα τα διεθνή fora, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Θέλω να θυμίσω ότι η «συμφωνία» αυτή δεν έχει ακόμα αναρτηθεί επίσημα στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Θα χρειαστεί χρόνος γι’ αυτό. Και εμείς υποστηρίζουμε ότι υπάρχει βάσιμος λόγος, κυρίως όσον αφορά τη νομιμοποίηση της «συμφωνίας», την πολιτική της νομιμοποίηση. Το γεγονός δηλαδή ότι δεν έχει τη στήριξη και την έγκριση του Λιβυκού Κοινοβουλίου γιατί αυτή η «συμφωνία» δεν πρέπει καν να αναρτηθεί στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Αλλά αυτή είναι μία διαδικασία που αφορά τα Ηνωμένα Έθνη και θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε το δίκαιο των ελληνικών θέσεων. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα θα κάνει ό,τι χρειάζεται και ό,τι πρέπει, θα το επαναλάβω, ό,τι χρειάζεται και ό,τι πρέπει, για να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Δηλώσεις της Τουρκίας έχουμε δει πολλές, σε διαφορετικές κλίμακας έντασης. Καταλαβαίνω ίσως γιατί υπάρχει εκνευρισμός από την άλλη πλευρά. Η Τουρκία βρίσκεται απελπιστικά απομονωμένη διπλωματικά μετά την κίνηση την οποία έκανε να υπογράψει αυτό το άκυρο «μνημόνιο κατανόησης» με τη Λιβύη. Θέλω να θυμίσω το συνολικό πλαίσιο της καταδίκης που δεν αφορά μόνο την Ευρωπαϊκή Ένωση . Είχαμε ξεκάθαρη καταδίκη από τις Η.Π.Α. οι οποίες χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά της Τουρκίας προκλητική. Ξεκάθαρη δήλωση και από τον Πρέσβη των Η.Π.Α., που επιβεβαιώνει το αυτονόητο ότι προφανώς και τα νησιά έχουν κυριαρχικά δικαιώματα, Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και υφαλοκρηπίδα. Είχαμε καταδίκη από τη Ρωσία, είχαμε καταδίκη από το Ισραήλ, καταδίκη από την Αίγυπτο. Η Τουρκία είναι απομονωμένη σε αυτή τη συζήτηση και αυτό ενδεχομένως να προκαλεί και κάποια νευρικότητα η οποία αντανακλάται σε τέτοιου είδους δηλώσεις. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο, δεν παίζουμε με τις λέξεις, κυρία Μουρελάτου, είμαστε ξεκάθαροι σε αυτό το οποίο λέμε. Yπερασπιζόμαστε τα εθνικά μας δίκαια και την εθνική μας ακεραιότητα με κάθε τρόπο που είναι απαραίτητος.
Γ. ΤΡΟΥΠΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, μας είπατε χθες για την παρέμβαση στο δείπνο που κάνατε για την τουρκική προκλητικότητα. Θα ήθελα να μάθω εάν υπήρξαν άλλες παρεμβάσεις Ευρωπαίων ηγετών για το θέμα αυτό κατά τη διάρκεια του δείπνου.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Βεβαίως υπήρξαν παρότι, όπως ξέρετε, συχνά υπάρχει και μία προετοιμασία η οποία γίνεται σε άλλο επίπεδο. Δεν υπήρχε κανείς ο οποίος να μίλησε και ο οποίος να μην επανέλαβε την αμέριστη στήριξή του στην Αθήνα και στην Κύπρο. Εκτιμώ ότι κάποιοι θα κάνουν και δημόσιες τοποθετήσεις. Ο Πρόεδρος Μακρόν ήταν πάρα πολύ υποστηρικτικός και θέλω να τον ευχαριστήσω δημόσια ειδικά, διότι ήταν και αυτός ο οποίος στο ΝΑΤΟ υποστήριξε δημόσια το δίκαιο των ελληνικών θέσεων. Όπως ξέρετε, στο ΝΑΤΟ οι συζητήσεις είναι συχνά αρκετά πιο αποστειρωμένες, αλλά το έκανε στο ΝΑΤΟ, το έκανε και σήμερα. Αλλά δεν θέλω να κάνω ιδιαίτερες διακρίσεις. Έγινε μία συζήτηση περιεκτική.
Έγινε συζήτηση, κ. Τρουπή, και για το προσφυγικό. Διαχωρίζω τα δύο ζητήματα. Το προσφυγικό είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά τη σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, δεν είναι αμιγώς διμερές θέμα, προφανώς έχει και διμερείς επιπτώσεις. Και στο ζήτημα του προσφυγικού υπάρχει όλη η διάθεση από την Ευρωπαϊκή Ένωση να βρει ένα modus vivendi και έναν τρόπο συνεργασίας με την Τουρκία, αλλά αυτό προϋποθέτει, θα το ξαναπώ για άλλη μία φορά, η Τουρκία να κάνει αυτό που της αναλογεί στο ζήτημα αυτό. Και αυτό που της αναλογεί είναι να ελέγχει τις προσφυγικές ροές, να συνεργάζεται η ακτοφυλακή της με την ελληνική ακτοφυλακή, να εξαρθρώνει τα δίκτυα των διακινητών. Είναι προς όφελος της Τουρκίας να το κάνει αυτό. Έγινε, λοιπόν, μία συζήτηση που αφορά και στο προσφυγικό, αλλά ως προς το μείζον ζήτημα το οποίο θέσαμε εμείς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν υπήρξε καμία απολύτως απόκλιση από την κεντρική ελληνική θέση, παρά μόνο αμέριστη υποστήριξη από όλους, από όσους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων έλαβαν το λόγο.
ΣΠ. ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε ήθελα να ρωτήσω για το προσφυγικό συγκεκριμένα. Υπάρχουν προβληματισμοί εντός και εκτός Ελλάδος ότι αυτή η διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας που εσείς σε πολύ μεγάλο βαθμό την επιδιώκετε και στο forum της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο forum του ΝΑΤΟ, πιθανώς να έχει αρνητικές παρενέργειες. Και επειδή, όπως έχετε εξηγήσει και στο πρόσφατο παρελθόν, η κατάσταση στην Ελλάδα είναι δυσμενής σε αυτό το θέμα, θέλω να γνωρίζω αν έχετε λάβει εγγυήσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους ότι αυτή η κατάσταση θα βελτιωθεί τους επόμενους μήνες. Είναι κρίσιμοι οι χειμωνιάτικοι μήνες, όπως ο ίδιος το έχετε πει, για τη χώρα και δεν επηρεάζεται από αυτή την καταδίκη, την απόρριψη, την αποδοκιμασία της Τουρκίας. Ευχαριστώ πολύ.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Χρόνια πολλά, κύριε Μουρελάτο, καταρχάς. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Η υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων δεν μπαίνει σε καμία ζυγαριά και δεν είναι, σε καμία περίπτωση, αντικείμενο συμψηφισμού με άλλες πολιτικές τις οποίες ασκεί η χώρα. Ό,τι σας είπα για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα ισχύει στο ακέραιο. Εάν αυτό καταλήξει, με υπαιτιότητα της Τουρκίας, να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο προσφυγικό, θα τις διαχειριστούμε, αλλά μην περιμένει κανείς από την Ελλάδα ότι θα κάνει την παραμικρή έκπτωση στα ζητήματα αυτά επειδή μπορεί αύριο η Τουρκία να έρθει να εκβιάσει τη χώρα μας αυξάνοντας τις ροές των προσφύγων και των μεταναστών.
Θα το διαχειριστούμε αυτό το ζήτημα ξεχωριστά, αλλά θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος ότι στα ζητήματα αυτά δεν χωράει κανείς συμψηφισμός και καμία υπόνοια ότι μπορεί να διαχειριζόμαστε τα θέματα αυτά με έναν τρόπο που τα εμπλέκει περισσότερο απ’ ό,τι τους αναλογεί.
Μ. ΠΟΛΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, είπατε ότι η απομόνωση της Τουρκίας δημιουργεί στην Άγκυρα νευρικότητα. Θεωρείτε πως ο Ερντογάν θα λάβει το μήνυμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή πιστεύετε ότι είναι πιθανό το ενδεχόμενο να επιχειρήσει έρευνες σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπως είπε χθες ο Τούρκος Υπουργός Ενέργειας Ντονμέζ; Και με αφορμή τις δηλώσεις του Βούλγαρου Πρωθυπουργού, τις αμφίσημες θα έλεγα δηλώσεις, οι τοποθετήσεις των εταίρων και συμμάχων μας σας ικανοποιούν; Εάν δηλαδή, οι περιστάσεις το απαιτήσουν, τα λόγια τους θα γίνουν πράξη;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, θέλω να ελπίζω ότι δεν θα φτάσουμε σε κάποια κλιμάκωση. Αυτό δεν εξαρτάται από εμάς όμως. Θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος. Όπως σας είπα, εμείς θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Από εκεί και πέρα, αν το μήνυμα φτάνει στην άλλη μεριά, αφορά την άλλη μεριά.
Για το ζήτημα των δηλώσεων του φίλου μου του Μπόικο. Ξέρετε μερικές φορές χανόμαστε λίγο στη μετάφραση και εμείς, επειδή μιλάει στα βουλγάρικα ο Μπόικο. Αυτό το οποίο συγκράτησα εγώ από αυτά τα οποία είπε -και πάντως τα είπε μέσα στο Συμβούλιο, μπροστά μου- είναι ότι στήριξε ανεπιφύλακτα την Ελλάδα απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Δεν υπάρχει κανείς αστερίσκος, ούτε καμία επιφύλαξη στο ζήτημα αυτό. Έκανε μια γενικότερη ανάλυση και για τα ζητήματα του προσφυγικού και πιστεύω ότι τα σχόλιά του αφορούσαν αυτήν την ενότητα και όχι το πρώτο θέμα το οποίο συζητήσαμε.
Γ. ΚΑΝΤΕΛΗΣ: Κύριε Πρωθυπουργέ, μετά τη συνάντηση που είχατε με τον Πρόεδρο Ερντογάν στο ΝΑΤΟ, με τα όσα έπραξε ο ίδιος και η Τουρκία μετά από αυτή τη συνάντηση, θα επιδιώκατε να συναντηθείτε ξανά μαζί του σύντομα; Πιστεύετε ότι θα είχε αποτέλεσμα;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Δεν είναι κάτι που προγραμματίζω αυτή τη στιγμή κ. Καντέλη. Από την άλλη θέλω να σας πω ότι ο δίαυλος επικοινωνίας με την Τουρκία είναι -και πρέπει να είναι- ανοιχτός. Και εμείς από την πρώτη στιγμή που συνάντησα τον κ. Ερντογάν, του είπα ότι θέλω να κρατήσω ανοιχτό και το δίαυλο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, το πως θα μειώσουμε, δηλαδή, τη στρατιωτική ένταση, αλλά να κάνουμε και έναν καινούριο διάλογο διερευνητικών συζητήσεων, επαφών και να μπορέσουμε να δούμε αν υπάρχει κάποιος τρόπος να βρούμε έναν κοινό τόπο στις μεγάλες μας διαφορές, ως προς τα ζητήματα των θαλάσσιων ζωνών.
Δεν σταματάμε ποτέ να συζητάμε. Δεν συζητάμε, όμως, μόνο και μόνο για τις κάμερες και για τις εντυπώσεις. Εάν υπάρχει σοβαρός λόγος και δυνατότητα να μπορέσουμε να κάνουμε μία πρόοδο στα ζητήματα αυτά, βεβαίως και είμαι ανοιχτός να συναντήσω τον Πρόεδρο Ερντογάν ανά πάσα στιγμή. Αλλά, αυτή τη στιγμή καταλαβαίνετε ότι με το βαθμό κλιμάκωσης που υπάρχει από την Τουρκία, δεν θεωρώ ότι άμεσα κάτι τέτοιο θα ήταν παραγωγικό.
A. ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, ήθελα να σας ρωτήσω, αφού η Κυβέρνηση φεύγει ικανοποιημένη από αυτήν τη Σύνοδο Κορυφής, παίρνοντας αυτή την καθαρή δήλωση, την καθαρή στήριξη που είχε χαρακτηρίσει ως ομπρέλα και με αφορμή τις επόμενες κινήσεις, ποια θα είναι η γραμμή με την οποία θα προσέλθετε στο Λευκό Οίκο στη συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ;
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Θα έχουμε την ευκαιρία να ενημερώσουμε την κοινή γνώμη και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για το σχεδιασμό μας εν όψει της επίσκεψής μου στον Λευκό Οίκο στις 7 Ιανουαρίου. Από εκεί και πέρα θέλω να επαναλάβω αυτό το οποίο είπα και πριν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζουν, με επίσημες δηλώσεις, τις ελληνικές θέσεις στα ζητήματα που αφορούν το άκυρο «μνημόνιο» μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης και προφανώς θεωρώ αυτονόητο ότι αυτή η στήριξη στο επίπεδο αυτό θα επαναληφθεί.
Από εκεί και πέρα, όμως, μιας και με ρωτάτε, το πλαίσιο αυτή τη στιγμή των διμερών μας σχέσεων είναι σε ένα εξαιρετικό επίπεδο και ο σκοπός μας είναι να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτό και στο επίπεδο της αμυντικής στρατηγικής συνεργασίας. η οποία, όπως γνωρίζετε, αναβαθμίστηκε πρόσφατα. Και στο επίπεδο της συνεργασίας για το πώς μπορούμε να εξοπλίσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αποτρεπτική μας ισχύς περνάει μέσα από επενδύσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Επενδύσεις που δυστυχώς στα χρόνια της κρίσης συνολικά έμειναν πίσω. Θέλω να θυμίσω ότι και η ελληνική Βουλή επικύρωσε τη συμφωνία για την αναβάθμιση των F-16, αλλά και την αναβάθμιση των Mirage, έτσι ώστε να μπορούμε να υποστηρίξουμε τα αεροπλάνα μας και να αυξήσουμε στο μέγιστο τις πτητικές τους δυνατότητες.
Αλλά, βέβαια, θα έχω την ευκαιρία να συζητήσω και στις Ηνωμένες Πολιτείες και με τον ίδιο τον Πρόεδρο την οικονομική μας συνεργασία, καθώς αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία στο επίπεδο των αμερικάνικων επενδύσεων που μπορούν να γίνουν στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι ξανά στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη. Υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και από αμερικάνικα κεφάλαια, όχι μόνο από κεφάλαια που επενδύουν στο χρηματιστήριο ή σε ομόλογα, αλλά από κεφάλαια τα οποία θα δημιουργήσουν πολλές καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Και θέλουμε να χτίσουμε επάνω σε αυτή τη θετική δυναμική, ώστε αυτή η σημαντική στρατηγική σχέση για τη χώρα μας να αποκτήσει ακόμα περισσότερη ουσία και ακόμα περισσότερο περιεχόμενο.
E. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ: Ένα άλλο θέμα. Η Ελλάδα έχει θέσει έναν ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο για απολιγνιτοποίηση της χώρας μέχρι το 2028 με μεγάλο κόστος στην οικονομία κυρίως της Δυτικής Μακεδονίας. Η Πολωνία εκτιμά τη μετάβαση τη δική της έως το 2050 στα 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Θα ήθελα να ξέρω αν έχουμε εμείς έναν προϋπολογισμό του κόστους αυτής της μετάβασης και αν η Ελλάδα ζητήσει μία περεταίρω χρηματοδότηση πέρα από αυτές που θα μπουν στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.
Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Καταρχάς, πρέπει να σας πω, κυρία Βαρβιτσιώτη, ότι το κόστος της μετάβασης μπορεί να υπολογιστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Να σας πω, επίσης, ότι οι λιγνιτικές μονάδες οι οποίες θα κλείσουν στη Δυτική Μακεδονία είναι λιγνιτικές μονάδες παλιές, με τελείως ξεπερασμένη τεχνολογία, οι οποίες ούτε σήμερα είναι οικονομικά βιώσιμες, αν λάβει κανείς υπόψη το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα. Κατά συνέπεια, είναι μία απόφαση η οποία, κατά την άποψή μου, είναι επιβεβλημένη, όχι μόνο για περιβαλλοντικούς, αλλά και για οικονομικούς λόγους.
Από εκεί και πέρα, το κλείσιμο των μονάδων αυτών συνεπάγεται -εκ των πραγμάτων- και τον σημαντικότατο περιορισμό της ίδιας της εξορυκτικής δραστηριότητας στη Δυτική Μακεδονία και εκεί είναι που βρίσκονται πολλές από τις δουλειές. Εμείς έχουμε ένα πλεονέκτημα. Ποιο είναι το πλεονέκτημα; Βγαίνοντας μπροστά πρώτοι έχουμε τη δυνατότητα πρώτοι να θέσουμε ζητήματα και αιτήματα στο Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης και να κάνουμε τη Δυτική Μακεδονία, Περιφέρεια-πρότυπο στη μετάβαση από τον λιγνίτη σε καθαρές μορφές ενέργειας και σε άλλη οικονομική δραστηριότητα. Προφανώς η Πολωνία, η οποία αυτή τη στιγμή διεκδικεί παράταση, δεν νομιμοποιείται να ζητήσει κεφάλαια από τον Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης διότι δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις δεσμεύσεις που όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αναλάβει για να μπορέσουν να κάνουν αυτή τη μετάβαση πράξη. Έχουμε, με άλλα λόγια, ένα πλεονέκτημα από το γεγονός ότι είμαστε πρώτοι.
Ετοιμάζεται -και θα έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε ανακοινώσεις εντός των επόμενων εβδομάδων- μία διυπουργική επιτροπή υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του κ. Χατζηδάκη, με ένα πρόσωπο συντονιστή ο οποίος θα αναλάβει όλο το project της δίκαιης μετάβασης με ειδική έμφαση στη Δυτική Μακεδονία. Θα συζητήσουμε εκτενώς με τους φορείς της περιοχής, τον Περιφερειάρχη, τους Βουλευτές, τους Δημάρχους, και θα έχουμε τη δυνατότητα εντός του πρώτου τριμήνου του 2020 να παρουσιάσουμε ένα πολύ περιεκτικό σχέδιο για το πώς οραματιζόμαστε αυτή τη δίκαιη μετάβαση. Ποιες είναι οι καινούργιες δουλειές τις οποίες μπορούμε να δημιουργήσουμε, ποιες είναι οι περιοχές, ποια η αναπτυξιακή πολιτική που μπορεί να υποστηρίξει τη μετάβαση αυτή σε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης και πώς μπορούμε να κρατήσουμε τις δουλειές στη Δυτική Μακεδονία και, γιατί όχι, να δημιουργήσουμε ακόμα περισσότερες.
Αλλά κλείνω στο ζήτημα αυτό και με μία παρατήρηση η οποία δεν αφορά αποκλειστικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, που, όπως γνωρίζετε, είναι άοσμες, δεν επιβαρύνουν άμεσα το περιβάλλον, αλλά συντελούν στο γενικότερο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Το πρόβλημα της Δυτικής Μακεδονίας και της εξόρυξης του λιγνίτη δεν αφορά μόνο αυτή την πτυχή. Έχοντας επισκεφθεί πολλές φορές τη Δυτική Μακεδονία ξέρω πολύ καλά ποιο ήταν το κόστος και στο περιβάλλον, το καθημερινό, το οποίο η δραστηριότητα αυτή επέβαλε στους πολίτες που ζουν σε αυτή την περιοχή και αφορά στο επίπεδο της ποιότητας της ατμόσφαιρας και στην καταστροφή του τοπίου.
Δεν είναι ο μόνος λόγος, με άλλα λόγια, το διοξείδιο του άνθρακα που πρέπει να ξεφύγουμε γρήγορα από τον λιγνίτη. Αφορά και την ίδια την ποιότητα του περιβάλλοντος, την ποιότητα ζωής στις περιοχές αυτές, τη δημόσια υγεία, η οποία και αυτή υποβαθμίζεται. Και πιστεύω ότι οι συνθήκες και στη Δυτική Μακεδονία έχουν ωριμάσει, ώστε αυτή η συζήτηση να γίνει με υψηλό βαθμό αποδοχής από την τοπική κοινωνία. Αυτό το οποίο θέλω να επαναλάβω και να κλείσω με αυτό, είναι ότι δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν στην τύχη του. Είναι προσωπικό μου στοίχημα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο να κάνω, ειδικά την Δυτική Μακεδονία, μία Περιφέρεια- πρωταγωνιστή, πιλότο, παράδειγμα, στο πώς μπορούμε να κάνουμε τη δίκαιη μετάβαση, πράξη.