Η Δημοτική Παράταξη Μένουμε Θεσσαλονίκη διοργανώνει την Τρίτη 26 Φεβρουαρίου στις 6.00 μ.μ. ανοιχτή συνέντευξη τύπου στην αίθουσα της ΕΣΗΕΜΘ, με αντικείμενο την ....
κάθοδό της στις δημοτικές εκλογές Μαΐου 2019.
Η πολιτική που λειτούργησε μέσα στην πόλη την προηγούμενη δεκαετία, δίχασε την Θεσσαλονίκη σε δύο παράλληλους κόσμους.
Ο κόσμος των μειοψηφικών ελίτ, που θέλει να υποδυθεί την «παγκόσμια πόλη». Με την εμμονική της έμφαση στον υπερτουρισμό, την εστίαση και την διασκέδαση, η οποία διαμορφώνει το μοντέλο μιας πόλης, εστιάζει στους επισκέπτες της και εγκαταλείπει τους κατοίκους της. Με τον εθνομηδενισμό της, που οδηγεί στην ακραία απαξίωση 2.300 χρόνων ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, για να προβάλει την εποχή της οθωμανικής κατάκτησης και του πολυεθνικού απαρτχάιντ που επικρατούσε τότε, ως τάχα εξωτικό πολυπολιτισμικό πρότυπο. Με την υστερική της ανάγκη για εξωστρέφεια που οδηγεί στην ακραία υποτίμηση της εσωτερικής καθημερινότητας της πόλης, και τον πολιτιστικό μιμητισμό. Την πόλη των λίγων, που μέσα στην τελευταία δεκαετία διεύρυνε αποφασιστικά τις κοινωνικές ανισότητες, τον αποκλεισμό της πλειοψηφίας από τα κοινά, την υποτίμηση των αναγκών της πλειοψηφίας.
Απέναντι σε αυτήν την Θεσσαλονίκη, υπάρχει η Θεσσαλονίκη των πολλών. Που κλυδωνίζεται μέσα στην δημογραφική πτώση και την καθίζηση της τοπικής παραγωγής και αγοράς, με τους νέους της να την εγκαταλείπουν, εκείνους που παραμένουν να βυθίζονται μέσα στην ετεροαπασχόληση, την ανεργία και την μορφωτική κατάρρευση. Την πόλη που βλέπει την ίδια την τοπική ηγεσία να απαξιώνει την ταυτότητα, τον πολιτισμό και την ιστορία των κατοίκων της, όπως κατ’ εξοχήν συνέβη με την προηγούμενη διοίκηση και τα ζητήματα της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, αλλά και με την Συμφωνία των Πρεσπών. Την πόλη που βιώνει στην καθημερινότητά της την ραγδαία υποβάθμιση των υποδομών, την δραστική συρρίκνωση των δημόσιων χώρων από την επέκταση των τραπεζοκαθισμάτων, αλλά και την άλωσή τους από τις πολυεθνικές μαφίες που δρουν μέσα στην πόλη, την έλλειψη πρασίνου, την αθλιότητα των μέσων μαζικής μεταφοράς, το κυκλοφοριακό και την ρύπανση που το συνοδεύει.
Καθώς οι ελίτ έχουν μεταβάλει την τοπική πολιτική σε επάγγελμα καθιστώντας τα κοινά αποκλειστική υπόθεση μερικών χιλιάδων ανθρώπων της πόλης, οι ανάγκες των πολλών πετιούνται έξω από το πολιτικό παιχνίδι. Οι επερχόμενες δημοτικές εκλογές, καθώς και η προεκλογική περίοδος που προηγείται, είναι μια μείζονα ευκαιρία ώστε να αμφισβητηθεί το μονοπώλιο των ελίτ στα κοινά της πόλης, να δημιουργήσουμε τα ρήγματα εκείνα που θα μας επιτρέψουν τόσο να θέσουμε τις ανάγκες της πλειοψηφίας στο επίκεντρο της τοπικής ατζέντας όσο και να διατυπώσουμε μια εναλλακτική πολιτική που θα μπορεί να ανταποκρίνεται σε αυτές, ένα αντιστασιακό όραμα του 21ου αιώνα που να συνθέτει τις αξίες της εθνικής ανεξαρτησίας και της τοπικότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικολογίας, της άμεσης δημοκρατίας καθώς και της πολιτιστικής και παραγωγικής αναγέννησης.