της Βασιλικής Σιούτη
Η επικοινωνιακή, πολιτική, αλλά και οικονομική διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού αναδεικνύεται τώρα σε μία από τις πρώτες ....
προτεραιότητες της κυβέρνησης, που κατάλαβε με καθυστέρηση, ότι είχε υποτιμήσει το πιο φλέγον αυτή τη στιγμή πρόβλημα της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δώσει από την πρώτη μέρα σχεδόν όλη την προσοχή του στην οικονομία, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα όλα τα υπόλοιπα και αγνοώντας σε πρώτη φάση το μεταναστευτικό-προσφυγικό, το οποίο περίμενε να λυθεί από την Ευρώπη. Συνεργάτες του εκτιμούσαν ότι η εκταμίευση μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ από τα ευρωπαϊκά ταμεία προς τον Ερντογάν, θα ήταν αρκετά για να τον καθησυχάσουν,παραβλέποντας προφανώς την απληστία του προέδρου της Τουρκίας και αδυνατώντας να προβλέψουν την αντίδραση του.
Αλλωστε τις πρώτες μέρες, υπήρχε τόσος ενθουσιασμός για τη διευρυμένη αποδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης του, όπως αυτή αποτυπωνόταν και στις δημοσκοπήσεις, που τους είχε συνεπάρει, μακριά από τα προβλήματα της καθημερινότητας. Η αγορά αντιδρούσε θετικά, οι επιχειρηματίες, ο ένας μετά τον άλλον -πιστοί στο δόγμα Μποδοσάκη- έσπευδαν να δώσουν τα διαπιστευτήρια τους στο νέο “γκουβέρνο”, ακόμα και αυτοί που στήριζαν επιδεικτικά τον προηγούμενο πρωθυπουργό, δηλώνοντας ότι δεν θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης. Ολη η προσοχή λοιπόν του Μαξίμου ήταν στραμμένη στις “καλές δουλειές” και δεν έβλεπαν τους οιωνούς και τα σημάδια.
Η εκλογική βάση της ΝΔ σε αυτές τις εκλογές αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από “αντισύριζα” ψηφοφόρους που περίμεναν από τη νέα κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική σε τομείς όπως τα εθνικά, η ασφάλεια και το μεταναστευτικό, καθώς σε αυτά τα θέματα “τζογάρανε” την περασμένη τετραετία. Ο Κ.Μητσοτάκης, παρότι μετριοπαθής φιλελεύθερος ο ίδιος, ήξερε ότι αυτά ήταν τα αδύναμα σημεία της προηγούμενης κυβέρνησης κι έπαιξε με αυτό, ειδικά προεκλογικά, προκειμένου να εισπράξει εκλογικά οφέλη.
Η έντονη αντίδραση της εκλογικής βάσης στην αρχική απραξία, σε συνδυασμό με το “καψόνι” του Ερντογάν στην κυβέρνηση, που αύξησε κατά πολύ την ένταση του προβλήματος, ανάγκασαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ασχοληθεί, θέλοντας και μη, με το πρόβλημα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και δεν είχε καμία πρόθεση να ακολουθήσει την γραμμή Σαμαρά στο θέμα αυτό (άλλωστε κατακεραυνώνει συχνά τον Βίκτορ Όρμπαν που ακολουθεί αντιμεταναστευτική πολιτική) προεκλογικά υποσχέθηκε ότι:
α) θα φυλάξει καλύτερα τα σύνορα χρησιμοποιώντας σύγχρονα μέσα τεχνολογίας,
β) θα φτιάξει κλειστές δομές και θα αυστηροποιήσει τη διαδικασία ασύλου
γ) θα επιστρέφονται όσοι κρίνουν ότι δεν είναι πρόσφυγες.
Αυτά ακριβώς είναι που απαιτεί τώρα μεγάλο μέρος της βάσης της ΝΔ, αρνούμενοι να συμβιβαστούν με μια πιο ήπια πολιτική, συνέχεια της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ, όπως θεώρησαν ότι ήταν αυτή που αρχικά ακολουθήθηκε.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, όταν εξάντλησε τους επαίνους για το φιλότιμο και την φιλοξενία του Έλληνα, άρχισε να προσφέρει οικονομικά και επαγγελματικά κίνητρα στις τοπικές κοινωνίες που θα φιλοξενούσαν δομές, εισάγοντας τα “αντισταθμιστικά οφέλη” στην υπόθεση της διαχείρισης του προσφυγικού, προκειμένου να μην υπάρχουν αντιδράσεις.
Η κυβέρνηση Τσίπρα επιχειρηματολογούσε εξαρχής υπέρ των ανοιχτών δομών φιλοξενίας των προσφύγων και μεταναστών, υποστηρίζοντας ότι έτσι τα χρήματα των επιδομάτων που λαμβάνουν, θα κατευθύνονταν στην τοπική κοινωνία που τους φιλοξενεί, άρα θα ωφελούνταν. Στο camp του Πολύγυρου της Χαλκιδικής, για παράδειγμα, φιλοξενούνται περίπου 2.000 άτομα, επί 170 ευρώ το μήνα που λαμβάνει ο καθένας τους, είναι 340.000 ευρώ. “Αυτά τα χρήματα είναι σημαντικά για μια μικρή τοπική κοινωνία” και οπωσδήποτε συνέβαλαν στο να υποχωρήσουν οι αντιδράσεις σε πολλές περιοχές, ανέφερε πρόσφατα πρώην κυβερνητικό στέλεχος από την βόρεια Ελλάδα. Σύμφωνα με τους τοπικούς παράγοντες επίσης “όλοι οι ψυχολόγοι και δικηγόροι βρήκαν δουλειά, αλλά ακόμα και πολλοί ανειδίκευτοι”. Πρώην υπουργοί αναφέρουν ότι το μεταναστευτικό-προσφυγικό συνέβαλε στο να βρει δουλειά πολύς κόσμος στις δομές και στις ΜΚΟ, αλλά και στην αγορά που δημιουργήθηκε γύρω από αυτό και τόνωσε την οικονομία των τοπικών κοινωνιών.
Πέρα από τις δουλειές που δημιουργήθηκαν όμως, αναπτύχθηκαν και καιροσκοπικές πρακτικές εύνοιας ημετέρων, όπως εκείνη που είχε καταγγείλει δημόσια η βουλευτής Σερρών του ΣΥΡΙΖΑ, Αφροδίτη Σταμπουλή, η οποία είχε αποκαλύψει ότι μέλος της νομαρχιακής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την παροχή υπηρεσιών σίτισης των προσφύγων στην Ανοιχτή δομή όπου είχε προσληφθεί ως συντονίστρια η κόρη του.
Πολιτικη ανοικτών δομών επιχείρησε να ακολουθήσει και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, για αυτό και παρά την προεκλογική δέσμευσή της για κλειστά κέντρα, με το που ανέλαβε, κυβερνητικά στελέχη άρχισαν να επιχειρηματολογούν υπέρ των ανοιχτών δομών. Η κατακόρυφη αύξηση όμως των ροών και η μαζική μεταφορά τους στην περιφέρεια και ειδικά στην Βόρεια Ελλάδα, όπου υπήρχε και το προηγούμενο των αντιδράσεων για το μακεδονικό, φαίνεται ότι πυροδότησε άμεσες και μαζικές αντιδράσεις, αναγκάζοντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ανακρούσει πρύμνα, εξαγγέλοντας σκληρότερα μέτρα. Η αυστηροποίηση της διαδικασίας ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα έχει αποτέλεσμα, αλλά και αν έχει, θα καθυστερήσει. Για αυτό και η κυβέρνηση που συνεχίζει να μεταφέρει πρόσφυγες και μετανάστες από τα νησιά στην περιφέρεια, θα αναδείξει τα “αντισταθμιστικά οφέλη”.
Τα στελέχη που ασχολούνται με την διαχείριση του μεταναστευτικού εκτιμούν ότι χρειάζεται να γίνει μεγάλης κλίμακας επικοινωνιακή εκστρατεία με κάθε μέσο. Ηδη επικοινωνιακά επιτελεία ρίχτηκαν στη μάχη και άρχισαν να δουλεύουν με το μεταναστευτικό- προσφυγικό, σχεδιάζοντας στρατηγικές, προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις. Σημαντικό ρόλο σε αυτό, πλην των ΜΚΟ, θα έχουν και τα ΜΜΕ που θα αναλάβουν πρωτοβουλίες το επόμενο διάστημα.
Ηδη, σημαντικά fund και ινστιτούτα από το εξωτερικό που ασχολούνται με την μετανάστευση, έχουν αναλάβει να χρηματοδοτήσουν μελέτες, έρευνες, ρεπορτάζ, ακόμα και καμπάνιες. Αλλά και η ΕΕ, πέρα από την αύξηση των κονδυλίων για το μεταναστευτικό-προσφυγικό που συζητά, σκοπεύει να ρίξει μεγαλύτερο βάρος στην επικοινωνία. Λαϊκές αντιδράσεις άλλωστε, δεν υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα, αλλά σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Στην αφυδατωμένη από την πολυετή κρίση ελληνική αγορά πάντως, υπάρχουν κι αυτοί που αδιαφορούν πλήρως για το προσφυγικό-μεταναστευτικό, αλλά τρίβουν τα χέρια τους για τα κονδύλια που θα διατεθούν στην αγορά του προσφυγικού, η οποία διευρύνεται κι ετοιμάζονται για νέο “πάρτι”, όπως γινόταν παλιά, όταν έπεφτε χρήμα στην αγορά για να αντιμετωπιστεί μία κρίση. Γιατί μπορεί το προσφυγικό να χάλασε την πλειοψηφική αποδοχή της κυβέρνησης, αλλά κάποιοι ανυπομονούν να κάνουν “πάρτι” με το προσφυγικό.
ceo.gr
Η επικοινωνιακή, πολιτική, αλλά και οικονομική διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού αναδεικνύεται τώρα σε μία από τις πρώτες ....
προτεραιότητες της κυβέρνησης, που κατάλαβε με καθυστέρηση, ότι είχε υποτιμήσει το πιο φλέγον αυτή τη στιγμή πρόβλημα της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δώσει από την πρώτη μέρα σχεδόν όλη την προσοχή του στην οικονομία, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα όλα τα υπόλοιπα και αγνοώντας σε πρώτη φάση το μεταναστευτικό-προσφυγικό, το οποίο περίμενε να λυθεί από την Ευρώπη. Συνεργάτες του εκτιμούσαν ότι η εκταμίευση μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ από τα ευρωπαϊκά ταμεία προς τον Ερντογάν, θα ήταν αρκετά για να τον καθησυχάσουν,παραβλέποντας προφανώς την απληστία του προέδρου της Τουρκίας και αδυνατώντας να προβλέψουν την αντίδραση του.
Αλλωστε τις πρώτες μέρες, υπήρχε τόσος ενθουσιασμός για τη διευρυμένη αποδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης του, όπως αυτή αποτυπωνόταν και στις δημοσκοπήσεις, που τους είχε συνεπάρει, μακριά από τα προβλήματα της καθημερινότητας. Η αγορά αντιδρούσε θετικά, οι επιχειρηματίες, ο ένας μετά τον άλλον -πιστοί στο δόγμα Μποδοσάκη- έσπευδαν να δώσουν τα διαπιστευτήρια τους στο νέο “γκουβέρνο”, ακόμα και αυτοί που στήριζαν επιδεικτικά τον προηγούμενο πρωθυπουργό, δηλώνοντας ότι δεν θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης. Ολη η προσοχή λοιπόν του Μαξίμου ήταν στραμμένη στις “καλές δουλειές” και δεν έβλεπαν τους οιωνούς και τα σημάδια.
Η εκλογική βάση της ΝΔ σε αυτές τις εκλογές αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από “αντισύριζα” ψηφοφόρους που περίμεναν από τη νέα κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική σε τομείς όπως τα εθνικά, η ασφάλεια και το μεταναστευτικό, καθώς σε αυτά τα θέματα “τζογάρανε” την περασμένη τετραετία. Ο Κ.Μητσοτάκης, παρότι μετριοπαθής φιλελεύθερος ο ίδιος, ήξερε ότι αυτά ήταν τα αδύναμα σημεία της προηγούμενης κυβέρνησης κι έπαιξε με αυτό, ειδικά προεκλογικά, προκειμένου να εισπράξει εκλογικά οφέλη.
Η έντονη αντίδραση της εκλογικής βάσης στην αρχική απραξία, σε συνδυασμό με το “καψόνι” του Ερντογάν στην κυβέρνηση, που αύξησε κατά πολύ την ένταση του προβλήματος, ανάγκασαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ασχοληθεί, θέλοντας και μη, με το πρόβλημα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και δεν είχε καμία πρόθεση να ακολουθήσει την γραμμή Σαμαρά στο θέμα αυτό (άλλωστε κατακεραυνώνει συχνά τον Βίκτορ Όρμπαν που ακολουθεί αντιμεταναστευτική πολιτική) προεκλογικά υποσχέθηκε ότι:
α) θα φυλάξει καλύτερα τα σύνορα χρησιμοποιώντας σύγχρονα μέσα τεχνολογίας,
β) θα φτιάξει κλειστές δομές και θα αυστηροποιήσει τη διαδικασία ασύλου
γ) θα επιστρέφονται όσοι κρίνουν ότι δεν είναι πρόσφυγες.
Αυτά ακριβώς είναι που απαιτεί τώρα μεγάλο μέρος της βάσης της ΝΔ, αρνούμενοι να συμβιβαστούν με μια πιο ήπια πολιτική, συνέχεια της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ, όπως θεώρησαν ότι ήταν αυτή που αρχικά ακολουθήθηκε.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, όταν εξάντλησε τους επαίνους για το φιλότιμο και την φιλοξενία του Έλληνα, άρχισε να προσφέρει οικονομικά και επαγγελματικά κίνητρα στις τοπικές κοινωνίες που θα φιλοξενούσαν δομές, εισάγοντας τα “αντισταθμιστικά οφέλη” στην υπόθεση της διαχείρισης του προσφυγικού, προκειμένου να μην υπάρχουν αντιδράσεις.
Η κυβέρνηση Τσίπρα επιχειρηματολογούσε εξαρχής υπέρ των ανοιχτών δομών φιλοξενίας των προσφύγων και μεταναστών, υποστηρίζοντας ότι έτσι τα χρήματα των επιδομάτων που λαμβάνουν, θα κατευθύνονταν στην τοπική κοινωνία που τους φιλοξενεί, άρα θα ωφελούνταν. Στο camp του Πολύγυρου της Χαλκιδικής, για παράδειγμα, φιλοξενούνται περίπου 2.000 άτομα, επί 170 ευρώ το μήνα που λαμβάνει ο καθένας τους, είναι 340.000 ευρώ. “Αυτά τα χρήματα είναι σημαντικά για μια μικρή τοπική κοινωνία” και οπωσδήποτε συνέβαλαν στο να υποχωρήσουν οι αντιδράσεις σε πολλές περιοχές, ανέφερε πρόσφατα πρώην κυβερνητικό στέλεχος από την βόρεια Ελλάδα. Σύμφωνα με τους τοπικούς παράγοντες επίσης “όλοι οι ψυχολόγοι και δικηγόροι βρήκαν δουλειά, αλλά ακόμα και πολλοί ανειδίκευτοι”. Πρώην υπουργοί αναφέρουν ότι το μεταναστευτικό-προσφυγικό συνέβαλε στο να βρει δουλειά πολύς κόσμος στις δομές και στις ΜΚΟ, αλλά και στην αγορά που δημιουργήθηκε γύρω από αυτό και τόνωσε την οικονομία των τοπικών κοινωνιών.
Πέρα από τις δουλειές που δημιουργήθηκαν όμως, αναπτύχθηκαν και καιροσκοπικές πρακτικές εύνοιας ημετέρων, όπως εκείνη που είχε καταγγείλει δημόσια η βουλευτής Σερρών του ΣΥΡΙΖΑ, Αφροδίτη Σταμπουλή, η οποία είχε αποκαλύψει ότι μέλος της νομαρχιακής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την παροχή υπηρεσιών σίτισης των προσφύγων στην Ανοιχτή δομή όπου είχε προσληφθεί ως συντονίστρια η κόρη του.
Πολιτικη ανοικτών δομών επιχείρησε να ακολουθήσει και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, για αυτό και παρά την προεκλογική δέσμευσή της για κλειστά κέντρα, με το που ανέλαβε, κυβερνητικά στελέχη άρχισαν να επιχειρηματολογούν υπέρ των ανοιχτών δομών. Η κατακόρυφη αύξηση όμως των ροών και η μαζική μεταφορά τους στην περιφέρεια και ειδικά στην Βόρεια Ελλάδα, όπου υπήρχε και το προηγούμενο των αντιδράσεων για το μακεδονικό, φαίνεται ότι πυροδότησε άμεσες και μαζικές αντιδράσεις, αναγκάζοντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ανακρούσει πρύμνα, εξαγγέλοντας σκληρότερα μέτρα. Η αυστηροποίηση της διαδικασίας ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα έχει αποτέλεσμα, αλλά και αν έχει, θα καθυστερήσει. Για αυτό και η κυβέρνηση που συνεχίζει να μεταφέρει πρόσφυγες και μετανάστες από τα νησιά στην περιφέρεια, θα αναδείξει τα “αντισταθμιστικά οφέλη”.
Τα στελέχη που ασχολούνται με την διαχείριση του μεταναστευτικού εκτιμούν ότι χρειάζεται να γίνει μεγάλης κλίμακας επικοινωνιακή εκστρατεία με κάθε μέσο. Ηδη επικοινωνιακά επιτελεία ρίχτηκαν στη μάχη και άρχισαν να δουλεύουν με το μεταναστευτικό- προσφυγικό, σχεδιάζοντας στρατηγικές, προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις. Σημαντικό ρόλο σε αυτό, πλην των ΜΚΟ, θα έχουν και τα ΜΜΕ που θα αναλάβουν πρωτοβουλίες το επόμενο διάστημα.
Ηδη, σημαντικά fund και ινστιτούτα από το εξωτερικό που ασχολούνται με την μετανάστευση, έχουν αναλάβει να χρηματοδοτήσουν μελέτες, έρευνες, ρεπορτάζ, ακόμα και καμπάνιες. Αλλά και η ΕΕ, πέρα από την αύξηση των κονδυλίων για το μεταναστευτικό-προσφυγικό που συζητά, σκοπεύει να ρίξει μεγαλύτερο βάρος στην επικοινωνία. Λαϊκές αντιδράσεις άλλωστε, δεν υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα, αλλά σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Στην αφυδατωμένη από την πολυετή κρίση ελληνική αγορά πάντως, υπάρχουν κι αυτοί που αδιαφορούν πλήρως για το προσφυγικό-μεταναστευτικό, αλλά τρίβουν τα χέρια τους για τα κονδύλια που θα διατεθούν στην αγορά του προσφυγικού, η οποία διευρύνεται κι ετοιμάζονται για νέο “πάρτι”, όπως γινόταν παλιά, όταν έπεφτε χρήμα στην αγορά για να αντιμετωπιστεί μία κρίση. Γιατί μπορεί το προσφυγικό να χάλασε την πλειοψηφική αποδοχή της κυβέρνησης, αλλά κάποιοι ανυπομονούν να κάνουν “πάρτι” με το προσφυγικό.
ceo.gr