"Η ιδεολογική καθαρότητα καλείται να συναντήσει την πραγματικότητα", μας λέει τώρα η "εφημερίδα της αριστεράς". Τώρα ανακάλυψαν ότι....
δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν υπάρχει άλλη πολιτική, δεν είναι εφικτός ένας άλλος κόσμος, υπάρχει μόνο μια πολιτική: η δεξιά, νεοφιλελεύθερη, καπιταλιστική, σε ευθεία στοίχιση με την επιβίωση των τραπεζών. Σε 6 μήνες κατακρεουργήθηκε ολόκληρη η ρητορική 98 ετών αριστεράς, με την κατάληψη της εξουσίας.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ
http://www.avgi.gr/article/5727540/mesa-i-exo-mia-sumboli-sti-suzitisi-gia-to-euro
Κι αν βγαίναμε από το ευρώ, θα ήμασταν καλύτερα; Νά ένα ερώτημα που θα μας απασχολήσει για αρκετόν καιρό, δεδομένου ότι είναι υποθετικό. Δηλαδή, δεν υπάρχει απάντηση παρά μόνο κάτω από προϋποθέσεις, κι αυτές υποθετικές. Κι επειδή κάθε παραδοχή οδηγεί στο συμπέρασμα που λογικά τεκμαίρεται από αυτήν, εμείς θα αναφερθούμε στην εμπειρία άλλων χωρών, όπως καταγράφηκε από δύο μελετητές, τον R. Realfonzo και τον A. Viscione1(στη συνέχεια αναφερόμενοι ως RV).
Οι RV εξέτασαν τις νομισματικές κρίσεις που οδήγησαν σε υποτίμηση του νομίσματος και συνοδεύτηκαν από την έξοδο από προηγούμενες νομισματικές συμφωνίες σε 28 χώρες μετά το 1980. Από αυτές, οι 7 αφορούσαν σε χώρες με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και οι 21 σε χώρες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα. Τους RV απασχόλησαν οι επιπτώσεις των νομισματικών κρίσεων στον πληθωρισμό, στο εμπορικό ισοζύγιο, στην αύξηση της παραγωγής, στην απασχόληση και στους μισθούς.
Πρώτη παρατήρηση: ο πληθωρισμός.
Κατά πόσο δηλαδή η αύξηση του πληθωρισμού κατατρώγει τα πλεονεκτήματα της υποτίμησης που συνεπάγεται η απαγκίστρωση από κάποιο ισχυρό νόμισμα. Κατά μέσο όρο, η υποτίμηση έναντι του δολαρίου υπολογίσθηκε σε 5,5 φορές επιφέροντας τον υπερδιπλασιασμό των τιμών σε δύο χρόνια και την αύξησή τους κατά περισσότερο από 4 φορές σε τρία χρόνια, εξαντλώντας έτσι το πλεονέκτημα της υποτίμησης. Οι τάσεις αυτές εμφανίζονται ιδιαίτερα ισχυρές για τις χαμηλού εισοδήματος χώρες.
Δεύτερη παρατήρηση: το εμπορικό ισοζύγιο.
Η υποτίμηση βελτίωσε το ισοζύγιο των υψηλού εισοδήματος χωρών κατά περίπου 3% ΑΕΠ, είχε όμως ελάχιστη επίδραση σε εκείνο των χωρών χαμηλού εισοδήματος (λιγότερο από το 0,1% ΑΕΠ).
Τρίτη παρατήρηση: αύξηση του ΑΕΠ.
Την πρώτη διετία μετά την υποτίμηση, το ΑΕΠ παρουσίασε αύξηση κατά 0,08% και κατά 1,27% στα τρία πρώτα χρόνια στις 28 χώρες κατά μέσο όρο. Η αύξηση αυτή όμως παρατηρήθηκε κυρίως στις υψηλού εισοδήματος χώρες (2,2% και 3,2% αντίστοιχα) και λιγότερο στις χαμηλού εισοδήματος, όπου την πρώτη διετία σημειώθηκε μείωση (-0,67%) και μικρή βελτίωση (0,59%) στην τριετία.
Τέταρτη παρατήρηση: η απασχόληση.
Αυξήθηκε κατά περίπου 1% δύο χρόνια μετά από την υποτίμηση κατά μέσο όρο στις 28 χώρες. Το ποσοστό αυτό ήταν λίγο μεγαλύτερο στις χαμηλού εισοδήματος χώρες (1,19%) σε σύγκριση με τις υψηλού εισοδήματος, όπου παρέμεινε στάσιμο. Το φαινόμενο αυτό υποδηλώνει ότι η αύξηση της παραγωγής στηρίχτηκε κυρίως στην αύξηση της έντασης εργασίας.
Πέμπτη παρατήρηση: οι μισθοί.
Με όρους αγοραστικής δύναμης, την πρώτη διετία μετά από την υποτίμηση, οι μισθοί στις χώρες χαμηλού εισοδήματος παρουσίασαν μεγάλη μείωση (-26%) ενώ στις χώρες υψηλού εισοδήματος σημειώθηκε μικρή αύξηση (1%). Παράλληλα, την ίδια περίοδο το μερίδιο των μισθών στην κατανομή του προϊόντος μειώθηκε τόσο στις χαμηλού όσο και στις υψηλού εισοδήματος χώρες (-15% και -3% αντίστοιχα), υποδηλώνοντας την ανακατανομή του προϊόντος υπέρ του κέρδους. Εξάλλου, οι επιπτώσεις αυτές στους μισθούς εξηγούν σε ένα βαθμό τη μικρή σχετικά αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης.
Συνολικά, η σύντομη αυτή περιήγηση αναδεικνύει την πολυπλοκότητα της εξαγωγής συμπερασμάτων για τις οικονομικές επιπτώσεις από την έξοδο μιας χώρας από ένα σύστημα νομισματικών σχέσεων. Επίσης, αναδεικνύει την ιστορικότητα της κάθε περίπτωσης και τις δυσκολίες γενίκευσης.
Η συμμετοχή μιας χώρας σε ένα νομισματικό σύστημα στηρίζεται σε πολλές παραμέτρους, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές. Όταν εντάχθηκε η Ελλάδα στο ευρώ, η συζήτηση για τις διαφορετικές διαστάσεις του θέματος και τις προεκτάσεις του δεν έγινε στην κοινωνία, παρά μόνο σε μερίδα της Αριστεράς.
Σήμερα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καλείται να διαχειριστεί μια κατάσταση για την οποία όχι μόνο δεν φέρει ευθύνη, αλλά επανειλημμένα προειδοποίησε για τα αδιέξοδα που εγκυμονούσε και εγκυμονεί. Η ιδεολογική καθαρότητα καλείται να συναντήσει την πραγματικότητα. Μια αντιπαράθεση άνιση τόσο στο εθνικό όσο και στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Κι όμως οφείλουμε όχι μόνο να εξορκίσουμε τις σκιές του παρελθόντος, αλλά και να αποσαφηνίσουμε τους όρους για τη μελλοντική πορεία της κοινωνίας μας. Η πρόκληση είναι τεράστια για την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του τόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου