Γράφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης
Μέρος
πρώτον
[σελίδες
από το μη αποκηρυχθέν παρελθόν της
προοδευτικής, μεταρρυθμιστικής,
ανανεωτικής, εκσυγχρονιστικής Δημοκρατικής
Συμπατάραξης ή «πώς το πωλητικό σύστημα ...
αποβάλλει τους έντιμους» πολιτικούς,
δικαστικούς λειτουργούς κ.λπ.»]
Αντιγράφω
από το πόρισμα της Βουλής για την υπόθεση
Siemens:
«Στις
11.11.1977
ανακοινώθηκε από την τότε Κυβέρνηση, η
ίδρυση της Ελληνικής Βιομηχανίας
Ηλεκτρονικών (ΕΛΒΗΛ Α.Ε) με μετόχους την
ΕΤΒΑ και τον ΟΤΕ. Η ΕΛΒΗΛ είχε ως σκοπό
την οργάνωση και λειτουργία βιομηχανικής
μονάδας παραγωγής ηλεκτρονικού
τηλεπικοινωνιακού υλικού τόσο για τις
ανάγκες του ΟΤΕ όσο και για τον ευρύτερο
δημόσιο
τομέα.
Στις
29.04.1981
η ΕΛΒΗΛ προκήρυξε διεθνή μειοδοτικό
διαγωνισμό με αριθ. 7901 για την ανεύρεση
συνεταίρου, επειδή ήταν αναγκαία η
εισαγωγή τεχνογνωσίας μέσω κατασκευάστριας
εταιρείας του Εξωτερικού. Στόχος ήταν
η μελέτη και κατασκευή εργοστασίου
παραγωγής ηλεκτρονικού τηλεπικοινωνιακού
υλικού, το οποίο θα κάλυπτε τις αρχικές
ανάγκες του ΟΤΕ που έφταναν τις 225.000
γραμμές. Την παραγωγή θα ανελάμβανε η
ΕΛΒΗΛ.
Το
έτος 1987 ο κ. Αναστάσιος Μαντέλης και ο
κ. Θεοφάνης Τόμπρας ζητούν την κατάργηση
της ΕΛΒΗΛ και με την πρόταση αυτή συμφωνεί
η ΕΤΒΑ και το ΥΒΕΤ. Ο
Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών
κ. Κωνσταντίνος Μπαντουβάς εκφράζοντας
έντονες διαφωνίες και με επιχειρήματα
ανατρέπει την άποψη για την κατάργηση
της ΕΛΒΗΛ, αποχωρεί από τη σύσκεψη και
ζητά από τον κ. Ιωάννη Παπανικολάου,
Οικονομικό Σύμβουλο του Πρωθυπουργού
και Γραμματέα του ΚΥ.Σ.Ε.Α να ενημερώσει
τον Πρωθυπουργό.
Η όλη όμως διαδικασία είχε δρομολογηθεί
και σύντομα ανακοινώθηκε η κατάργηση
της ΕΛΒΗΛ, χωρίς να ζητηθεί η γνώμη του
αρμόδιου υπουργού.
Στις
22.12.1987
το ΔΣ του ΟΤΕ μετά από εισήγηση του τότε
Γενικού Διευθυντή προχώρησε στην
απευθείας ανάθεση προμήθειας 84.000
κυκλωμάτων και 20.000 ψηφιακών παροχών
συνολικής αξίας 7,5 δις δρχ. στις εταιρείες
SIEMENS
και ERICSSON
– INTRACOM
με την επίκληση απόφασης του ΚΥΣΥΜ για
πενταετές πρόγραμμα ψηφιοποίησης του
δικτύου του Ο.Τ.Ε.
Όπως
έγινε γνωστό, οι τιμές των παραπάνω
συμβάσεων ήσαν σημαντικά υπερτιμημένες
σε σχέση με τις τιμές της διεθνούς
αγοράς. Στη Διοίκηση του ΟΤΕ επισημάνθηκε
από τον τότε Υπουργό κ. Κωνσταντίνο
Μπαντουβά, ότι η British
Telecom
προμηθεύτηκε κέντρα ΑΧΕ της ERICSSON
με τίμημα πολύ χαμηλότερο από το
προτεινόμενο στη σύμβαση.
Το
1988
η
Διοίκηση του Ο.Τ.Ε. ενέκρινε την αγορά
470.000 ψηφιακών παροχών με απευθείας
ανάθεση στους οίκους INTRACOM
και SIEMENS
συνολικής αξίας 32 δις δρχ. η οποία όμως
δεν ενεκρίθη στο σύνολο της από τον
αρμόδιο Υπουργό Κ. Μπαντουβά που με την
υπ’ αριθμ. 69166/88 απόφασή του περιορίστηκε
να εγκρίνει την προμήθεια μόνο 84.000
ψηφιακών κυκλωμάτων.
Παρά ταύτα το ΔΣ του ΟΤΕ προχώρησε στην
απευθείας ανάθεση της προμήθειας 470.000
ψηφιακών παροχών αξίας 32 δις. δρχ. την
οποία όμως αρνήθηκε να εγκρίνει ο νέος
Υπουργός Ι. Χαραλάμπους.
Τον
Ιούνιο του 1989 επί συγκυβερνήσεως
(κυβέρνηση Τζανετάκη) η Διοίκηση του
ΟΤΕ παγώνει την παραπάνω προμήθεια η
οποία είχε ήδη τελματωθεί μετά την υπ’
αριθμ. 424901/89 γνωμοδότηση του ΝΣ του ΟΤΕ.
Τον
Νοέμβριο του 1989 αναλαμβάνει οικουμενική
κυβέρνηση Ζολώτα και ο αρμόδιος υπουργός
Γ. Κεφαλογιάννης αγνοεί την εισήγηση
του ΟΤΕ για απευθείας ανάθεση των 470.000
ψηφιακών παροχών και δίνει εντολή στην
Διοίκηση του ΟΤΕ για διενέργεια δημόσιου
διαγωνισμού.
Η
Διοίκηση του ΟΤΕ αντιδρά στη διενέργεια
διαγωνισμού και κάνει διαπραγματεύσεις
με τους δύο προμηθευτές.
Ο
Γ. Κεφαλογιάννης εισάγει το θέμα στο
Υπουργικό Συμβούλιο και αποφασίζεται
ομόφωνα η διεξαγωγή δημοσίου διαγωνισμού,
ορίζεται μάλιστα και τριμελής επιτροπή
από τους Υπουργούς Γ. Γεννηματά, Ν. Θέμελη
και Γ. Κεφαλογιάννη για να παρακολουθήσουν
την υλοποίηση της απόφασης του Υπουργικού
Συμβουλίου.
Παράλληλα
το Υπουργικό Συμβούλιο δίνει εντολή
στη Διοίκηση του ΟΤΕ να σταματήσει τις
διαπραγματεύσεις με τους δύο προμηθευτές.
Η
Διοίκηση του ΟΤΕ όχι μόνο δεν σταματά
τις διαπραγματεύσεις αλλά παρακάμπτει
το Υπουργικό Συμβούλιο και στις 30.01.1990
με σχετικό σημείωμα ενημερώνει τους
πολιτικούς αρχηγούς ψευδώς ότι πέτυχε
μείωση των τιμημάτων κατά 7 δις. δρχ. και
ζητά να γίνει η απευθείας ανάθεση με τα
νέα τιμήματα.
Η
αλήθεια είναι ότι μείωσε τα τιμήματα
κατά 7 δις δρχ. των αρχικών συμβάσεων,
αλλά με αντίστοιχη μείωση του υπό
προμήθεια υλικού.
Ουδεμία
δηλαδή ουσιαστική μεταβολή των αρχικών
τιμημάτων υπήρξε.
Την
31η
Ιανουαρίου 1990
ο
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ταυτιζόμενος
με τις απόψεις της Διοίκησης του ΟΤΕ
προκαλεί συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών
υπό τον Ζολώτα για να συζητήσουν το θέμα
του ΟΤΕ και των προμηθειών που εκκρεμούν.
Στην σύσκεψη αυτή αποφασίστηκε
να γίνει απευθείας ανάθεση, όπως ο ίδιος
πρότεινε, σε ΣΗΜΕΝΣ και ΙΝΤΡΑΚΟΜ και να
μην προκηρυχθεί διαγωνισμός.
Την επομένη της 31.01.1990 η Διοίκηση του
ΟΤΕ ενημερώνεται για τη θετική στάση
των πολιτικών αρχηγών και το ίδιο βράδυ
και ώρα 00.10 απεφάσισε την προμήθεια των
470.000 ψηφιακών παροχών με απευθείας
ανάθεση, υπογράφοντας τις σχετικές
συμβάσεις με τους προμηθευτές στις
20.00 της 01.02.1990.
Όπως
αναφέρει στην Επιτροπή με το από
24.02.2010 υπόμνημά του ο
τέως υπουργός Ιωάννης Κεφαλογιάννης,
η παραπάνω μεθόδευση τον ώθησε σε
παραίτηση την οποία ανακοίνωσε στον
τότε πρωθυπουργό της οικουμενικής
κυβέρνησης Ξενοφώντα Ζολώτα αναφερόμενος
λεπτομερώς στις αιτίες της.
Ο
ίδιος αναφέρει, ότι κλήθηκε από τον τότε
αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνο
Μητσοτάκη και του ζητήθηκε να μην
παραιτηθεί και εν αρνήσει του να αναβάλει
την αναγγελία της παραίτησής του για
μία ημέρα. Ο
Ιωάννης Κεφαλογιάννης αποδίδει το
παραπάνω αίτημα του Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη, το οποίο αποδέχθηκε αγνοώντας
τις τότε προθέσεις του, στην βούληση
του πολιτικού αρχηγού να μην γνωστοποιηθούν
οι λόγοι παραίτησης του Υπουργού καθώς
εντωμεταξύ αυτός μεθόδευσε την παραίτηση
της Οικουμενικής Κυβέρνησης για άλλο
προσχηματικό λόγο (διαφωνίες μεταξύ
των πολιτικών αρχηγών σχετικά με τις
κρίσεις την ηγεσία του στρατεύματος).
Η
Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με
πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη
η οποία προέκυψε από τις εκλογές της
6ης
Απριλίου 1990 υιοθέτησε πλήρως την επίμαχη
προμήθεια του ΟΤΕ.
Στη
συνέχεια ασκείται ποινική δίωξη από
τον 7ο
τακτικό ανακριτή για τις παραπάνω
συμβάσεις και εκδίδεται απαλλακτικό
βούλευμα το Μάρτιο του 1993 επί κυβερνήσεως
Μητσοτάκη.
Παράλληλα,
το 1994
ο 7ος
τακτικός ανακριτής προέβη στη διενέργεια
έρευνας για τη νομιμότητα των υπ. αριθμ.
«7220/90», «7230/90», «7160/89» και «7170/89» συμβάσεων
και μετά από την περάτωσή της, ο εισαγγελέας
άσκησε ποινικές διώξεις.
Το
Μάρτιο
του 1994
η τότε Διοίκηση του ΟΤΕ ανέθεσε σε
INTRACOM
και SIEMENS
την προμήθεια 1.000.000 ψηφιακών παροχών.
Εξαιτίας των δημοσιευμάτων και καταγγελιών
του Τύπου, ο Εισαγγελέας Εφετών κ. Γιώργος
Ζορμπάς ξεκίνησε στις 16.12.1994 τη διενέργεια
προκαταρκτικής εξέτασης.
Στις
28.11.1995,
στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΤΕ, σε
συζήτηση για την διαδικασία ψηφιοποίησης
και εκσυγχρονισμού του ΟΤΕ, ο κ. Γ.
Σκαρπέλης, Διευθυντής Τηλεπικοινωνιακού
Συστήματος, εισηγείται και προτείνει
την επιλογή του δρόμου των Προγραμματικών
Συμφωνιών. Ακόμη όμως το έδαφος δεν
είναι γόνιμο εξαιτίας των φόβων που
διατυπώνονται για την χρόνια δέσμευση
του οργανισμού με τους οίκους των
προμηθευτών. Στην ίδια ως άνω συνεδρίαση
εγκρίνεται και το Επιχειρησιακό Σχέδιο
του ΟΤΕ για την περίοδο 1996-2000.
Τον
Ιούνιο
του 1995
ο κ. Γιώργος Ζορμπάς στο πόρισμά του
ζήτησε να ασκηθούν ποινικές διώξεις
για τους υπηρεσιακούς παράγοντες του
ΟΤΕ που είχαν εμπλακεί σε αυτήν την
προμήθεια και στους προμηθευτές. Στις
30.6.1995 η υπόθεση αφαιρέθηκε από τον κ.
Γιώργο Ζορμπά, με απόφαση του Εισαγγελέα
Εφετών κ. Χρήστου Τζανακάκη.
Στις
12.03.1996
δόθηκε με απευθείας
ανάθεση παραγγελία
για προμήθεια 270.000 ψηφιακών παροχών σε
Siemens
και Intracom
συνολικού κόστους 16 δις. δρχ.
Στις
03.05.1996
με πόρισμά του το Ελεγκτικό Συνέδριο
δικαίωσε τον κ. Γιώργο Ζορμπά και εντόπισε
τέσσερις (4) παραβάσεις. Το
1998 η υπόθεση τέθηκε στο Αρχείο από τον
Εισαγγελέα Εφετών.
Στις
29.01.1997
δόθηκε με απευθείας
ανάθεση παραγγελία
για προμήθεια 338.000 ψηφιακών παροχών από
τις οποίες 167.000 σε IINTRACOM
και 171.000 σε SIEMENS
συνολικού κόστους 12,2 δις. δρχ.
Στις
28.05.1997
το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΤΕ εγκρίνει
το έκτακτο Αναπτυξιακό Πρόγραμμα του
ΟΤΕ 1997-1998. Στις 31.07.1997, διαρκούσης ακόμα
της ποινικής δίωξης του 1994 για τις
συμβάσεις 7220/90,
7230/90, 7160/89 και 7170/89, η Διοίκηση του ΟΤΕ
συστήνει επιτροπή διαπραγμάτευσης
αποτελούμενη από τους κ.κ. Γ. Χρυσολούρη,
Γ. Ορφανό, Χ. Σκαρπέλη, Χ. Καζαντζή και
Ε. Κυριαζή, προκειμένου συνεπικουρούμενη
από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΤΕ και
το νομικό του τμήμα να διαπραγματευθεί
με τους οίκους προμηθευτών, μεταξύ των
οποίων και οι Siemens και Intracom και να
διερευνήσει τις προϋποθέσεις πιθανής
σύναψης Προγραμματικής Σύμβασης (ΠΣ).
Αποφασίστηκε δε να προσληφθεί ο Οίκος
Price Waterhouse ως σύμβουλος σε αυτή την
διαδικασία.
Στις
30.08.1997
ο κ. Χάρης Καστανίδης παραιτείται από
το Υπουργείο Μεταφορών, στην επιστολή
παραίτησης του αναφέρει χαρακτηριστικά
ότι «ορισμένοι αντιλαμβάνονται την
παρουσία μου στο Υπουργείο Μεταφορών
ως εμπόδιο στην ελεύθερη άσκηση των
παιγνίων τους».
Η
παραίτηση του γίνεται δεκτή χωρίς καμία
περαιτέρω διερεύνηση και αντικαθίσταται
άμεσα από τον Αναστάσιο Μαντέλη.
Στις
09.12.1997
το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΤΕ με την
υπ΄ αριθ. 2544/09.12.1997 εγκρίνει την σύναψη
των Προγραμματικών Συμφωνιών. Ενέκρινε
την απαιτούμενη δαπάνη για το σύνολο
των Προγραμματικών Συμφωνιών στο ποσό
των 1.118 εκ. Ευρώ εκ των οποίων τα 464,5 εκ
Ευρώ θα αφορούσαν το παρασχεθέν υλικό.
Στις
15.12.1997,
υπογράφεται η ΠΣ 8002 με τη SIEMENS ΤΗΛΕ ΑΕ
για την προμήθεια υλικού, λογισμικού
και υπηρεσιών και την ψηφιοποίηση του
δικτύου.»
Μέρος
δεύτερον
Επειδή
ο ΥπΕξ κ. Κοτζιάς απείλησε με 10ετή
κάθειρξη όποιον δημοσιοποιήσει τα
απόρρητα έγγραφα της κομπίνας με τα
βλήματα που θα πωλούσαμε στη Σαουδική
Αραβία, ας ρίξουμε μια ματιά στον Ποινικό
Κώδικα
«Παραβίαση
μυστικών της Πολιτείας - ΄Αρθρο 146.
1.
΄Οποιος με πρόθεσή του και παράνομα
παραδίδει ή αφήνει να περιέλθουν στην
κατοχή ή τη γνώση άλλου έγγραφα,
σχέδια ή άλλα πράγματα ή ειδήσεις που
τα συμφέροντα της πολιτείας ή των
συμμάχων της επιβάλλουν να τηρηθούν
απόρρητα απέναντι σε ξένη κυβέρνηση,
τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.
2.
Σε καιρό πολέμου ο υπαίτιος τιμωρείται
με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη
τουλάχιστον δέκα ετών».
Πρώτον:
το έγκλημα είναι τετελεσμένον ως προς
το πρώτο στοιχείο του, αφού κάποιος
παρέδωσε τα έγγραφα στον Λοβέρδο.
Δεύτερον:
πού κείται το συμφέρον της πολιτείας
να παραμείνουν τα έγγραφα απόρρητα και
απέναντι σε ποιά ξένη κυβέρνηση; Άρα,
το δεύτερο στοιχείο του εγκλήματος δεν
συντρέχει.
Τρίτον:
μήπως αντιθέτως το συμφέρον της πολιτείας
είναι να πληροφορηθεί ο λαός πώς
εξακολουθούν να γίνονται οι κομπίνες
και να πέφτουν οι μίζες και επί αριστεράς
[λέμε και καμμιά μ..];
Άρα,
παπάρα η απειλή του ΥπΕξ.
Και
να θυμίσω ότι απόρρητη ήταν και η έκθεση
της ΤτΕ για τα δάνεια των κωμάτων από
τα ΜΜΕ. Οι βουλευτές τα διάβαζαν και
κρατούσαν σημειώσεις. Δεν μπορούσαν να
πάρουν αντίγραφο. Μεταξύ πολλών άλλων
έχουμε ξεφτιλίσει και την έννοια του
απόρρητου.
Σώτος
*Προσωνύμιον
αποδοθέν στον Κωνσταντίνο Καραμανλή,
όταν αυτός «εθνικοποίησε» την Εμπορική
Τράπεζα. Νονός ο Σάββας Κωνσταντόπουλος,
εκδότης της εφημερίδος «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
ΚΟΣΜΟΣ», ανεπίσημου δημοσιογραφικού
οργάνου της χούντας. Κάτι σαν την «ΑΥΓΗ»
του ΣΥΡΙΖΑ. [ΣΗΜ: η εθνικοποίηση της
Εμπορικής αποτέλεσε πράξη εκδίκησης
τού Κ. Καραμανλή, επειδή ο Στρατής
Ανδρεάδης, ελέγχων την τράπεζα και τις
θυγατρικές της με ένα ποσοστό μετοχών
μη υπερβαίνον το 17%, είχε εγκαταλείψει
επί χούντας τον αυτοεξόριστο Καραμανλή
συμπλέοντας με τη χούντα. Προ 2 εβδομάδων
περίπου άκουσα από τον ρ/δ σταθμό
«Παραπολιτικά», ώρα 20:50, να λέει κάποιος
ότι η μήνις του Καραμανλή οφείλεται στο
γεγονός πως όταν ο Ανδρεάδης ζήτησε από
τον Γ. Παπαδόπουλο άδεια διυλιστηρίου,
ο τελευταίος του υποσχέθηκε να τη δώσει,
αν ο Ανδρεάδης πετούσε τα υπάρχοντα του
Καραμανλή έξω από διαμέρισμα ανήκον
στον Ανδρεάδη, το οποίο είχε νοικιασμένο
ο Καραμανλής, όπως και έγινε. Προσπάθησα
να πληροφορηθώ το όνομα αυτού που ανέφερε
το περιστατικό, αλλά δεν τα κατάφερα.
Αν τούτο αληθεύει, αποτελεί άλλο ένα
δείγμα τους πώς γράφεται η πωλητική
ιστορία στον δύσμοιρο αυτό τόπο].