Γράφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης
Δεν
ξέρω από πού ν’ αρχίσω. Με κατακλύζει
η ενασχόληση πάντων με τα ασήμαντα, τα
ποταπά, τις δηλώσεις κάποιας Κασιμάτη,
εκπροσώπου μου στο Κυνοβούλιο, το πόσο
συγκλονίζει η....
δήλωση της τάδε μούρης
για το θάνατο της μητέρας της, τα
σκιρτήματα που προκαλεί η δείνα μούρη
που τα δείχνει όλα κ.λπ. Πάντως η Κασιμάτη
δεν ξέφυγε από τη πεπατημένη. Εξέφρασε
τη λύπη της που οι δηλώσεις της
παρερμηνεύθηκαν.
Ο Μπόρις Τζόνσον, είτε μας
αρέσει είτε δεν μας αρέσει, εξελέγη
πρωθυπουργός τού ΗΒ με συντριπτική
πλειοψηφία. Εν τούτοις χιλιάδες Λονδρέζοι
συγκεντρώθηκαν αλαλάζοντας «Δεν είσαι
πρωθυπουργός» ή «θέλουμε να μείνουμε
στην ΕΕ». Εγώ γιατί τόσα χρόνια πίστευα
ότι στις Δημοκρατίες υπάρχει μεν
ελευθερία του λόγου, κρατεί δε η πλειοψηφία
του δήμου; Τοσαύτην επλανώμην πλάνην
οικτράν;
Μετά έπεσα πάνω στην είδηση,
ότι η Μπέττυ έγινε επίκουρη καθηγήτρια
του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Εντελώς
αξιοκρατικά φυσικά. Και προφανώς θα
καθορίζει εκείνη τις ώρες που θα διδάσκει,
ώστε να βολεύει το υπόλοιπο πρόγραμμά
της, όπως κάνουν όλοι οι [αριστεροί (λέμε
και καμμιά μ…) στην πλειονότητά τους]
καθηγητές ΑΕΙ, ΤΕΙ κ.λπ. αδιαφορώντας
για το πρόγραμμα των φοιτητών. Ο Πολάκης
δεν διαμαρτυρήθηκε για την επιλογή
αυτή. Προφανώς επειδή και αυτός έχει
πεισθεί ότι ήταν αξιοκρατική. Βάρδα μην
είχε επιλεγεί κάποια ανεψιά τού Κούλη.
Κι’ εμείς εξακολουθούμε να πιπιλάμε
την καραμέλα του brain
drain,
ενώ στην Ελλάδα έχουν παραμείνει brains
του διαμετρήματος της Μπέττυ.
Ακολούθως με κεραυνοβολεί
η είδηση ότι στη Σουηδία τοποθέτησαν
σε ιερό ναό πίνακα, όπου στην Εδέμ ο Αδάμ
και η Εύα, αλλά και ο όφις, απεικονίζονται
ως gay ή transexual.
Εντάξει, θα μου πείτε, τέχνη
είναι αυτή. Ακριβώς όπως κάποιος
καλλιτέχνης εξέθετε τις κουράδες του
[μπαρδόν, τα περιττώματά του ήθελα να
γράψω] ως έργο τέχνης.
Ακολούθως εκστασιάσθηκα από
τον Μπαλάφα*, όνομα και πράμα, που μας
ενημέρωσε, ότι δεν έγινε και τίποτε που
μέλος του Κυνοβουλίου αναφέρθηκε σε
μπάτσους, γουρούνια, δολοφόνους. Πώς
κάτι άλλοι κάνουν ομοιοκαταληξία με τα
βυζιά της Πάολα και τους «δολοφόνοι»
διερωτήθηκε; Έτσι ακριβώς. Αντιεξουσιαστές
είναι όλοι, όσο δεν είναι στην εξουσία.
Όλ’ αυτά, προ πάντων, όμως, η
αξιοκρατία και η αριστερή νομενκλανούρα,
μου θύμισαν κάποιον Πόρτερ. Αν ζούσε
σήμερα [72 χρόνια μετά], τα ίδια θα έγραφε.
Ίσως και να κατέληγε, ότι στη χώρα μας,
τουλάχιστον, έχουμε όχι μόνον δεξιούς,
αλλά και αριστερούς λακέδες και τρωκτικά.
Αρκεί να περνάνε καλά απομυζώντας τον
δημόσιο κορβανά.
Κι’ αν γίνει η στραβή, θα πάνε
να υπερασπισθούν την περιουσία τής ελίτ
[«πάτρια εδάφη» κατά τους ρομαντικούς]
οι γιοί τού γεωργού, του υπαλλήλου, του
εργάτη, του ψιλικατζή, του φούρναρη, του
ψαρά, του περιπτερά, του μανάβη, του
μπακάλη, του αστυφύλακα, του σκουπιδιάρη,
του αξιωματικού, του μικροπωλητή, του
ταξιτζή, του νταλικιέρη, του ντελιβερά,
του ψαρά, αλλά και ο εγγονός τής γιαγιάς
που συνελήφθη πωλώσα τερλίκια. Ουδείς
Καρανίκας και λοιποί αντιρρησίες
συνείδησης.
Και καθώς χτένιζα το αρθρίδιο
τούτο, με βάρεσε κατακούτελα η δήλωση
Γεραπετρίτη: «…….έχουμε
εξυφάνει ένα
συνολικό στρατηγικό σχέδιο, που θα
ανταποκρίνεται σε οποιαδήποτε επιθετική
ενέργεια εκ μέρους της Τουρκίας». Ποιά
άλλη μπαλαφάρα θ’ ακούσουν οι νέοι μας
εκφεύγουσα έρκους οδόντων υπουργάρας;
Γιατί, λοιπόν, να μην κάνει λόγο για
«περιέλουση» με βενζίνη η ρεπόρτερ του
ΣΚΑΙ και να μην επικαλείται τα βυζά τής
Πάολα ο Μπαλαφάρας;
Ευτυχώς που η κυβέρνηση δίνει
κάτι τις στους οικονομικά πιο αδύνατους
στα πλαίσια της πωλητικής τής ανάπτυξης,
όπως έκανε και με την απόφαση για την
επιδότηση των εφημερίδων πανελλήνιας
κυκλοφορίας, ώστε να συνεχίσουν να μας
ενημερώνουν αντικειμενικά.
Σώτος
Προέρχεται
από τον κόσμο του λαϊκού θεάτρου κι’
ετυμολογείται από τον Μπαλαφάρα, έναν
μπουλουξή. Επίσης συναντάται και
σαν «μπαλάφα»,
«μπαλαφαρία».
Α.
Στο θέατρο και τον κινηματογράφο είναι
μια κωμωδία καταστάσεων όπου κυριαρχούν
η υπερβολή, το χοντροκομμένο χιούμορ
(συχνές αναφορές σ’ αχαμνά, βυζιά, κώλους
και όλες τις λειτουργίες τους με έμφαση
στα ηχητικά εφέ), η φωνακλάδικη αθυροστομία,
οι έντονες κινήσεις (οι ηθοποιοί είναι
υπερδραστήριοι επί της σκηνής), η
ακατάσχετη πολυλογία που εκφέρεται
ταχύτατα και γενικά κάθε είδους χοντράδα
(μέχρι τη χυδαιότητα) με σκοπό την εύκολη
πρόκληση γέλιου (ενίοτε, σαν είδος
κωμωδίας, δεν είναι τόσο αθώο όσο δείχνει
και είναι μόνο επιφανειακά ελαφρύ·
απαιτεί δε από τη μεριά του ηθοποιού
που συνήθως αυτοσχεδιάζει, μεγάλο
ταλέντο και σωματική αντοχή).
Έχει
καταντήσει να σημαίνει:
Όταν μιλάμε για
ένα έργο τέχνης (κυρίως θεατρικό και
κινηματογραφικό αλλά όχι μόνο)
την κιτσάτη χοντροκοπιά, μπαρούφα,
την μπούρδα, τη σαχλαμάρα, την αρλούμπα,
τη μούφα,
την ανώδυνη διασκέδαση για κοινό χωρίς
απαιτήσεις (π.χ. εφήβους, μπασκλασαρία),
τη δηθενιά,
την αποτυχημένη (προσπάθεια για) σάτυρα
λόγω έλλειψης μέτρου ή ταλέντου,
την αμερικλανιά (ως
προς το περιεχόμενο τουλάχιστον). [Παρ’
όλ’ αυτά κάποιοι κάνουν καινούργιο
συκώτι απ’
τα γέλια και κάποιοι άλλοι βγάζουν τρελό
χρήμα]
B.
Σαν χαρακτηρισμός μιας δράσης, κατάστασης,
εξαγγελίας, ανακοίνωσης σημαίνει πάνω
κάτω τα ίδια κι επιπλέον την άνευ
περιεχομένου μεγαλοστομία με σκοπό τον
εύκολο εντυπωσιασμό, τα φούμαρα /
τις υπερβολές / τις παραφουσκωμένες
αερολογίες / μαλακίες που λέγονται από
φορείς, ελίτ, ΜΜΕ είτε σαν δικαιολογίες
είτε για να χαϊδέψουν αυτιά, το κακοστημένο
θέαμα με σκοπό τη χειραγώγηση οποιοδήποτε
κοινού του οποίου υποτιμάται η νοημοσύνη.
Γ.
Όταν μιλάμε
i)
για χαλαρές καταστάσεις μεταξύ φίλων:
ο χαβαλές / η πλάκα / οι παρεΐστικοι
αστεϊσμοί,· ii) για χιούμορ / ανέκδοτα:
τα πικάντικα, τα σκαμπρόζικα, τα σόκιν.
Δ.
Υπάρχουν και τα «μπαλάφας»,
«μπαλαφάρας» για
τους εκφέροντες μπαλαφάρες.