Γράφει ο Νίκος Μέρτζος
Το Σάββατο και την Κυριακή 21-22 Οκτωβρίου η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων οργανώνει ....
επιστημονικό συμπόσιο με θέμα «Συμβολή για τα Βλαχοχώρια του Μέλλοντος». Το συμπόσιο θα διεξαχθεί στην Νίκειο Σχολή στο Νυμφαίον το οποίο αποτελεί υπόδειγμα ήπιας ανάπτυξης.
Επί μακρούς αιώνες τα βλαχοχώρια στα ψηλά βουνά υπήρξαν λίκνο τους ελληνικής παιδείας και τείχος του Ελληνισμού, κιβωτός πολιτισμού και κέντρα διεθνούς εμπορίου. Τα δίκτυά τους απλώνονταν σε Δύση και Ανατολή: Βαλκάνια και Ευρώπη, Κωνσταντινούπολη και Αίγυπτος, Ρωσία, Κασπία και Κριμαία. Παρέμειναν άπαρτα ακροπύργια του Έθνους έως την Κατοχή 1941-1944 οπότε οι Γερμανοί και Ιταλοί τα πυρπόλησαν όλα με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ολοκαύτωμα η Κλεισούρα. Αλλά οι Βλάχοι τα αναστήλωσαν όλα. Επί 450 χρόνια ήσαν αυτοδιοικούμενα και ένοπλα. Δυστυχώς, αχάριστη, αμνήμων και ανελλήνιστη η Ελληνική Πολιτεία κατήργησε κι αυτές τους σεπτές ορεινές κοινότητες που την πατρώα αυτοδιοίκησή τους που είχαν σεβασθεί ακόμη και οι Οθωμανοί κατακτητές. Αυτό σημαίνει εθνική παρακμή. Ωστόσο, εμείς απάνω στα βουνά τους στεκόμαστε όρθιοι και δημιουργοί. Χρωστάμε στον Ελληνισμό και σώζουμε τα σεβάσμια λίκνα του για να θυμάται το Γένος. Η μνήμη οδηγεί. Και οι Βλάχοι το υπηρετούν ακόμη από θέσεις-κλειδιά. Βλάχοι σήμερα είναι ο Πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Περικλής Μήτκας, οι Περιφερειάρχες Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας, Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης και Θεσσαλίας Βασίλης Αγοραστός, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, οι Πρόεδροι της Διεθνούς Εκθέσεως Δημήτρης Τζήκας και της ΧΑΝ Γιάννης Σωσσίδης, δεκάδες καθηγητές Πανεπιστημίων κ.α.
Στα βλαχοχώρια της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και του Βάλτου
συναντάς ακόμη ζωντανή την Ιστορία και την ασημουργία, την λαϊκή αρχιτεκτονική και την παράδοση σε πλήρη αρμονία με την εξαίσια Φύση όπου αχολογούν τα τελευταία τσελιγκάτα. Ας επιτραπεί, λοιπόν, στον υποφαινόμενο Βλάχο να αφιερώσει στις ρίζες του τρία διαδοχικά άρθρα. Είναι πολύ δύσκολο να διατρέξεις τόσους πολλούς αιώνες, τόσους άθλους, τόσο χρυσάφι και τόσο αίμα. Να διαλύσεις τόσες πλάνες και τόσο οργανωμένες πλεκτάνες. Να συνοψισθούν σε ενότητες που καθεμιά τους αποτελεί ολάκερα βιβλία. Οι Αρμάνοι καμαρώνουν ότι υπήρξαν πρώτοι στ’ άρματα και στα γράμματα, στα γρόσια και στα τάματα. Καθοδήγησαν τα Βαλκάνια, διεκίνησαν το εμπόριο Ανατολής και Δύσης, φώτισαν το δουλεύον Γένος και στάθηκαν αρματωμένοι στην πρώτη γραμμή όλων των αγώνων.
Βλάχους τους ονόμασαν άλλοι. Εμείς ανέκαθεν αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Αρμάνοι, δηλαδή Ρωμαίοι πολίτες τους καθ’ ημάς Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η οποία τους τελευταίους αιώνες τους επονομάζονταν και Ρωμανία. Αρειμάνιος στην ελληνική σημαίνει αγέρωχος πολεμιστής. Το όνομα Ρωμαίος ουδέποτε προσδιόριζε εθνική καταγωγή. Επί περισσότερα από χίλια χρόνια όλοι οι Έλληνες αυτοπροσδιορίζονταν ως Ρωμαίοι. Ρωμιοσύνη ορίζουμε το Γένος τους μέχρι σήμερα και αποκαλούμεθα Ρωμιοί. Έως την Άλωση ο Αυτοκράτωρ έφερε τον τίτλο «Πιστός εν Χριστώ Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Ρουμ ιλί, Ρούμελη, γη των Ρωμαίων, ονόμασαν οι Οθωμανοί όλον τον ελληνικό χώρο δυτικά τους Πόλης.
Είμαστε οι τελευταίοι απόγονοι των γηγενών Ελλήνων οι οποίοι λατινοφώνησαν μετά την επικράτηση των Ρωμαίων, όπως λατινοφώνησαν όλοι οι κάτοικοι τους Ρουμανίας, τους Γαλλίας, τους Ισπανίας, τους Πορτογαλίας, της Βαλονίας στο Βέλγιο και του καντονίου Ρωμάνις τους Ελβετίας. Μετά όλη η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική. Η επιστήμη ονομάζει ρωμανικές αυτές τις γλώσσες γιατί μήτρα τους είναι η λατινική. Η γλωσσική ρίζα δεν σημαίνει εθνική.
Οι πρόγονοί μας ουδέποτε έγραψαν την προφορική τους γλώσσα. Έγραψαν μόνον στην ελληνική. Εξελλήνιζαν. Δεν εξελληνίσθηκαν. Όλοι οι ιστορικοί μαρτυρούν επί μακρούς αιώνες ότι από τον 1ο αιώνα οι γηγενείς πληθυσμοί στον ευρύτερο ελληνικό χώρο λατινοφώνησαν λόγω τους ρωμαϊκής κυριαρχίας και χρησιμοποιούσαν τη λατινική στην προφορική μονάχα τους λαλιά: φθέγγεσθαι, λόγω Ρωμαίων χρώνται, εκφωνείσθαι ρήμασι ρωμαϊκοίς κ.α.
Ο Πλούταρχος τον 1ο αιώνα τους (50-120) γράφει:. «Ως δοκεί μοι περί Ρωμαίων λέγειν ων με λόγω νυν ομού τι πάντες άνθρωποι χρώνται», δηλαδή «την γλώσσα των Ρωμαίων χρησιμοποιούν προφορικά τώρα όλοι μαζί σχεδόν οι άνθρωποι». Μετά 43 χρόνια, ο Ρωμαίος Δίων Κάσσιος (163-235) αναφέρει ότι ο Αυτοκράτωρ Αντωνίνος ο Ευσεβής, από το 138 έως το 161 τους, συγκρότησε επί τόπου τρεις Λεγεώνες από γηγενείς Μακεδόνες, Ηπειρώτες και Αιτωλούς: την 5η,7η, και 6η. Στα βλάχικα η 5η ονομάζεται «τσίντσι» και, γι’ αυτό, οι Σέρβοι τους ονόμασαν «Τσίντσαρ». Κάθε Λεγεώνα αποτελούσαν 16.000 άνδρες βαρειά οπλισμένοι που υπηρετούσαν επί 25 συνεχή χρόνια ακολουθούμενοι από τους οικογένειές τους. Έτσι λατινοφώνησαν και συνέχισαν να υπηρετούν ένοπλοι την Αυτοκρατορία τα επόμενα χίλια τριακόσια χρόνια. Το 212 τους ο Αυτοκράτωρ Καρακάλλας ονόμασε Ρωμαίους όλους τους υπηκόους τους Αυτοκρατορίας διότι τους ανύψωσε στο δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη. Τον 5ο αιώνα ο Πρίσκος γράφει ότι όλοι οι αιχμάλωτοι του Αττίλα, που ο τους επισκέφθηκε, μιλούσαν λατινικά επειδή στα Βαλκάνια τους ο πληθυσμός είχε λατινοφωνήσει και μόνον τους ακτές μιλούσαν ελληνικά. Μετά σύντομα ο Ιωάννης Λυδός, σύγχρονος του Ιουστινιανού, βεβαιώνει τα ίδια. Γράφει:
«Νόμος ην αρχαίος πάντα μεν τα οπωσούν πραττόμενα παρά τοις Επάρχοις τοις των Ιταλών εκφωνείσθαι ρήμασι, τα δε περί την Ευρώπην πραττόμενα πάντα διεφύλαξεν εξ ανάγκης δια το τους αυτής οικήτορας, καίπερ Έλληνας εκ του πλείονος όντας, τη των Ιταλών φθέγγεσθαι φωνή και μάλιστα τους δημοσιεύοντας». Δηλαδή «υπήρχε αρχαίος νόμος να εκφωνούνται λατινικά όσα έπρατταν οι Έπαρχοι και όσοι έπρατταν στα Βαλκάνια (που τότε ονομάζονταν Ευρώπη) η ανάγκη διεφύλαξε τον νόμο να μιλούν λατινικά, παρ’ όλο που οι περισσότεροι κάτοικοί τους ήσαν Έλληνες και μάλιστα οι δημόσιοι αξιωματούχοι».
Ο Προκόπιος το 553-555 καταγράφει βλάχικα τοπωνύμια: Σαπτεκάζας: Επτά Σπίτια, Λουποφοντάνα: Λυκόβρυση, Μπουργκουάλτου: Ψηλό Κάστρο κ.α.
Έως το τέλος του 6ου αιώνα οι λατινόφωνοι αυτοί πολεμιστές δεν ονομάζονται ακόμη Βλάχοι. Μήπως δεν υπήρχαν έως τότε; Υπήρχαν, βέβαια. Το όνομα Βλάχος ήλθε και τους βρήκε. Πώς; Οι Γερμανοί επονόμαζαν όλους τους λατινόφωνους Volcae, δηλαδή Λαούς τους Λατινικής, και μετά Welsch. Aπ’ αυτό προήλθαν οι ονομασίες Βαλλόνοι και Ουαλλοί. Διερχόμενοι τα γερμανικά εδάφη οι Σλάβοι έφεραν το όνομα παρεφθαρμένο στα Βαλκάνια όπου βρήκαν τους αυτόχθονες λατινόφωνους και τους ονόμασαν Wlaschi, Βλάχους. Γι’ αυτό «ξαφνικά» εμφανίσθηκαν από το πουθενά Βλάχοι- απλώς τότε εμφανίσθηκε πρώτη φορά το όνομα Βλάχος. Η Πολωνία ονομάζει επίσημα μέχρι σήμερα Wloshy την Ιταλία.
Ν.Ι. Μέρτζος
Το Σάββατο και την Κυριακή 21-22 Οκτωβρίου η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων οργανώνει ....
επιστημονικό συμπόσιο με θέμα «Συμβολή για τα Βλαχοχώρια του Μέλλοντος». Το συμπόσιο θα διεξαχθεί στην Νίκειο Σχολή στο Νυμφαίον το οποίο αποτελεί υπόδειγμα ήπιας ανάπτυξης.
Επί μακρούς αιώνες τα βλαχοχώρια στα ψηλά βουνά υπήρξαν λίκνο τους ελληνικής παιδείας και τείχος του Ελληνισμού, κιβωτός πολιτισμού και κέντρα διεθνούς εμπορίου. Τα δίκτυά τους απλώνονταν σε Δύση και Ανατολή: Βαλκάνια και Ευρώπη, Κωνσταντινούπολη και Αίγυπτος, Ρωσία, Κασπία και Κριμαία. Παρέμειναν άπαρτα ακροπύργια του Έθνους έως την Κατοχή 1941-1944 οπότε οι Γερμανοί και Ιταλοί τα πυρπόλησαν όλα με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ολοκαύτωμα η Κλεισούρα. Αλλά οι Βλάχοι τα αναστήλωσαν όλα. Επί 450 χρόνια ήσαν αυτοδιοικούμενα και ένοπλα. Δυστυχώς, αχάριστη, αμνήμων και ανελλήνιστη η Ελληνική Πολιτεία κατήργησε κι αυτές τους σεπτές ορεινές κοινότητες που την πατρώα αυτοδιοίκησή τους που είχαν σεβασθεί ακόμη και οι Οθωμανοί κατακτητές. Αυτό σημαίνει εθνική παρακμή. Ωστόσο, εμείς απάνω στα βουνά τους στεκόμαστε όρθιοι και δημιουργοί. Χρωστάμε στον Ελληνισμό και σώζουμε τα σεβάσμια λίκνα του για να θυμάται το Γένος. Η μνήμη οδηγεί. Και οι Βλάχοι το υπηρετούν ακόμη από θέσεις-κλειδιά. Βλάχοι σήμερα είναι ο Πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Περικλής Μήτκας, οι Περιφερειάρχες Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας, Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης και Θεσσαλίας Βασίλης Αγοραστός, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, οι Πρόεδροι της Διεθνούς Εκθέσεως Δημήτρης Τζήκας και της ΧΑΝ Γιάννης Σωσσίδης, δεκάδες καθηγητές Πανεπιστημίων κ.α.
Στα βλαχοχώρια της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και του Βάλτου
συναντάς ακόμη ζωντανή την Ιστορία και την ασημουργία, την λαϊκή αρχιτεκτονική και την παράδοση σε πλήρη αρμονία με την εξαίσια Φύση όπου αχολογούν τα τελευταία τσελιγκάτα. Ας επιτραπεί, λοιπόν, στον υποφαινόμενο Βλάχο να αφιερώσει στις ρίζες του τρία διαδοχικά άρθρα. Είναι πολύ δύσκολο να διατρέξεις τόσους πολλούς αιώνες, τόσους άθλους, τόσο χρυσάφι και τόσο αίμα. Να διαλύσεις τόσες πλάνες και τόσο οργανωμένες πλεκτάνες. Να συνοψισθούν σε ενότητες που καθεμιά τους αποτελεί ολάκερα βιβλία. Οι Αρμάνοι καμαρώνουν ότι υπήρξαν πρώτοι στ’ άρματα και στα γράμματα, στα γρόσια και στα τάματα. Καθοδήγησαν τα Βαλκάνια, διεκίνησαν το εμπόριο Ανατολής και Δύσης, φώτισαν το δουλεύον Γένος και στάθηκαν αρματωμένοι στην πρώτη γραμμή όλων των αγώνων.
Βλάχους τους ονόμασαν άλλοι. Εμείς ανέκαθεν αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Αρμάνοι, δηλαδή Ρωμαίοι πολίτες τους καθ’ ημάς Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η οποία τους τελευταίους αιώνες τους επονομάζονταν και Ρωμανία. Αρειμάνιος στην ελληνική σημαίνει αγέρωχος πολεμιστής. Το όνομα Ρωμαίος ουδέποτε προσδιόριζε εθνική καταγωγή. Επί περισσότερα από χίλια χρόνια όλοι οι Έλληνες αυτοπροσδιορίζονταν ως Ρωμαίοι. Ρωμιοσύνη ορίζουμε το Γένος τους μέχρι σήμερα και αποκαλούμεθα Ρωμιοί. Έως την Άλωση ο Αυτοκράτωρ έφερε τον τίτλο «Πιστός εν Χριστώ Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Ρουμ ιλί, Ρούμελη, γη των Ρωμαίων, ονόμασαν οι Οθωμανοί όλον τον ελληνικό χώρο δυτικά τους Πόλης.
Είμαστε οι τελευταίοι απόγονοι των γηγενών Ελλήνων οι οποίοι λατινοφώνησαν μετά την επικράτηση των Ρωμαίων, όπως λατινοφώνησαν όλοι οι κάτοικοι τους Ρουμανίας, τους Γαλλίας, τους Ισπανίας, τους Πορτογαλίας, της Βαλονίας στο Βέλγιο και του καντονίου Ρωμάνις τους Ελβετίας. Μετά όλη η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική. Η επιστήμη ονομάζει ρωμανικές αυτές τις γλώσσες γιατί μήτρα τους είναι η λατινική. Η γλωσσική ρίζα δεν σημαίνει εθνική.
Οι πρόγονοί μας ουδέποτε έγραψαν την προφορική τους γλώσσα. Έγραψαν μόνον στην ελληνική. Εξελλήνιζαν. Δεν εξελληνίσθηκαν. Όλοι οι ιστορικοί μαρτυρούν επί μακρούς αιώνες ότι από τον 1ο αιώνα οι γηγενείς πληθυσμοί στον ευρύτερο ελληνικό χώρο λατινοφώνησαν λόγω τους ρωμαϊκής κυριαρχίας και χρησιμοποιούσαν τη λατινική στην προφορική μονάχα τους λαλιά: φθέγγεσθαι, λόγω Ρωμαίων χρώνται, εκφωνείσθαι ρήμασι ρωμαϊκοίς κ.α.
Ο Πλούταρχος τον 1ο αιώνα τους (50-120) γράφει:. «Ως δοκεί μοι περί Ρωμαίων λέγειν ων με λόγω νυν ομού τι πάντες άνθρωποι χρώνται», δηλαδή «την γλώσσα των Ρωμαίων χρησιμοποιούν προφορικά τώρα όλοι μαζί σχεδόν οι άνθρωποι». Μετά 43 χρόνια, ο Ρωμαίος Δίων Κάσσιος (163-235) αναφέρει ότι ο Αυτοκράτωρ Αντωνίνος ο Ευσεβής, από το 138 έως το 161 τους, συγκρότησε επί τόπου τρεις Λεγεώνες από γηγενείς Μακεδόνες, Ηπειρώτες και Αιτωλούς: την 5η,7η, και 6η. Στα βλάχικα η 5η ονομάζεται «τσίντσι» και, γι’ αυτό, οι Σέρβοι τους ονόμασαν «Τσίντσαρ». Κάθε Λεγεώνα αποτελούσαν 16.000 άνδρες βαρειά οπλισμένοι που υπηρετούσαν επί 25 συνεχή χρόνια ακολουθούμενοι από τους οικογένειές τους. Έτσι λατινοφώνησαν και συνέχισαν να υπηρετούν ένοπλοι την Αυτοκρατορία τα επόμενα χίλια τριακόσια χρόνια. Το 212 τους ο Αυτοκράτωρ Καρακάλλας ονόμασε Ρωμαίους όλους τους υπηκόους τους Αυτοκρατορίας διότι τους ανύψωσε στο δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη. Τον 5ο αιώνα ο Πρίσκος γράφει ότι όλοι οι αιχμάλωτοι του Αττίλα, που ο τους επισκέφθηκε, μιλούσαν λατινικά επειδή στα Βαλκάνια τους ο πληθυσμός είχε λατινοφωνήσει και μόνον τους ακτές μιλούσαν ελληνικά. Μετά σύντομα ο Ιωάννης Λυδός, σύγχρονος του Ιουστινιανού, βεβαιώνει τα ίδια. Γράφει:
«Νόμος ην αρχαίος πάντα μεν τα οπωσούν πραττόμενα παρά τοις Επάρχοις τοις των Ιταλών εκφωνείσθαι ρήμασι, τα δε περί την Ευρώπην πραττόμενα πάντα διεφύλαξεν εξ ανάγκης δια το τους αυτής οικήτορας, καίπερ Έλληνας εκ του πλείονος όντας, τη των Ιταλών φθέγγεσθαι φωνή και μάλιστα τους δημοσιεύοντας». Δηλαδή «υπήρχε αρχαίος νόμος να εκφωνούνται λατινικά όσα έπρατταν οι Έπαρχοι και όσοι έπρατταν στα Βαλκάνια (που τότε ονομάζονταν Ευρώπη) η ανάγκη διεφύλαξε τον νόμο να μιλούν λατινικά, παρ’ όλο που οι περισσότεροι κάτοικοί τους ήσαν Έλληνες και μάλιστα οι δημόσιοι αξιωματούχοι».
Ο Προκόπιος το 553-555 καταγράφει βλάχικα τοπωνύμια: Σαπτεκάζας: Επτά Σπίτια, Λουποφοντάνα: Λυκόβρυση, Μπουργκουάλτου: Ψηλό Κάστρο κ.α.
Έως το τέλος του 6ου αιώνα οι λατινόφωνοι αυτοί πολεμιστές δεν ονομάζονται ακόμη Βλάχοι. Μήπως δεν υπήρχαν έως τότε; Υπήρχαν, βέβαια. Το όνομα Βλάχος ήλθε και τους βρήκε. Πώς; Οι Γερμανοί επονόμαζαν όλους τους λατινόφωνους Volcae, δηλαδή Λαούς τους Λατινικής, και μετά Welsch. Aπ’ αυτό προήλθαν οι ονομασίες Βαλλόνοι και Ουαλλοί. Διερχόμενοι τα γερμανικά εδάφη οι Σλάβοι έφεραν το όνομα παρεφθαρμένο στα Βαλκάνια όπου βρήκαν τους αυτόχθονες λατινόφωνους και τους ονόμασαν Wlaschi, Βλάχους. Γι’ αυτό «ξαφνικά» εμφανίσθηκαν από το πουθενά Βλάχοι- απλώς τότε εμφανίσθηκε πρώτη φορά το όνομα Βλάχος. Η Πολωνία ονομάζει επίσημα μέχρι σήμερα Wloshy την Ιταλία.
Ν.Ι. Μέρτζος