Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Ανδρέας Παπανδρέου: Αριστερή φρασεολογία και δεξιά πολιτική πρακτική

Του Δαμιανού Βασιλειάδη, δημοδιδασκάλου, συγγραφέα

«Η ιστορία θα καταγράψει τελικά τη ζημιογόνο συμπεριφορά του. Γιατί μετά από τον Ανδρέα, με ιστορικούς υπολογισμούς, έρχεται ....
αυτή εδώ η καταστροφή. Ο Ανδρέας ήταν αυτός που δημιούργησε τη βάση όσων τραβάμε σήμερα».
Αδαμάντιος Πεπελάσης

Η καταστροφική πορεία της πολιτικής του γιου Γιώργου Παπανδρέου, που ζήσαμε κατά τη περίοδο διακυβέρνησής του, με τόσο τραγικά για τα λαϊκά στρώματα αποτελέσματα, ξεκινάει από τον πατέρα Ανδρέα Γ. Παπανδρέου και τους διαδόχους του φυσικά, για να μην πάμε ακόμη πιο πίσω και συμπεριλάβουμε και τον παππού Γεώργιο Παπανδρέου με τα κατοχικά και Δεκεμβριανά. Η σημερινή οικονομική και γενικότερη κατοχή της Ελλάδας είναι έργο, βασισμένο κατά προτεραιότητα στην πολιτική των δύο προηγούμενων.
Παραιτήθηκα το 1977, (δεν με διέγραψαν), όταν διαπίστωσα την πλήρη διάσταση ανάμεσα στις διακηρυγμένες αρχές και την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου, που τη χαρακτήριζε ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΦΡΑΣΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΔΕΞΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΡΑΚΤΙΚΉ.
Ήσουν ήμουν ο μόνος που πάλεψε τότε ενάντια στο ρεύμα της καταστροφικής του πολιτικής, καταγγέλλοντας τον, όταν άλλοι, ενώ γνώριζαν, όπως ο Αδαμάντιος Πεπελάσης και πολλοί άλλοι, γνωστοί και μη εξαιρετέοι, σιωπούσαν, για να μην εκτεθούν και χάσουν τα προνόμια που απολάμβαναν. Όψιμα ανακάλυψαν δήθεν την αλήθεια, που έκρυβαν επιμελώς από έλλειψη θάρρους ή προσωπικού συμφέροντος ή και από τα δύο μαζί.
Υπάρχει σύγχυση και παραπληροφόρηση (πλύση εγκεφάλου) από τα γνωστά εξωθεσμικά κέντρα εντός και εκτός Ελλάδας, που σκόπιμα τρομοκρατούν και απατούν τον ελληνικό λαό, για να τον κρατούν σε υποδούλωση, ομηρία και εκμετάλλευση, αλλά και προσωπικό συμφέρον, απ’ όσους ευνοήθηκαν προνομιακά από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου σε βάρος του ελληνικού λαού που κράτησαν την αξιοπρέπειά τους και δεν μετείχαν στις πελατειακές σχέσης και την αρπαχτή με δανεικά.
Η σημερινή ιδιότυπη κατοχή της Ελλάδας από την Τρόϊκα δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε είναι αποτέλεσμα της πολιτικής της τελευταίας κυβέρνησης. Λες και η ιστορία ξεκίνησε κάπου στα χρόνια της κυβέρνησης Σημίτη. Ένα ουρανομήκες ψέμα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Για όσους δεν έχουν συμφέρον και δεν είναι αφελείς ή αιθεροβάμονες και επιπλέον έχουν το θάρρος να αντικρύσουν κατάματα την αλήθεια, κάνοντας οι ίδιοι κριτική και αυτοκριτική για τη συμμετοχή τους, είτε την ενεργητική είτε την παθητική, σ’ αυτό το έγκλημα κατά της πατρίδας μας και τέλος θέλουν να μάθουν την πραγματική αλήθεια, (αν φυσικά την ξέρουν, αλλά δεν την ομολογούν), καλό είναι να διαβάσουν την παρακάτω ανάλυσή μου.
Με άγνοια του παρελθόντος δεν οικοδομείται το μέλλον.
Ήδη από το 1974 διαπίστωσα και διατύπωσα την παρακμιακή πορεία της χώρας με βάση την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου στο βιβλίο μου ΠΑΚ – ΠΑΣΟΚ, μύθος και πραγματικότητα, που ήταν συγχρόνως και η παραίτησή μου από το ΠΑΣΟΚ το 1977, με τα εξής λόγια: «Όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, τα πρώτα αχνάρια, τις πρώτες αμυδρές ενδείξεις ότι ακολουθούμε λαθεμένη τακτική, άρχισα ν’ αποκτώ με το κυνήγι των παλαιοκομματικών και τη μέθοδο που ακολουθούσε το κίνημα τότε…Από κει και πέρα μου ήταν τελείως ξεκάθαρο ότι ακολουθούμε καθοδική πορεία… Και δεν υπάρχει καμιά, μα καμιά απολύτως ένδειξη ότι ο κατήφορος αυτός θα σταματήσει».
Οι διαπιστώσεις μου ήταν προφητικές. Τα πράγματα εξελίχτηκαν, όπως ακριβώς τα περιέγραψα σε βιβλία, άρθρα και αναλύσεις μου από τότε έως σήμερα, προβλέποντας όλες τις εξελίξεις έως σήμερα. Είναι ουκ ολίγοι, οι οποίοι θέλουν να απωθήσουν τις αμαρτίες του παρελθόντος στο υποσυνείδητο, γιατί, όπως λέει ο λαός, έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι «επί Ανδρέα ο λαός έφαγε ψωμί», ανήκουν στην κατηγορία των διαπλεκομένων από την άκρα Αριστερά έως την άκρα δεξιά, που πραγματικά έφαγαν το ψωμί των παιδιών μας. Ύστερα έχουν το θράσος να παραπονιούνται για την νεολαία ότι τάχα δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική και δεν τους έχει εμπιστοσύνη.
Η σημερινή γενιά δικαιούται να γνωρίζει ποιοι υπέκλεψαν το μέλλον της. Πρέπει να μάθει ποιοι ήταν πρωταίτιοι γι’ αυτό και να πράξει δεόντως. Στην περίπτωση αυτή ισχύει το του Ευαγγελίου: «και γνώσεσθε την αλήθειαν, και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».
Η ανάλυση που ακολουθεί έχει αυτόν τον στόχο.
Η σημερινή διαφθορά στην Ελλάδα, δηλαδή η πλήρης ισοπέδωση και καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς μας (πνευματικές και ηθικές αξίες) και οι συνέπειές της που βιώνουμε σήμερα, δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Έχεις βαθιές τις ρίζες της στο παρελθόν.
Η δραματική κατάσταση της πατρίδας μας είναι άμεσα συνυφασμένη με την πολιτική που εφάρμοσε μεταπολιτευτικά ο Ανδρέας Παπανδρέου, όσο απίστευτο και φανταστικό και αν φαίνεται αυτό. Γιατί ο Ανδρέας Παπανδρέου ως μεγάλη και ξεχωριστή προσωπικότητα, για το κακό φυσικά, είχε τη δυνατότητα να το πράξει.
Χωρίς την αποκαθήλωση από το βάθρο του, δεν πρόκειται η Ελλάδα να βγει από την βαθιά και πολυποίκιλη κρίση που την διαπερνά σ’ όλους τους τομείς και σ’ όλα τα επίπεδα. Η καλλιέργεια του ειδώλου του εξυπηρετεί σκοτεινές σκοπιμότητες, αν δεν αποτελεί ασυνείδητη απάτη. Γιατί σε τελευταία ανάλυση η κρίση δεν είναι πρωταρχικά οικονομική, ή μάλλον δεν είναι καν οικονομική, αλλά καθαρά πολιτισμική και ακούει στο όνομα «δ ι α φ θ ο ρ ά», δηλαδή κατάπτωση των ηθικών αξιών μιας κοινωνίας, που εφάρμοσαν ωστόσο πολιτικές εξουσίας, που είχαν ως αποκλειστικό σκοπό την κατάκτηση και νομή της εξουσίας. Απλούστατα: Αν δεν εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις τη μέθοδο της διαφθοράς δε θα μπορούσε να δημιουργηθεί οικονομική κρίση. Με την έννοια αυτή η πολιτική της διαφθοράς και μάλιστα με δανεικά, ήταν συνειδητή επιλογή όλων των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης. Γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούσαν και μπορούν να κυβερνούν, όσο διάστημα θα διαρκεί αυτή η διαφθορά.
Αυτήν την διαφθορά καλλιέργησε μεθοδικά και επέβαλε πανούργα πρώτα ο Ανδρέας Παπανδρέου, για να πετύχει την κατάκτηση και τη νομή της εξουσίας, ως αυτοσκοπό. Η μέθοδος ήταν απλή: Ο Ανδρέας Παπανδρέου αποσυνέδεσε την ηθική από την πολιτική, μέσω του ακραίου παρασιτικού (με δανεικά) καταναλωτικού προτύπου, που εφάρμοσε για την άλωση των συνειδήσεων.
Ωστόσο πάνω στη φήμη του πατέρα του, ως άλλος Ανταίος, στηρίζεται η δύναμη του γιου του Γιώργου Παπανδρέου. Αν δεν πατά πάνω στο βάθρο του ειδώλου, που λέγεται Ανδρέας Παπανδρέου, δεν θα μπορούσε ο γιός του να πράττει με άνεση αυτά που πράττει. Αυτό είναι το άλλοθι, που είναι ανάγκη πάση θυσία να ξεσκεπαστεί. Αλλιώς δεν υπάρχει σωτηρία.
Το ερώτημα λοιπόν είναι: Είναι δυνατό μια πολιτική προσωπικότητα να μπορεί να προξενήσει γενικά μια τόσο μεγάλη καταστροφή; Η απάντηση: Μόνη της ασφαλώς όχι. Αλλά μόνη της, εφόσον πρόκειται για εξαιρετική προσωπικότητα -δεν έχει σημασία προς το καλό ή το κακό- μπορεί να εκφράσει τη συλλογική βούληση, που διαμορφώνει και δημιουργεί τις προϋποθέσεις και τους συσχετισμούς εκείνους, που θα την οδηγούν στην επιτυχία του σκοπού της.
Οι μεγάλες προσωπικότητες στην ιστορία είχαν αυτή τη δύναμη και τη δυναμική. Σε ένα βαθμό και στο μέγεθος της Ελλάδας ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μια τέτοια προσωπικότητα. Βεβαια διάλεγε και τους συνεργάτες του για να ικανοποιήσει την αρχομανία του. Ισχυριζόμουν και ισχυρίζομαι ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θυσίαζε τους πάντες και τα πάντα στο βωμό της εξουσίας. Κατάφερε να σαγηνέψει από τη μια και να ελέγξει από την άλλη έναν ολόκληρο λαό και να θεμελιώσει τις μετέπειτα αρνητικές εξελίξεις. Ακόμη και τα θετικά μέτρα (π.χ. η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης κ.λπ) χρησιμοποιήθηκαν σκόπιμα για την εξυπηρέτηση της μοναδικής του επιδίωξης, δηλαδή της κατάκτησης και της νομής της εξουσίας. Γι’ αυτό και κάποιος ισχυρίστηκε ότι ή Ελλάδα θα ήταν σε πολύ καλύτερη μοίρα, χωρίς την παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό παραδέχεται εκ των υστέρων και ο στενός του φίλος Αδαμάντιος Πεπελάσης, ομολογώντας:
«Έχω πει και παλιότερα ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε την ευκαιρία που δεν είχε ούτε ο Καποδίστριας, ούτε ο Τρικούπης, ούτε ο Βενιζέλος. Όταν πήρε την εξουσία το 1981, είχε μαζί του τον λαό, είχε ικανούς ανθρώπους να τον υποστηρίζουν, είχε την ανοχή της κοινωνίας, αλλά και χρήμα από τις Βρυξέλλες. Και επιπλέον είχαμε πιστέψει ότι το σπουδαίο μυαλό του ήταν το μέλλον της σκέψης για τον τόπο. Από αυτή την άποψη είναι τεράστια η ευθύνη του για το σημερινό κατάντημα. Τώρα πια με αφορμή τον Ανδρέα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στην πολιτική δεν φτάνει η πρόθεση ούτε η αντίληψη. Θέλει και προσωπικό θάρρος».
Σε αντίθεση με την επίσημη θεωρία των πρώην σοβιετικών καθεστώτων και της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας, που εκθείαζαν, για λόγους περισσότερο προπαγάνδας τις «μάζες», ως τους πρωτεργάτες της ιστορικής εξέλιξης, αναφέρει ο γνωστός μαρξιστής φιλόσοφος Κοστάντο Πρέβε τα εξής: «Παρά τη γνώμη του Πλεχάνωφ περί του μη ουσιαστικού ρόλου των προσωπικοτήτων στην ιστορία, γνώμη ενδεικτική του οικονομισμού του πρώτο - μαρξισμού, ένας φασισμός χωρίς Μουσολίνι και ένας εθνικοσοσιαλισμός, χωρίς τον Χίτλερ, θα ήταν πολύ διαφορετικοί, και μπορεί να μην είχαν υπάρξει και καθόλου». Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα. Κατ’ αναλογία, παρά τη γνώμη πολλών, η παρακμιακή πορεία της χώρας δεν θα έφθανε ως εδώ χωρίς την πολιτική της διαφθοράς που εφάρμοσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και που βασίστηκε πέρα από το καταναλωτικό μοντέλο και στον απύθμενο και εκφυλιστικό λαϊκισμό σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής.
Ηχούν κυνικά τα λόγια του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν κολακεύει τον ελληνικό λαό για να τον εκμαυλίσει: «Ο ώριμος λαός μας, είναι έτοιμος για τη μεγάλη αλλαγή. Το ΠΑΣΟΚ επεξεργάζεται το πρόγραμμα για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας μας». Ας μην ξεχνούμε και την «ισχυρή Ελλάδα», για την οποία μιλούσε επανειλημμένα ο Κώστας Σημίτης, μιμούμενος τον «μεγάλο οικονομολόγο», που συνετέλεσε στην καταστροφή της χώρας. Αναγνωρισμένα ως ο καλύτερος μαθητής του Ανδρέα Παπανδρέου συνέχισε στο ίδιο λαϊκιστικό πνεύμα, με την ίδια υποκρισία: «Για μας τους σοσιαλιστές, ο μόνος τρόπος αποκατάστασης ενός πνεύματος συλλογικότητας, αλληλεγγύης και η καλλιέργεια της ευθύνης είναι η διεύρυνση της πολιτικής συμμετοχής και η καλλιέργεια της ευθύνης των πολιτών. Στην πραγματικότητα χρειάζεται καινούργια πολιτική κουλτούρα».
Ο αρχιερέας της διαπλοκής, όπως τον χαρακτήριζε ο Κώστας Καραμανλής, ο νεότερος, δεν φείδονταν της φτηνής προπαγάνδας: «Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να παράγει ιδέες και προτάσεις, να καθιερώνει πρότυπα, να κινητοποιεί για τους προγραμματικούς του στόχους, να διαμορφώνει άλλους τρόπους λειτουργίας της κοινωνίας».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, για να επανέλθουμε σ’ αυτόν, μέσω της λαϊκιστικής του πολιτικής και χρησιμοποιώντας κατά κόρο την αριστερή φρασεολογία για τους αφελείς και καιροσκόπους της Αριστεράς και την δεξιά πολιτική, για τους τυχοδιώκτες και συμφεροντολόγους της δεξιάς, κατάφερε να αιχμαλωτίσει τις συνειδήσεις των Ελλήνων πολιτών, που λόγω των ιστορικών συνθηκών (σύμπλεγμα στέρησης) ήταν ευάλωτοι σε μια τέτοια πολιτική. Ήξερε δηλαδή πολύ καλά πώς θα τους εξαπατούσε, εκμεταλλευόμενος τους διακαείς του πόθους, τις ελπίδες και τις προσδοκίες τους.
Η κύρια αιτία για την υπερχρέωση της χώρας και την παρακμιακή της πορεία, που καταγράφεται από τη μεταπολίτευση, αλλά κυρίως – για να ακριβολογούμε- από το 1981 κι’ εντεύθεν, λαμβάνει χώρα, όταν άρχισε ο υπερδανεισμός της Ελλάδας και τον συνέχισαν ανεξαιρέτως και συνειδητά οι επόμενες κυβερνήσεις. Σ’ αυτήν την πολιτική στρατηγική της παρακμής συνέπραξαν και τα εκάστοτε κόμματα της αντιπολίτευσης, είτε ενεργητικά είτε παθητικά, αποδεχόμενα στην πράξη την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση στην χείριστή της μορφή και τώρα βέβαια ως κυβέρνηση. Δηλαδή ουσιαστικά, η πλειοψηφία των πολιτικών, οικονομικών, συνδικαλιστικών και πνευματικών δυνάμεων της Ελλάδας. Όλα βασικά τα κόμματα μετείχαν στο μεγάλο φαγοπότι με δανεικά, όχι όμως αναγκαστικά και όλοι η οπαδοί τους. Βασικά το ένα τρίτο που δεν μετείχε για διάφορους λόγους στο μεγάλο φαγοπότι υπέφερε τα πανδεινα και υποφέρει και τώρα περισσότερο απ’ όλους.
Το καταναλωτικό όμως αυτό μοντέλο προϋπέθετε για να εφαρμοστεί τον εκμαυλισμό των συνειδήσεων, όπως τονίσαμε, δηλαδή την πλήρη διαφθορά και καταρράκωση και οποιουδήποτε συστήματος κοινωνικών, πολιτικών, πνευματικών και ηθικών αξιών της κοινωνίας, με τελικό στόχο την καταναλωτική αποκτήνωση και αποχαύνωσή της. Σκληρές αλήθειες που δεν τις αντέχει εύκολα κανείς.Από αυτήν την παρακμιακή πορεία δεν εξαιρείται φυσικά διόλου και η Αριστερά, κυρίως βέβαια η «αριστερή διανόηση», η οποία υπέστη ιδεολογικό μετασχηματισμό και μεταμορφισμό, όπως ισχυρίζεται ο Γιάννης Μηλιός, ένας διανοούμενος της, και έπεσε εύκολο θύμα (αν έπεσε πραγματικά θύμα) της καταναλωτικής κοινωνίας και της νοοτροπίας, που η τελευταία καλλιέργησε, ώστε να παρουσιαστούν τα γνωστά φαινόμενα της κρίσης και απαξίωσης της. Εξαιρέσεις φυσικά υπάρχουν παντού και πάντοτε.
Για το λόγο αυτό ομολογεί με τη γνωστή παρρησία του και ο καθηγητής Κώστας Μπέης, έχοντας περάσει από όλες τις βαθμίδες της πολιτικής ζωής, κυρίως την περίοδο Σημίτη: «Δυστυχώς αυτή είναι η Ελλάδα. Χωρίς ηθικές αρχές, μόνο με παχιά λόγια, μεγαλοστομίες κούφιες και διαφθορά εκτεταμένη από την κορυφή μέχρι τον έσχατο». Η γενίκευση του Κώστα Μπέη, ασφαλώς και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αλλοίμονο αν δεν υπήρχαν εστίες αντίστασης!
Πολύ αποκαλυπτική είναι στο σημείο αυτό, η ερμηνεία που δίνει ο Έρικ Χόμπσμπαουμ, ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς του αιώνα, για τα αίτια αποδυνάμωσης και μεταμόρφωσης της Αριστεράς: «Υπάρχει κάτι ακόμη πιο βαθύ που αποδυνάμωσε την Αριστερά. Πώς να το προσδιορίσω; Σε οικονομικό επίπεδο, είναι η καταναλωτική κοινωνία. Σε πνευματικό επίπεδο, είναι η ταύτιση της ελευθερίας με την ατομική επιλογή, χωρίς ενδιαφέρον για τις πιθανές κοινωνικές επιπτώσεις». Βασικά η ταύτιση της ελευθερίας με το ατομικό συμφέρον.
Η Ελλάδα είναι σύμφωνα με πιστοποιημένα στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Ένωση η πιο διεφθαρμένη χώρα της Ευρώπης και φυσικά πολύ πέραν αυτής.
Η κατάρρευσή της ταυτίζεται με την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Μάλιστα πολλοί περιπαικτικά θεωρούν την Ελλάδα της μεταπολίτευσης ως το τελευταίο κράτος του υπαρκτού σοσιαλισμού, λόγω των ίδιων ή παρεμφερών φαινομένων εκείνου του συστήματος και αυτού που εφάρμοσε κυρίως το ΠΑΣΟΚ, με τον άκρατο κρατισμό και παρακρατισμό: Μια κρατικοδίαιτη γραφειοκρατική κάστα με τις παραφυάδες της. Ένα κράτος, αν μπορούμε να μιλάμε για κράτος και όχι για φέουδο, που έγινε παρακράτος της οικογενειακής δυναστείας, της ρεμούλας των κομματικών γραφειοκρατικών ηγεσιών και της κάστας των κρατικοδίαιτων φιλελεύθερων, σοσιαλφιλελεύθερων και αριστεροφιλελεύθερων πολιτών, με μόνη ιδεολογία τον αδίστακτο ατομικό πλουτισμό σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Το αποδεικνύουν οι πολυποίκιλες των ευνοουμένων από το ΠΑΣΟΚ κυρίως και δευτερευόντως από τη Νέα Δημοκρατία γραφειοκρατικές συντεχνίες, που καταλήστεψαν τον τόπο.
Η εξίσωση της Ελλάδας με τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού, που γίνεται από μερικούς, δεν είναι απόλυτα σωστή. Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι συγκριτικά χειρότερα, γιατί εδώ οι εκμεταλλευτές εναλλάσσονται στην εξουσία, πότε οι μεν πότε οι δε (πράσινοι - μπλε, με ενδιάμεσους χρωματισμούς), ενώ στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ οι δυνάστες γραφειοκράτες εκμεταλλευτές σπάνια άλλαζαν.
Αυτό πρακτικά σημαίνει την προϊούσα διάλυση της κοινωνικής συνοχής και της μετατροπής των Ελλήνων πολιτών σε εξατομικευμένα, εγωιστικά καταναλωτικά προϊόντα της παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης, όπως υπονοεί και ο Χόμπσμπαουμ.
Το ερώτημα που ανακύπτει πάλι είναι: Τις πταίει! Το ερώτημα αυτό επιμερίζεται σε μερικά άλλα ερωτήματα, όπως: Υπάρχει συλλογική ευθύνη της κοινωνίας και αν ναι, πώς ιεραρχείται αυτή; Δηλαδή, για να το κάνουμε πιο λιανά: Φταίμε όλοι, φταίνε μερικοί, φταίνε τα κόμματα, φταίνε τα συνδικάτα, φταίνε τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, φταίει η πνευματική μας ηγεσία, φταίνε τα ΜΜΕ; Τα «φάγαμε όλοι μαζί», όπως λέει με την συνηθισμένη του αλαζονεία και αμετροέπεια ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος λόγω στήριξής του από το σύστημα έχει το ακαταλόγιστο;
Η απάντηση δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε απλή, γιατί, αν φταίμε όλοι, τότε όλοι πρέπει να πληρώσουμε και όλοι να «βάλουμε πλάτη», όπως λέγεται από επίσημα κυβερνητικά χείλη και τον πρώην πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, που ζητούσε και κοινωνική συναίνεση, για να βγούμε, υποτίθεται, από την κρίση.
Η άποψή μου είναι ότι υπάρχει συγκεκριμένη ευθύνη, με την έννοια ότι άλλοι εφάρμοσαν την πολιτική της διαφθοράς και εισέπραξαν απ’ αυτή την πολιτική, άλλοι συνέπραξαν και συμμετείχαν αναλογικά στο φαγοπότι, ενώ άλλοι δεν συνέπραξαν και δεν επωφελήθηκαν από την καταλήστευση του δημόσιου πλούτου, του ιδρώτα του φορολογούμενου πολίτη, αλλά δεν έπραξαν τα δέοντα για να αποτρέψουν αυτήν την εξέλιξη, είτε από ανικανότητα είτε από αφέλεια, είτε από κακώς εννοούμενο συμφέρον, είτε γιατί πίστεψαν στις υποτιθέμενες καλές προθέσεις τους, λόγω πλύσης εγκεφάλου από τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, που υπηρετούν το παρασιτικό ντόπιο και ξένο κεφάλαιο σε βάρος του ελληνικού λαού και των εθνικών συμφερόντων. Τέλος γιατί δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να αντιδράσουν αποτελεσματικά ενάντια σ’ αυτήν την καταστροφική πορεία. Το πανίσχυρο σύστημα της διαφθοράς φρόντισε εγκαίρως γι’ αυτό.
Από ακριτομυθίες μαθαίνουμε ότι οι ελεγκτές του ΔΝΤ και της ΕΚΤ μένουν κατάπληκτοι και δεν μπορούν να πιστέψουν τα μάτια τους για το μέγεθος της διαφθοράς, της ρεμούλας και της παραλυσίας του κρατικού μηχανισμού, που αποτελεί θαύμα, πώς δεν είχε καταρρεύσει νωρίτερα. Φαίνεται πως η παραοικονομία, που το διατηρούσε να επιπλέει, αρχίζει κι’ αυτή να εξαντλείται.
Τέτοιο είναι μάλιστα το μέγεθος της διάλυσης και της διαφθοράς των κρατούντων και του κρατικού μηχανισμού, ώστε να είναι αναγκασμένοι οι δανειστές μας να στέλνουν δικούς τους υπαλλήλους, για να είναι βέβαιοι ότι θα μπορέσουν να πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Γιατί εκείνο που τους ενδιαφέρει φυσικά δεν είναι να βάλουν κάποια τάξη στο διεφθαρμένο σύστημα, αλλά πώς να εξασφαλίσουν τα χρήματά τους. Μερικοί μπορεί να εκτοξεύουν την κατηγορία ότι όλα αυτά τα αρνητικά και άκρως απαξιωτικά φαινόμενα δεν πρέπει να βγαίνουν προς τα έξω. Πράγματι έχει έναν βαθμό αλήθειας αυτός ο ισχυρισμός. Δεν πρέπει δηλαδή τα εν οίκω να τα διατυμπανίζουμε στο εξωτερικό. Όμως τα «εν οίκω» πρέπει να λέγονται, αν δεν θέλουμε να διαιωνίζονται τέτοια φαινόμενα στο μέλλον.
Συνεπώς το πρόβλημα δεν είναι οι ξένοι, που υπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα, αλλά το δικό μας καθεστωτικό σύστημα, ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία και τώρα η «πρώτη φορά αριστερά», δηλαδή οι δικοί μας πολιτικοί που αποδείχτηκαν όχι μόνο ανίκανοι, αλλά και αδιάφοροι γι’ αυτόν τον τόπο, επενδύοντας στο δικό τους καθαρά συμφέρον. Τα περί σωτηρίας του έθνους, της πατρίδας κ.λπ. αποτελούν στην καλύτερη περίπτωση σκέτη υποκρισία.
Όμως για να ερμηνεύσουμε τα αίτια της κρίσης δεν επαρκεί να αναφερθούμε στα φαινόμενα, αλλά να εισχωρήσουμε στις βαθύτερες αιτίες και να προσωποποιήσουμε τις ευθύνες στους κατ’ εξοχήν υπεύθυνους: Γιατί τα πρόσωπα, το πολιτικό προσωπικό, όπως λέγεται, είναι φορείς πολιτικής. Ποιοι είναι αυτοί άραγε;
Η απάντηση η δική μου: Ο πρώτος διδάξας είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος «κοινωνικοποίησε» τη διαφθορά και «ιδιωτικοποίησε» την εξουσία, για να ακολουθήσει μετά ο Κ. Μητσοτάκης, ο Κ. Σημίτης, ο Κ. Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου, που ήθελε να βάλει την ταφόπλακα και όσοι άλλοι έπονται, που εφαρμόζουν την ίδια ή παρόμοια πολιτική.
Γιατί όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ο κύριος υπεύθυνος; Απλούστατα, γιατί από αυτόν και εξαιτίας της πολιτικής του μπήκαν τα θεμέλια για την όλη αρνητική εξέλιξη σε όλους τους τομείς της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ζωής του τόπου. Η παρακμιακή πορεία της Ελλάδας θεμελιώθηκε, είτε θέλει να το παραδεχτεί κανείς είτε όχι, από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ.
Αυτός δρομολόγησε την καθοδική πορεία της Ελλάδας, την οποία υφιστάμεθα σήμερα. Αυτός έβαλε τα θεμέλια της διαφθοράς, πάνω στην οποία οικοδόμησαν και οι επίγονοί του. Αυτός είναι που ισοπέδωσε τα πάντα προς τα κάτω.
Αυτός είναι που θεμελίωσε το καταναλωτικό μοντέλο, που αποτέλεσε την απαρχή της μετέπειτα κακοδαιμονίας. Ένα καταναλωτικό μοντέλο, που θεοποίησε το χρήμα και που βασίστηκε στο πελατειακό κράτος, στη σπατάλη του δημόσιου χρήματος, στον παρασιτισμό και τον δανεισμό και όχι στην παραγωγή και την ανάπτυξη, για την οποία ο ίδιος όχι μόνον αδιαφόρησε, αλλά και συνειδητά κατέστρεψε. Ένα μοντέλο που από τα πριν ήταν καταδικασμένο, αλλά και προγραμματισμένο να αποτύχει, ή να πετύχει, ανάλογα από την σκοπιά που τα ο βλέπει κανείς (όπως τα μοντέλα του υπαρκτού σοσιαλισμού), όταν θα είχαν εξαντληθεί πια τα περιθώρια της φορολόγησης και του υπερδανεισμού, για να καλύψει τις παροχές στους ημετέρους, τους διαπλεκόμενους, τους έχοντες και κατέχοντες, τις παροχές στους «νταβατζήδες» προμηθευτές του δημοσίου, τις οποίες καλούνται να πληρώσουν οι επόμενες γενιές των λαϊκών τάξεων, αν ποτέ στο μέλλον μπορούν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο.
Ένα καταναλωτικό μοντέλο που εκμαύλισε συνειδήσεις από όλες τις πολιτικές παρατάξεις και όλες τις κοινωνικές τάξεις ανεξαιρέτως.
Οι άλλοι, οι επίγονοι, απλώς ακολούθησαν το παράδειγμά του και έγιναν βασιλικότεροι του βασιλέως.
Αυτός είναι που εφάρμοσε πρώτος την αναξιοκρατία, απομακρύνοντας όλα τα αξιόλογα και έντιμα στελέχη και δημιουργώντας την αυλή των καιροσκόπων, απατεώνων και λωποδυτών. Αυτούς ήθελε δίπλα του και αυτούς επέλεξε και αυτούς διόρισε σε θέσεις και αξιώματα με παχυλές απολαβές, που δεν ήλεγχε κανένας.
«Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ήθελε να δεχτεί τίποτε, που δεν μπορούσε να ελέγξει. Αν δεν μπορούσε να το ελέγξει, το απέβαλε». Αυτά λέει ο φίλος του Αδαμάντιος Πεπελάσης. Γι’ αυτό ανέβαζε και κατέβαζε από το τραίνο, όποιον του ασκούσε και την παραμικρή κριτική.
Αυτός δημιούργησε (οι επίγονοι απλώς συνέχισαν το παράδειγμά του) το κράτος και παρακράτος της απόλυτης αυθαιρεσίας και ρεμούλας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πρώην «κομμουνιστές», μετά «σοσιαλιστές», κατόπιν ακραίοι νεοφιλελεύθεροι Πάγκαλος, Ανδρουλάκης, Δαμανάκη και άλλοι φυσικά, ων ουκ έστιν αριθμός.
Υπάρχουν βέβαια πάντοτε και οι εξαιρέσεις, που όμως πάντα επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Είναι όλοι εκείνοι, που καλή τη πίστη, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στο Κίνημα της «αλλαγής», η οποία φυσικά ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Είναι εκείνοι που, όταν διέγνωσαν την απάτη, προς τιμήν τους, αποχώρησαν. Γιατί όπως είπε κάποιος «ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου δεν φαίνεται από το αν κάνει λάθη, αλλά από το πώς θα τα διορθώσει». Θα έλεγα ότι ισχύει απόλυτα, γιατί όποιος δρα κάνει και λάθη. Κι αυτό δεν χρήζει επιχειρηματολογίας.
Όμως υπάρχουν ακόμη στο ΠΑΣΟΚ και πολλοί, που από άγνοια, από συναισθηματισμό, από απόγνωση για μια άλλη εναλλακτική λύση, από βλακεία, γιατί όχι, αλλά και για άλλους λόγους, παραμένουν εγκλωβισμένοι σ’ αυτό το πάλαι ποτέ πατριωτικό και νυν μεταλλαγμένο, νεοταξικό και αντιλαϊκό κόμμα, όπως άλλοι παραμένουν στην νυν μνημονιακή Νέα Δημοκρατία, την οποία ακολούθησαν όλα τα κόμματα τελικά, εκτός από μικρές και ασήμαντες εξαιρέσεις. Άλλοι προσπαθούν να ανασυστήσουν φθαρμένα είδωλα κ.λπ. Πολλοί επιχειρούν να αναβαθμιστούν στο πάλαι ποτέ πατριωτικό ΠΑΣΟΚ, για να ξεπλύνουν τα ανομήματα τους.
Εμείς, όσοι κρατήσαμε Θερμοπύλες, που από τις γραμμές του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ αγωνιστήκαμε σε ανύποπτο χρόνο, είχαμε άλλες προτεραιότητες: Να δημιουργήσουμε μια άλλη ηθική και πνευματική ποιότητα και ένα άλλο ήθος, που θα βασιζόταν στην αξιοκρατία και τις διαχρονικές αξίες της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Στις αξίες που κληρονομήσαμε από το ΕΑΜ και την ΕΔΑ.
Το Κίνημα που ονειρευόμασταν και το αποτυπώσαμε στη διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη, θέλαμε να δράσει παιδευτικά με οράματα, ιδανικά και αξίες, όπου η διαφθορά δεν θα εύρισκε γόνιμο έδαφος για να καρποφορήσει. Αντ’ αυτού επέλεξε ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλη πορεία που βόλευε την εξουσιομανία του.
Πρόδωσε τις αρχές μας. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια. Και το έκανε συνειδητά.
Πίστευε σ’ έναν θεό: Τη εξουσία. Στο βωμό της εξουσίας δε δίσταζε να θυσιάζει τους πάντες και τα πάντα.
Τους Έλληνες πολίτες τους έβλεπε ως πιόνια. Μόνον έναν φοβόταν και έτρεφε δέος απέναντί του και αυτός ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Γι’ αυτό και μόλις του δόθηκε ευκαιρία τον καρατόμησε το 1975, με τον γνωστό ύπουλο τρόπο. Τότε τον αποκάλεσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής «κοινό απατεώνα».
Είναι αυτός που από τη μια διέλυσε την παιδεία, τον φοιτητικό και εργατικό συνδικαλισμό και αντ’ αυτού δημιούργησε τις αντικοινωνικές κομματικές συντεχνίες, τον κομματικό και συνδικαλιστικό στρατό και παράλληλα ενσωμάτωσε και αφομοίωσε την Αριστερά στο σύστημα, στο στρεβλό αυτό καπιταλιστικό σύστημα, βάζοντας στο περιθώριο όσους αντιστέκονταν. Συντελέστηκε μια, «φαουστική συναλλαγή», όπως την αποκαλώ, με τις λεγόμενες προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις. Τους έδωσε, χρήμα, αξιώματα και ελευθερίες (τελικά ασυδοσίες) και τους πήρε την ψυχή.
Εφάρμοσε ένα δαιμόνιο σχέδιο για την αποσύνθεση σε πρώτο και την αφομοίωση σε δεύτερο στάδιο των δυνάμεων της Αριστεράς. Ο στόχος του ήταν κατά πρώτον λόγο να διαλύσει την ΕΔΑ που είχε τους ίδιους ή παρόμοιους διακηρυγμένους στόχους με το ΠΑΣΟΚ, πράγμα που επέτυχε, χωρίς μεγάλες δυσκολίες, κατά δεύτερον να ελέγξει το ΚΚΕ μέσω της άριστης συνεργασίας του με την πρώην Σοβιετική Ένωση, πράγμα που επίσης επέτυχε και τέλος κατά τρίτον να απαξιώσει το ΚΚ εσωτερικού, που τα μέλη του κατηγορούσε ως αριστερούς των σαλονιών, στόχο, που σε συνεργασία με το ΚΚΕ, επίσης πέτυχε. Αυτός ήταν και ένας τρόπος να αποσπάσει την στήριξη του ΚΚΕ και των αριστερών γενικότερα, που δεν ακολουθούσαν το ΚΚ εσωτερικού.
Οι αντιστάσεις για την υλοποίηση αυτού του πανούργου σχεδίου ήταν ανίσχυρες έως μηδαμινές, γιατί το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν σε ανοδική πορεία. Κανένας σχεδόν (είναι ελάχιστες οι εξαιρέσεις) δεν άκουγε και δεν δεχόταν κριτική για τον Ανδρέα Παπανδρέου και την πολιτική του. Κάποιοι εκ των υστέρων γίνονται τιμητές του, όμως μόνο εκ των υστέρων ή πολύ αργά, δηλαδή, όταν το κακό είχε ήδη συντελεστεί.
Το τίμημα για την Αριστερά, για τις προοδευτικές δυνάμεις και για την Ελλάδα γενικά ήταν καταστροφικό, γιατί η δική του πολιτική μας οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στο ΔΝΤ. Υπάρχει μια αρχή, μια εξέλιξη και μια καταληκτική πορεία. Τα γεγονότα δεν προέκυψαν από παρθενογένεση, όπως τόνισα στην αρχή.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου όχι μόνο εξαπάτησε την Αριστερά, εκμεταλλευόμενος την εαμική παράδοση και τη δράση της ΕΔΑ, με το αζημίωτο, χρησιμοποιώντας υποκριτικά τα συνθήματά της. Την ενσωμάτωσε και την διέφθειρε μέσα από το καταναλωτικό πρότυπο που εφάρμοσε. Οι εαμικές και εδαϊτικες αξίες, ιδανικά και οράματα ενταφιάστηκαν μέσα στην καταναλωτική αποκτήνωση.
Ήξερε ο Ανδρέας Παπανδρέου την μέθοδο μετάλλαξης και την εφάρμοσε κατά γράμμα. Το φαινόμενο αυτό της μετάλλαξης ερμηνεύει με έναν αποκαλυπτικό και πρωτότυπο τρόπο ο μαρξιστής φιλόσοφος Κοστάντσο Πρέβε: «Μακράν από το να είναι ηγεμονεύουσες και πολύ περισσότερο “επαναστατικές”, όπως νόμιζε ο Μαρξ, οι ιστορικά καταπιεζόμενες τάξεις, είναι οι πλέον ευάλωτες να ενσωματωθούν-αποσυντεθούν με αυτόν τον τρόπο, διότι προέρχονται από αιώνες στερήσεων και μαύρης εξαθλίωσης, από ξυλοδαρμούς εκ μέρους των ρουφιάνων των αφεντάδων και βιασμών εκ μέρους του φεουδαρχικού ασκεριού κ.λπ.».
Στην Ελλάδα τα φαινόμενα αυτά, που περιγράφει ο μαρξιστής φιλόσοφος, ήταν ακόμη πιο σκληρά και απάνθρωπα: Βασανισμοί, φυλακές, εξορίες, θανατώσεις, ταπεινώσεις και αποκλεισμοί από την κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική ζωή της χώρας, ήταν οι συνέπειες της μισαλλόδοξης πολιτικής της λεγόμενης δεξιάς, που κυριάρχησε μετά τα Δεκεμβριανά το 1944, με τη στήριξη των Άγγλων και των σωρευμένων και εγκληματικών λαθών του ΚΚΕ. Η Αριστερά κυρίως αλλά ακόμη και οι προοδευτικές δυνάμεις της Ένωσης Κέντρου, στερήθηκαν τις ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες ακόμη και αυτού του αστικού καθεστώτος.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, γνώριζε την ψυχολογία αυτής της κατηγορίας ανθρώπων με βάση τις τραγικές συνθήκες των απερίγραπτων διώξεων και της απάνθρωπης ταπείνωσης, που περιγράφει τόσο παραστατικά ο Πρέβε, και την εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο. Ήξερε πολύ καλά πώς θα χειριστεί την κάθε πολιτική παράταξη και τους οπαδούς της, για να τους εντάξει στα σχέδιά του.
Η μέθοδος ήταν απλή και άκρως αποτελεσματική: Τους απάλλαξε από τη μια από την καταπίεση και εκμετάλλευση της δεξιάς, τους προσέφερε τις πολυπόθητες ελευθερίες, που τελικά μετατράπηκαν σε ασυδοσίες, αλλά από την άλλη, ως αντάλλαγμα κατά κάποιο τρόπο, τους ενσωμάτωσε και τους εγκλώβισε στους καπιταλιστικούς μηχανισμούς της καταναλωτικής κοινωνίας, μάλιστα με δανεικά. Ανίδεοι πολλοί από την Αριστερά, αποκλεισμένοι από δεκαετίες από την εξουσία και την κατανάλωση και γαλουχημένοι στην πλειοψηφία τους από μια σταλινική παράδοση, έπεσαν εύκολα θύματα της αριστερής του προπαγάνδας και της δεξιάς του πολιτικής. Το χειρότερο είναι ότι τους χρησιμοποίησε κατάλληλα για τη δική του στρατηγική κατάκτησης και νομής της εξουσίας. Η Αριστερά, όπως ομολογεί στο τέλος της ζωής του ο Ηλίας Ηλιου πυκρόχολα, δεν άφησε πεπονόφλουδα που να μην την έχει πατήσει.
Έτσι εκφυλίστηκε και αυτός ο κοινωνικός χώρος, που κρατούσε κάποια αντίσταση στη διαφθορά. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα, συνειδητά ή υποσυνείδητα, αποτέλεσε και τον πρωταθλητή της διαφθοράς, γιατί θεώρησε ότι τώρα το κράτος της δεξιάς του ανήκε δικαιωματικά και συνεπώς μπορούσε να το κάνει ό,τι ήθελε, χωρίς να έχει ηθικές αντιστάσεις και ενοχές. Ταύτισαν τη Δεξιά με το κράτος. Πολλοί μάλιστα έλεγαν απροκάλυπτα: «Τώρα ήρθε η σειρά μας», εννοώντας σαφώς ότι, όπως η δεξιά είχε λεηλατήσει το κράτος, τώρα είχαν δικαίωμα και οι καταφρονεμένες τάξεις και οι περίφημοι «μη προνομοιούχοι» να το λεηλατήσουν.
Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βιώνουμε σήμερα με τους τροϊκανούς Έλληνες και ξένους, δηλαδή με την πλήρη κηδεμονία των ντόπιων και ξένων επικυρίαρχων, που συνετέλεσαν ώστε να χάσουμε όχι μόνο την εθνική μας ανεξαρτησία και τη λαϊκή κυριαρχία, αλλά και την αξιοπρέπειά μας.
Αντίσταση δεν υπήρχε από πουθενά. Το Λαϊκό Κίνημα περιέπεσε στην μεγαλύτερη υποχώρηση και ήττα, από την οποία είναι δύσκολο να συνέλθει, αν δεν επανακτήσει τις αρχές και αξίες του ελληνικού πολιτισμού, που είναι το μόνο που μπορεί να ανασυντάξει τις υγιείς λαϊκές πατριωτικές δυνάμεις του τόπου.
Ακόμη και τώρα μετά τα τραγικά αποτελέσματα της κρίσης και την μετατροπή της πατρίδας μας σε Νεο - Αποικία των δανειστών - δυναστών μας, λίγοι είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται τις αιτίες της κρίσης, που στην ουσία, όπως τόνισα επανειλημμένα δεν είναι πρωταρχικά οικονομική, αλλά πολιτισμική και λόγω πολιτής εξουσίας, πολιτική. Έχει σχέση δηλαδή με αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφορών, μιας άλλης κουλτούρας βασικά, απ’ αυτήν που το σύστημα του συγκροτήματος εξουσίας έχει επιβάλει στο λαό, με τα μέσα που διαθέτει.
Το έγκλημα του Ανδρέα Παπανδρέου και των επιγόνων του είναι ότι κατάφεραν να κατεδαφίσουν τον πολιτισμό των Ελλήνων, ανταλλάσσοντάς τον με την καπιταλιστική κατανάλωση. Σ’ αυτό συνήργησε η πλειοψηφία των πνευματικών και πολιτών δυνάμεων του τόπου.
Η ανόρθωση και αναδιοργάνωσή του πάνω σε υγιείς βάσεις μετά απ’ αυτό τον καθολικό του εκφυλισμό είναι έργο τιτάνιο, γιατί απαιτεί ριζική κάθαρση, ιδεολογική, πολιτική και κυρίως πολιτισμική, για να αποκτήσει την ιδεολογική -πολιτισμική ηγεμονία, για την οποία μιλούσε ο Γκράμσι, μια ηγεμονία που θα στηριζόταν σε πνευματικές και ηθικές αξίες, με μια λέξη πολιτιστικές αξίες και θα του έδινε την πρωτοκαθεδρία.
Η Αριστερά από την οποία περίμενε κανείς να επωμιστεί αυτό το έργο αποδείχτηκε στην πράξη ανίκανη, για να μην πούμε ότι είναι και συνένοχη σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτή την παρακμιακή πορεία. Φυσικά δεν θέλει να το παραδεχτεί και να κάνει την αυτοκριτική της. Και εννοώ όλες τις πτέρυγές της ως ΣΥΡΙΖΑ, ως Λαϊκή Ενότητα και οποιοδήποτε άλλο σχήμα της Αριστεράς.
Όμως χωρίς αυτές τις αρχές και αξίες, οικονομική και πολιτική εξυγίανση και ανάκαμψη δεν είναι δυνατή. Κανείς δεν μπορεί να κάνει επανάσταση με φαύλους και εκμαυλισμένους πολίτες. Καμία οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει με όργανο τη διαφθορά και το είδος του καταναλωτικού μοντέλου που εφάρμοσε.
Ιδιαίτερα σκληρός στην κριτική του είναι ο Κοστάντσο Πρέβε σχετικά με τους διανοούμενους της Αριστεράς, τους οποίους καυτηριάζει περιφρονητικά: «Αν η ενσωμάτωση στο σύστημα των καταπιεζόμενων τάξεων συντελείται μέσω της μη ιδεολογικής, αλλά ευθέως καταναλωτικής τους αποσύνθεσης, η ενσωμάτωση των στρωμάτων των διανοουμένων πρέπει να περάσει μέσω της ιδεολογίας, διότι πρόκειται γενικώς περί αρπακτικών, και επιπλέον επιφανειακών και υποτελών, που καταβροχθίζουν βιβλία και σελίδες κουλτούρας».
Η καταιγιστική αυτή κριτική στους διανοούμενους που από την Αριστερά ενσωματώθηκαν στην αστική ιδεολογία και την υπηρέτησαν και την υπηρετούν είναι κατά τον Κοστάντσο Πρέβε απολύτως κατανοητή, αν αναλογιστούμε ότι «η ενσωματωτική ιδεολογία που απευθύνεται με εμμονή προς το στρώμα των διανοουμένων είναι αντιθέτως ριζικά αντιαστική, και ακριβώς για αυτό υπερ-καπιταλιστική».
Επιπλέον η αριστερή διανόηση που προσχώρησε στο στρατόπεδο της αστικής τάξης, συντελεί τα μέγιστα σ’ αυτό που ο Γκράμσι αποκαλεί «συναίνεση» ή πολύ περισσότερο «ενεργητική συναίνεση» στο σύστημα.
Όσοι σκανδαλωδώς ευνοήθηκαν είναι δύσκολο να το παραδεχτούν και να ασκήσουν κριτική στον Ανδρέα Παπανδρέου. Θέλησε να κάνει συμμέτοχους στο έγκλημα με το αζημίωτο (τα λεφτά δεν ήταν δικά του), όλα τα κόμματα και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού (τα δύο τρίτα του ελληνικού λαού, που εκλέγουν, ή τουλάχιστον ακολουθούσαν τα κόμματα εξουσίας μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης και τα επακόλουθά της στη συνέχεια, συνήθως τα δύο κόμματα εξουσίας) και ιδιαίτερα τους διανοούμενους της Αριστεράς. Το ζούμε σήμερα δραματικά, διαπιστώνοντας ότι εκείνοι που στα πνευματικά ιδρύματα και ΜΜΕ εργάζονται, είναι κυρίως πρώην αριστεροί και νυν μεταλλαγμένοι νεοφιλελεύθεροι. Αυτοί είναι που κάνουν και τη μεγαλύτερη ζημιά, γιατί έχουν και την ικανότητα να το κάνουν.
Αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους, γιατί η κριτική στο σύστημα ξεκινάει το πολύ από την εποχή Σημίτη, ενώ ο κύριος υπεύθυνος που ανέδειξε και τον Σημίτη και τον Γιώργο Παπανδρέου και τους υπόλοιπους, είναι ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τώρα δειλά δειλά ξεκινάει να ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας από την μεταπολίτευση και εντεύθεν και να μαθαίνει ο κόσμος την αλήθεια, αν την μαθαίνει φυσικά. Τώρα με την κρίση αρχίζουν να ψελλίζουν μερικοί ότι έφταιγε και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Φυσικά τον ευνόησαν και οι συνθήκες, όπως και τον Χίτλερ των εννόησαν οι τότε συνθήκες της Γερμανίας. Αλλά οι μεγάλες προσωπικότητες δημιουργούν από τις συνθήκες εκείνο που στοχεύουν να δημιουργήσουν. Αυτό ισχύει γενικά για όλες τις μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες..
Η κριτική στον Ανδρέα Παπανδρέου όχι μόνο ήταν ταμπού, αλλά αντιθέτως υπήρχε και εξιδανίκευση της δήθεν προσφοράς του. Όλα μια σκέτη, καταστροφική απάτη.
Αυτή είναι η σκληρή αλήθεια, που την απωθούν στο ασυνείδητο, όσοι ευνοήθηκαν απ’ τον ίδιο. Και είναι αλήθεια ότι ευνοήθηκαν πάρα πολλοί. Ο Ανδρέας Παπανδρέου παραμένει ακόμη σημείο αναφοράς των μελών και οπαδών του ΠΑΣΟΚ και άλλοθι για τη σημερινή του κατάντια. Παραμένει δηλαδή ακόμη εν ισχύει ο μύθος του παλιού καλού ΠΑΣΟΚ, που δημιούργησε τάχα ο ίδιος και η δήθεν ελπίδα επιστροφής του στις παλιές, καλές ημέρες. Όμως όπως είπε και ο Γκράμσι «χωρίς τον καθορισμό αρχών που τείνουν να γίνουν οικουμενικές μια οργάνωση είναι ένα είδος μαφίας».
Αυτός είναι που εκμαύλισε όλο τον λεγόμενο προοδευτικό και αριστερό χώρο, διορίζοντας τον σε θέσεις και αξιώματα, για να τον χρησιμοποιεί κατά το δοκούν.
Αυτός είναι που πανέξυπνα χρησιμοποίησε την αριστερή διανόηση για να σώσει το αστικό σύστημα, γιατί η δεξιά διανόηση είχε χρεοκοπήσει.
Ο Σημίτης που ήταν ο καλύτερός του μαθητής, απλώς επαύξησε την αρνητική πορεία, την οποία ολοκλήρωσε στη συνέχεια ο Γιώργος Παπανδρέου.
Γι’ αυτό σχηματικά λέω ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου άνοιξε τον τάφο για τον ελληνικό λαό, ο Κώστας Σημίτης έβαλε το φέρετρο μέσα και ο Γιώργος Παπανδρέου, προσπάθησε να βάλει την ταφόπλακα.
Αυτός είναι και ο λόγος που ελάχιστοι τολμούν να του ασκήσουν κριτική, γιατί σχεδόν οι περισσότεροι έχουν συμπράξει μαζί του και έχουν και την σχετική ευθύνη. Θέλουν να τον χρησιμοποιούν μάλιστα ως άλλοθι, με την έννοια ότι όλοι οι άλλοι φταίνε εκτός από τον ίδιο, ενώ αυτός είναι ο κύριος υπεύθυνος, για όλες τις μετέπειτα αρνητικές εξελίξεις έως σήμερα, γιατί απλούστατα είχε την ικανότητα να το κάνει. Κι’ ας διακηρύττουν κάποιοι αμετανόητοι και ουτοπικοί μαρξιστές - λενινιστές ότι «οι μάζες», αποτελούν τα ιστορικά υποκείμενα της ιστορικής εξέλιξης, που ο ίδιος ο Λένιν το αρνείται.
Όσο το είδωλο του Ανδρέα Παπανδρέου και της δυναστείας Παπανδρέου δεν ξηλώνεται από το βάθρο του, όπως αναλογικά έγινε με τα αγάλματα των καθεστωτικών «ηγετών» στα καταρρεύσαντα κομμουνιστικά καθεστώτα, δεν πρόκειται αυτός ο τόπος να δει θεού πρόσωπο, όπως λέει και ο λαός. Και όταν μιλάμε για είδωλα εννοούμε ότι πρέπει να ξηλωθεί όλο το σύστημα του εκμαυλισμού της ελληνικής κοινωνίας, με το οποίο τη διαμόρφωσε.
Η δημιουργία της νοοτροπίας της καταναλωτικής μανίας και αποκτήνωσης που δημιούργησε (η Αλεξανδράτου αναδεικνύεται ξαφνικά σε «ηθικό» πρότυπο της ελληνικής κοινωνίας, το λεγόμενο life style ακόμη μεσουρανεί και ο «πολιτισμός» των σκυλάδικων), εξαχρείωσαν τα ήθη, απάλειψαν από τον τόπο κάθε δυνατότητα για ένα καλύτερο μέλλον. Η νοοτροπία της ελάσσονος προσπάθειας και της ισοπέδωσης των πάντων προς τα κάτω, αφαίρεσε κάθε δημιουργική προσπάθεια. Δεν υπήρχε τομέας της δημόσιας ζωής που να μην εκφυλιστεί. Μα όχι μόνο αυτό. Το χειρότερο ήταν η επιμονή του συστήματος της διαφθοράς και διαπλοκής να μην ανεχτεί αντιστάσεις και διαφοροποίηση.
Το κακό συντελέστηκε με την οικονομική κρίση, αλλά δεν ήταν η αιτία. Και όπως λέει η παροιμία ενός κακού δοθέντος μύρια έπονται: Η ανέχεια, η ανασφάλεια, η ανεργία, κυρίως των νέων, αλλά όχι μόνο, η φυγή στο εξωτερικό των πιο ζωντανών και μορφωμένων δυνάμεων του τόπου (τα καλύτερα μυαλά), η υπογεννητικότητα, η ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση με τα μύρια προβλήματα που κουβαλάει και τέλος ως αποτέλεσμα η πλήρης καταστροφή της ποιότητας ζωής και ένα σωρό άλλες αρνητικές εξελίξεις, δημιουργούν πρωτόγνωρες καταστάσεις στην Ελλάδα, που θυμίζουν τις πιο επώδυνες στιγμές της κατοχής, αλλά είναι ασύγκριτα χειρότερες γιατί τότε υπήρχε εθνική ανάταση και πατριωτικά ιδανικά, που σήμερα είναι είδος υπό εξαφάνιση.
Η συντεχνιακή νοοτροπία, που δημιούργησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, κατέστρεψε τον κοινωνικό ιστό. Ο αθέμιτος πλουτισμός σε βάρος του κοινωνικού συνόλου αναδείχτηκε μαζί με το χρήμα ως η μεγαλύτερη «σοσιαλιστική» κοινωνική αξία. Τα εγωιστικά συμπλέγματα που δημιούργησε κατέστρεψαν την κοινωνική συνοχή. Η εξατομίκευση που συνεχίζεται ακάθεκτη διέλυσε κάθε συλλογικότητα, πάνω στην οποία στηρίζεται μια ανθρώπινη κοινωνία, για να προκόψει.
Η παρακμή ήταν προδιαγεγραμμένη και ο κατήφορος ασταμάτητος. Δεν είναι μόνο τα οικονομικά στοιχεία του χρέους, που μας προσφέρουν ένα δείγμα της επερχόμενης καταστροφής. Ήταν η απαξίωση και ο εκφυλισμός και η καταστροφή όλων των αξιών, πάνω στις οποίες εδράζεται οποιαδήποτε υγιής κοινωνία.
Το χειρότερο απ’ όλα αποτελεί η προσπάθεια μέσω του αφελληνισμού της παιδείας να καταρρακωθεί το εθνικό φρόνημα και η εθνική συνείδηση του Έλληνα, για να υπαχθεί τελικά ως Νέο –Ραγιάς στον Νέο –Οθωμανισμό ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή Νέο - Αποικίας, όπως συμβαίνει αυτή την περίοδο με αποικιοκράτη την Γερμανία.
Στην Ελλάδα, για να το πούμε υπερβολικά, και ας φαίνεται αντιφατικό, δεν φταίει το καπιταλιστικό σύστημα, για να μη μιλούμε για σοσιαλισμούς και πράσινα άλογα. Φταίει το γεγονός ότι δε λειτούργησε αυτό το σύστημα, το καπιταλιστικό σύστημα, έτσι όπως λειτουργεί στις χώρες του Βορρά, για να ομνύουμε και για κάτι πάρα πέρα.
Αν λειτουργούσε ο καπιταλισμός, έστω και κατά προσέγγιση προς τις σκανδιναβικές χώρες, τότε ασφαλώς και δεν θα είχαμε όλα αυτά τα καταστροφικά φαινόμενα. Στην Ελλάδα του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας δεν ίσχυσε το του Ευαγγελίου: «Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω» , αλλά ο εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω! Θεώρησαν ότι το κράτος τους ανήκε και το καταλήστεψαν. Το κράτος όμως ήταν οι εργαζόμενοι πολίτες. Εκείνοι που εργάστηκαν τίμια εκείνοι είναι που υποφέρουν περισσότερο από τους άλλους.
Το σύστημα της φαυλοκρατίας και αναξιοκρατίας δεν ανέχεται συνάμα να διαφοροποιηθεί κανείς. Προσπαθεί να συντρίψει με κάθε τρόπο και μέσο, οικονομικό, πολιτικό, πολιτισμικό, ψυχολογικό, αυτούς που δεν εντάσσονται στο σύστημα και παλεύουν ενάντια στο ρεύμα, για να δημιουργήσουν μια καλύτερη κοινωνία. Για το σύστημα κάθε διαφοροποίηση είναι επικίνδυνη και γι’ αυτό πρέπει να περιθωριοποιηθεί και συντριβεί.
Δεν θα είχαμε σαφώς σοσιαλισμό. Όμως δεν θα καταλήγαμε στη χειρότερη μορφή του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή στο ΔΝΤ και στα δεινά που μας επιφυλάσσει. Αντιθέτως θα είχαμε δημιουργήσει έναν παράδεισο, που θα τον ζήλευαν οι πιο προηγμένες καπιταλιστικές χώρες. Αυτός ο ευλογημένος από τη φύση τόπος που λέγεται Ελλάδα, που ομολογουμένως διαθέτει πολυποίκιλο πλούτο, θα αποτελούσε υπόδειγμα, αν δεν είχε όλους αυτούς που την οδήγησαν στον γκρεμό.
Η κύρια αιτία λοιπόν εν κατακλείδι οφείλεται στους ανάξιούς ηγέτες της, με πρωτεργάτη τον Ανδρέα Παπανδρέου, και στο διεφθαρμένο πελατειακό πολιτικό σύστημα που εφάρμοσε ο ίδιος και όσοι τον διαδέχτηκαν.
Από κει και πέρα ο καθένας έχει τις ευθύνες του, είτε γιατί συνέβαλε μαζί τους στην παρακμιακή πορεία από ιδιοτέλεια, είτε γιατί προσδοκούσε κάποια μελλοντική εύνοια, είτε γιατί δεν τους εμπόδισε, γιατί σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, όπως και να είναι αυτό, υπάρχει πάντοτε εναλλακτική λύση. Δεν υπάρχουν ποτέ μονόδρομοι, όπως θέλει να μας προπαγανδίσει ο Γιώργος Παπανδρέου και τα διάφορα παπαγαλάκια, κάνοντας μας πλύση εγκεφάλου, γιατί μονόδρομος σημαίνει δικτατορία και όχι δημοκρατία.
Η δημοκρατία, και αυτό είναι η αλήθεια, δεν έχει αδιέξοδα.
Από τα πράγματα είναι πια φανερό ότι κανένας δεν ήταν άξιος να διαμορφώσει και εφαρμόσει αυτήν την εναλλακτική λύση.
Μια πολιτική και οικονομική ολιγαρχία οδήγησε την Ελλάδα κυρίως μέσω της διαφθοράς, από την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, στην καταστροφή, ώστε τώρα να αποζητούμε τους «βαρβάρους» για να μας βάλουν σε τάξη.
Τα δύο τρίτα του ελληνικού λαού που εντάχτηκαν και πήραν μέρος στη λεηλασία του κράτους από το παρακράτος του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ζουν και βασιλεύουν ακόμη. Ένα μεγάλο μέρος φυσικά θα προλεταριοποιηθεί, σύμφωνα με τα σχέδια του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτή η διαδικασία μπαίνει ήδη σε εφαρμογή.
Έτσι τώρα μόλις αρχίζει σταδιακά να δημιουργείται η κοινωνία τους ενός τρίτου, γιατί με την οικονομική κρίση και την παράδοσή μας στο ΔΝΤ αρχίζει να σπάει η ραχοκοκαλιά της μεσαίας τάξης και να τρίζουν τα θεμέλια και άλλων κοινωνικών ομάδων. Το «λίπος» της κλεπτοκρατίας, του «υπαρκτού καπιταλισμού» στην Ελλάδα, κατ’ αντιστοιχία προς τον υπαρκτό σοσιαλισμό των σοβιετικών καθεστώτων, όπως συνηθίζω να λέω, αρχίζει και λιώνει. Ούτως ή άλλως ήταν όλα στο σχέδιο. Όπως ακριβώς έγινε και στον υπαρκτό σοσιαλισμό μετά την κατάρρευσή του. Η πρώην νομενκλατούρα έγινε η σημερινή μαφία.
Βέβαια εκείνοι που πλήρωναν πάντοτε και τώρα θα πληρώσουν πάλι τα σπασμένα, είναι εκείνοι που δεν πήραν μέρος στο πλιάτσικο και το μεγάλο φαγοπότι. Απλώς θα χειροτερεύσει ακόμη περισσότερο η κατάστασή τους. Ενώ πρώτα ζούσαν στην φτώχεια, τώρα θα περιπέσουν στην εξαθλίωση. Μετά θα ακολουθήσουν και άλλοι, ώσπου να σχηματιστεί η κοινωνία τους ενός τρίτου και λιγότερο τους ενός τρίτου, που θα ζει σε βάρος των υπολοίπων.
Οι άλλοι που έβγαλαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό, πλουτίζοντας με αθέμιτο τρόπο, θα γίνουν ακόμη πλουσιότεροι, γιατί αυτοί αποτελούν και το στήριγμά του φαύλου και εκμεταλλευτικού συστήματος.
Εν κατακλείδι το δικομματικό φαύλο σύστημα της μεταπολίτευσης, δηλαδή η παρασιτική άρχουσα αστική τάξη της Ελλάδας, με το πελατειακό της σύστημα, που αποτελεί αυτό που αποκαλούμε συγκρότημα εξουσίας, απομύζησε και απομυζεί εναλλάξ τον ελληνικό λαό, και αφού τον καταλήστεψε και τον καταληστεύει τον παρέδωσε στο ΔΝΤ για τα περαιτέρω.
Μόνο που τώρα, που πέρα από το ξεπούλημα, στους ξένους και ντόπιους συνεργάτες τους, της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, υπάρχει και ο κίνδυνος εθνικών καταστροφών. Και φυσικά δεν είδαμε ακόμη τα χειρότερα.
Αναστροφή αυτής της πορείας μπορεί να αρχίσει σαν πρώτο βήμα και έχει ίσως ελπίδες με την κατάργηση της δυναστείας Παπανδρέου και Μητσοτάκη και των συνοδοιπόρων. Από κει και πέρα έπεται συνέχεια.
Αν θέλουμε να ακριβολογούμε θα πρέπει η ανάκαμψη και η πραγματική αλλαγή να βασίζεται σε δύο παράγοντες, σε δύο πυλώνες: Ο ένας είναι η αλλαγή νοοτροπίας και ο άλλος είναι οι θεσμοί. Θα πρέπει να υπάρχει διαλεκτική σχέση ανάμεσα σ’ αυτούς του δύο παράγοντες για να επέλθει η απαλλαγή από την κρίση. Χωρίς το υποκείμενο της αλλαγής με ταυτόχρονη αλλαγή των θεσμών δεν υπάρχει δυνατότητα διεξόδου. Αρκεί η αλλαγή των παραγόντων αυτών να γίνει με αξιοκρατικά κριτήρια και πατριωτικά. Με την έννοια ενός νέου εθνικοαπελευθερωτικού ΕΑΜ στα σημερινά πλαίσια, που απαιτούν τον εκσυγχρονισμό της παράδοσης, αλλά όχι την κατάργησή της.