Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2018

O Άρειος Πάγος εξηγεί γιατί δεν υπάρχει "Μακεδονικό" έθνος

Όπως είναι γνωστό, τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το Κράτος των Σκοπίων (FYROM), εξ αιτίας της....
 αυθαίρετης και ιστορικά ατεκμηρίωτης αξιώσεως του τελευταίου να αναγνωρισθεί διεθνώς ως Κράτος, με το όνομα "Μακεδονία".

Προκειμένου να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια ως προς το σφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας από το νεοσυσταθέν Κράτος των Σκοπίων (FYROM), το οποίο επιχειρεί να αποκτήσει εθνική ταυτότητα με όνομα που αποτελεί ιστορική, πολιτιστική και εθνική κληρονομιά της Ελλάδας, είναι αναγκαίο να επισημανθούν συνοπτικά τα ακόλουθα ιστορικά δεδομένα. 

Ο όρος Μακεδονία, από αρχαιοτάτων χρόνων είναι όρος ιστορικός και γεωγραφικός και όχι εθνολογικός. Οι Μακεδόνες δεν είναι, ούτε υπήρξαν κατά το πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν, ιδιαίτερος εθνολογικός σχηματισμός. Απλώς, ως Μακεδόνες, ονομάζονται ανέκαθεν οι κάτοικοι της γνωστής από την αρχαιότητα περιοχής της Ελληνικής Μακεδονίας, όπως αντίστοιχα ονομάζονται, Θράκες, οι κάτοικοι της Θράκης, Θεσσαλοί , οι κάτοικοι της Θεσσαλίας κ.ο.κ., χωρίς να υπάρχει αντίστοιχα Θρακική ή Θεσσαλική Εθνικότητα. Επομένως, Μακεδόνες κατά την εθνικότητα δεν υπάρχουν και ούτε μπορούν να "δημιουργηθούν", στα πλαίσια του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των κατοίκων της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, όπως πιο κάτω αναφέρεται. Επιπλέον, οι αρχαίοι Μακεδόνες, ήταν αναμφισβήτητα Έλληνες, δωρικό ή κατ` άλλη έκδοση, αιολικό φύλο. Το όνομα Μακεδονία αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο, έχει δε γνήσια Ελληνική, δωρικής προέλευσης, ρίζα, "Μακεδνός ή Μακεδανός", που σημαίνει μακρύς, υψηλός, λόγω του ύψους των Μακεδόνων, όπου μάκος = μήκος (Ηροδότου Ιστορίαι Α, 56). Ήδη από τον 1° π.Χ. αιώνα ο μεγάλος γεωγράφος της αρχαιότητας Στράβων, διαπίστωνε : "Εστίν ούν Ελλάς και η Μακεδονία" (Στράβων, Γεωγραφικά,VII.9).

Ως Έλληνες, οι αρχαίοι Μακεδόνες, χρησιμοποιούσαν την ίδια, με τους Ελληνες της νομίμου Ελλάδας γλώσσα, πίστευαν στους ίδιους θεούς και είχαν τον ίδιο (Ελληνικό) πολιτισμό. Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης υπήρξε δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα ευρήματα της Βεργίνας αποτελούν σταθμούς της παγκόσμιας ιστορίας και στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού που αποδεικνύουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Αντίθετα, οι Σλάβοι, δηλαδή τα διάφορα σλαβικά φύλα που εμφανίσθηκαν στην περιοχή των Βαλκανίων, βορείως της Μακεδονίας, κατά τον 7° μ.Χ. αιώνα, δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους Έλληνες Μακεδόνες. 

Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους των ετών 1912-1913, που είχαν ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση, πλην άλλων περιοχών, και της Μακεδονίας, από την Οθωμανική κυριαρχία και το τέλος του Α` Παγκοσμίου Πολέμου, οριοθετήθηκαν οριστικώς τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας αφενός και Σερβίας και Βουλγαρίας αφετέρου. Κατόπιν Διεθνών Συμφωνιών και ιδίως της συνθήκης του NEUILLY, που ίσχυσε από το 1919, το μεγαλύτερο τμήμα της Μακεδονίας, με τη γεωγραφική του όρου έννοια, περιήλθε στην Ελλάδα, ήτοι το 51,5%, ενώ στη Σερβία περιήλθε το 38,4% και στη Βουλγαρία το 10,1% αυτής.

Έτσι, η αρχαία (κλασική) Μακεδονία, η επονομαζόμενη από γεωγραφική άποψη "Μείζων Μακεδονία", που περιλαμβανόταν μεταξύ Αιγαίου Πελάγους και των ορέων Καμβούνια, Πιέρια και Όλυμπος προς νότο, των λιμνών Αχρίδα και Πρέσπες, και των ορέων Μπαμπούνα, Σκόμιον, Ροδόπη προς Βορρά, του ποταμού Νέστου, ανατολικά και των ορέων Γράμμος και Πίνδος, δυτικά, κατατμήθηκε εν μέρει, μεταξύ των παραπάνω Κρατών, όπως έχει εκτεθεί. 

Πρέπει να σημειωθεί ότι λόγο της ελευθέρας διακίνησης των πληθυσμών, κατά τους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα, ιδίως στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, Βούλγαροι, σλαβόφωνοι, που είχαν σλαβική εθνική συνείδηση. Μετά την οριστικοποίηση των συνόρων, κατά τα προεκτεθέντα, οι περισσότεροι απ` αυτούς διασκορπίσθηκαν στην περιοχή των Σκοπίων, ή μετανάστευσαν σε διάφορα Κράτη.

Οι ολίγοι εναπομείναντες στην Ελλάδα και συγκεκριμένα, στους νομούς Φλώρινας και Έδεσσας, εδήλωσαν Ελληνική Εθνικότητα και έτσι, από την εποχή εκείνη έπαυσε να υπάρχει θέμα σλαβικής μειονότητας. Πριν από το 1944 "Μακεδονία" ως σλαβικό κράτος και "Μακεδονικό Έθνος", ως ιδιαίτερη εθνότητα ήταν έννοιες παντελώς άγνωστες. 

Στις 2-8-1944, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, ο Κροάτης Τίτο δημιούργησε το Γιουγκοσλαβικό ομόσπονδο κράτος (ένα από τα έξι της τότε Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας που προέκυψε ως ενιαίο Κράτος το 1918), της λεγόμενης Δημοκρατίας της Μακεδονίας, με πρωτεύουσα τα Σκόπια. Έως τότε, οι κάτοικοι της περιοχής των Σκοπίων δεν είχαν ούτε σερβική, ούτε βουλγαρική, παρά τα φιλοβουλγαρικά αισθήματα των περισσότερων κατοίκων της και πολύ περισσότερο, δεν είχαν "μακεδονική" εθνική συνείδηση.

Την τελευταία, τους έπεισε να την αποκτήσουν ο Τίτο, προκειμένου να αποκολλήσει τους Σκοπιανούς από το άρμα των Βουλγάρων, έχοντας ως απώτερο σκοπό, την σύσταση ενιαίου μακεδονικού κράτους, υπό σλαβικό μανδύα και την έξοδο της χώρας του στο Αιγαίο. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στην περίοδο του μεσοπολέμου, η κυβέρνηση του Βελιγραδίου υποστήριζε, ότι οι κάτοικοι της περιοχής Σκοπίων ήταν Σέρβοι. Αργότερα, όμως, για να υποβοηθηθεί η προσπάθεια "μακεδονοποίησης" του πληθυσμού της Λ. Δ. Μακεδονίας, που κατοικείτο τότε από ακαθόριστης εθνικότητας πληθυσμούς, με υπεροχή των σλαβόφωνων, αλβανόφωνων και τουρκόφωνων, έπρεπε να αναπτυχθούν όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν ένα λαό, ως διαφορετικό έθνος, δηλαδή η γλώσσα, η ιστορία και ο πολιτισμός. Καταρχήν, ιδιαίτερη φροντίδα δόθηκε στη λεγόμενη " μακεδόνικη" γλώσσα, που αποτελείτο κατά βάση από λέξεις σλαβικής προέλευσης, εμπλουτισμένη και με ελληνικές αυτούσιες ή παραλλαγμένες, καθώς επίσης και λέξεις τουρκικές, βλάχικες, αλβανικές κ.λ.π.

Το ιδίωμα αυτό στην ουσία ήταν η δυτική διάλεκτος της βουλγαρικής γλώσσας, την οποία ομιλούσαν οι κάτοικοι της περιοχής των Σκοπίων. Μετά το 1944, Σκοπιανοί γλωσσολόγοι προσπάθησαν να αφαιρέσουν όλα τα βουλγαρικά στοιχεία από τη διάλεκτο αυτή και να τα αντικαταστήσουν με λέξεις σερβοκροατικές, ώστε να μπορεί η λεγόμενη " μακεδόνικη" γλώσσα, έτσι όπως εξελίχθηκε, να γίνει πλέον κατανοητή από τους σερβοκροατικούς πληθυσμούς της βόρειας Γιουγκοσλαβίας.

Ακόμη δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην εκ των υστέρων " κατασκευή" της ιστορίας του "Μακεδονικού" έθνους. Το Δεκέμβριο του 1948 ιδρύθηκε στα Σκόπια το Ινστιτούτο Εθνικής Ιστορίας του Μακεδονικού Λαού. Το ενδιαφέρον των Σκοπιανών ιστορικών επικεντρώθηκε στην απόδειξη της υπάρξεως ενός ξεχωριστού "μακεδονικού" έθνους, έστω και αν το " έθνος" τούτο, στο παρελθόν, δεν είχε δώσει σημεία ζωής. Στη συνέχεια, οι πολιτικοί των Σκοπίων δεν περιορίσθηκαν στην προσπάθεια τους " μακεδονοποίησης" του πληθυσμού της περιοχής. Για να ευαισθητοποιήσουν τα πλήθη, αλλά και τη Διεθνή Κοινότητα, δημιούργησαν μία "Μεγάλη ιδέα" περί πλήρους εθνικής αποκατάστασης του "Μακεδονικού" έθνους, διακηρύσσοντας ότι η Μακεδονία στο σύνολο της, δηλαδή τα τρία Βιλαέτια (περιφέρειες) της αυθαίρετης τότε διαίρεσης της τουρκικής Διοίκησης στη Μακεδονία, κατά τους χρόνους της Οθωμανικής κυριαρχίας, που είχαν ως πρωτεύουσες τη Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι και τα Σκόπια, είναι χώρα σλαβική, και ως προς την ιστορική της προέλευση και ως προς την εθνική της σύσταση.

Γι` αυτό (κατά τη "Μεγάλη Ιδέα"), πρέπει να ενωθεί και να αποτελέσει ένα ενιαία κράτος, δεδομένου ότι μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο μόνο το Γιουγκοσλαβικό Τμήμα της Μακεδονίας αποκαταστάθηκε εθνικά, στα πλαίσια της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας (θεωρία του "αλυτρωτισμού"). Η προβολή αυτής της "Μεγάλης Ιδέας" στα Σκόπια και στο εξωτερικό δημιούργησε τις σημερινές προστριβές με την Ελλάδα, η οποία δεν είναι δυνατό να ανεχθεί αυτή την έστω "ακαδημαϊκή", καταρχήν, προσβολή της ακεραιότητας του εδάφους της και της ομοιογένειας του πληθυσμού της, που επιχειρείται από την πλευρά των Σκοπίων. Εξάλλου, ουδείς πολιτισμένος λαός μπορεί να ανεχθεί την πλαστογράφηση της Ιστορίας του.

Στην προσπάθεια αυτή των Σκοπίων που άρχισε μετά τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, αφότου το κράτος των Σκοπίων απέκτησε οντότητα, το έτος 1991, εντάσσεται η διάδοση των παραπάνω ιδεών από διάφορους εθνικιστές μετανάστες, οι οποίοι, μέσω οργανώσεων και σωματείων, που δρουν κυρίως στο εξωτερικό (Αυστραλία, Καναδά, ΗΠΑ), με ομιλίες, συγκεντρώσεις, εκδηλώσεις πολιτιστικές κλπ παραπληροφορούν το κοινό, δημιουργώντας εσφαλμένες περί υπάρξεως "Μακεδονικού" έθνους και πολιτισμού, "μακεδονικής" γλώσσας και συνείδησης. Παράλληλα, καλλιεργούν και την ιδέα του "αλυτρωτισμού", όπως προεκτέθηκε επιχειρώντας να δημιουργήσουν αποσχιστικές τάσεις, θέτοντας και το ανύπαρκτο θέμα της λεγόμενης "μακεδονικής μειονότητας" που ζεί στην Ελλάδα. Μάλιστα για το θέμα αυτό προσέφυγαν στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στη Γενεύη, το Μάιο του 1990, ενώ, τον Ιούνιο του ίδιου έτους, έθεσαν και πάλι το ίδιο θέμα στα πλαίσια της Συνδιάσκεψης της ΔΑΣΕ στην Κοπεγχάγη.

Αρωγοί της προσπάθειας αυτής των Σκοπιανών ιθυνόντων στην Ελλάδα είναι οι αιτούντες. Οι τελευταίοι, συμπλέοντας με τις παραπάνω θέσεις των Σκοπίων, δημιουργούν ανύπαρκτα ζητήματα ιδιαίτερου μακεδονικού πολιτισμού και μακεδονικής γλώσσας ("MAKEDONCKI"), μέσω δε του υπό σύσταση Σωματείου, επιδιώκουν την υλοποίηση των παραπάνω σκοπών. Συγκεκριμένα, ένα από τα ιδρυτικά μέλη του εν λόγω Σωματείου, ο ΑΑ, μαζί με άλλους ομοϊδεάτες του, όπως ο ΒΒ, που πρωτοστατούσε παλαιότερα στην ίδρυση όμοιου Σωματείου, εμφανίσθηκαν στη Συνδιάσκεψη της ΔΑΣΕ στην Κοπεγχάγη όπου αμφισβήτησαν την ελληνικότητα της (Ελληνικής) Μακεδονίας (βλ. και Εφ. Θεσ. 1558/1991 αδημ).

Επίσης, τα ιδρυτικά μέλη του υπό σύσταση Σωματείου, ήτοι οι ΓΓ, Χ1 και ΔΔ, όπως και ο προαναφερόμενος ΒΒ, συναντήθηκαν κρυφά, στις 28 Ιουλίου 1991, στην πόλη Μοναστήρι, με τον πρώην Πρόεδρο του Κράτους των Σκοπίων, ... .............. . Ακόμη, τα ίδια πρόσωπα είχαν αλλεπάλληλες συναντήσεις στη Θεσσαλονίκη με τον υποπρόξενο των Σκοπίων, προφανώς, για να προωθήσουν την επίτευξη των παραπάνω σκοπών τους (βλ. Στεφ. Τσαπάρα, όπ. π. σελ. 34).

  Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, δεν υπάρχει Μακεδονικό Έθνος και κατά συνέπεια, μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα "MAKEDONCKI". Ούτε φυσικά υφίσταται στην Ελλάδα "μακεδονική μειονότητα".

Είναι αυτονόητο ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί, σε εξήντα χρόνια, να αποκτήσει εθνολογική οντότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία. 

Με βάση τις παραδοχές αυτές, το δικάσαν Εφετείο έκρινε "ότι ο σκοπός του υπό αναγνώριση Σωματείου αντίκειται προς τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αφού θέτει σε κίνδυνο τους θεσμούς του Ελληνικού Κράτους, με τις εξαγγελόμενες ρητώς και σιωπηρώς δραστηριότητες των μελών του, ότι, με την εμμονή του στη γενική αναφορά του όρου "μακεδονικός- ική" πολιτισμός - γλώσσα προκαλεί σύγχυση τόσο στο εσωτερικό της Χώρας και, ιδίως, στους ενδιαφερομένους να συμμετάσχουν στο Σωματείο ως μέλη, αποδεχόμενοι το σκοπό αυτό, όσο και διεθνώς, στα Κράτη και στους λοιπούς φορείς, με τους οποίους θα συναλλαχθεί αυτό, ενόψει της πραγμάτωσης του σκοπού του, μέσω διαβημάτων, συνεργασιών κλπ, καθώς και ότι αναγνώριση του Σωματείου προσκρούει στην ανάγκη ειρηνικής συμβίωσης των πολιτών της περιοχής και κατ` επέκταση της γαλήνης της Χώρας", και ότι η αίτηση ήταν απορριπτέα, ως αβάσιμη κατ` ουσία και στη συνέχεια, απέρριψε την ασκηθείσα έφεση, επικυρώνοντας την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που είχε αποφανθεί ομοίως.