Τον πρώτο χρόνο του εθνικού ξεσηκωμού, το 1821, πάνω από 3.000 Ελληνες, ιδίως γυναικόπαιδα και γέροντες σφαγιάστηκαν στη Θεσσαλονίκη. Οι πτυχές του εθνικού δράματος ....
στην πόλη ξεχάστηκαν και παραμένουν σχεδόν άγνωστες. Με την έκρηξη της επανάστασης στη Χαλκιδική την άνοιξη του 1821, η Θεσσαλονίκη μεταβάλλεται σε απέραντο σφαγείο υπόπτων και αμάχων. Η κινητοποίηση και ο πατριωτικός ενθουσιασμός συνείχε την πόλη πολύ πριν από την έναρξη της επανάστασης.
Η Θεσσαλονίκη ως στρατιωτική και πολιτική έδρα της οθωμανικής διοίκησης στη Μακεδονία, αλλά και ως μεγάλο αστικό κέντρο των επαναστατημένων Ελλήνων, πλήρωσε με χιλιάδες νεκρούς την επανάσταση του 1821 στη Χαλκιδική και γενικότερα στην Κεντρική Μακεδονία. Η επανάσταση στη Χαλκιδική το Μάιο του 1821 είχε τον τραγικό αντίκτυπό της στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Στα δραματικά γεγονότα της διετίας 1821-22, μετά την αποτυχημένη επανάσταση της Χαλκιδικής με τον Εμμανουήλ Παπά, τον Στάμο Χάψα και άλλους οπλαρχηγούς πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, με εκτελέσεις και απαγχονισμούς δημογερόντων και άγριες σφαγές του άμαχου πληθυσμού. Ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής της πόλης, ο Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ πασάς, προκειμένου να αναστείλει οποιεσδήποτε επαναστατικές κινήσεις, έκανε αθρόες συλλήψεις υπόπτων και πάνω από 400 Έλληνες, μεταξύ των οποίων πολλά μέλη της ελληνικής κοινότητας και έμποροι, κλείστηκαν στα υπόγεια του τουρκικού διοικητηρίου.
στην πόλη ξεχάστηκαν και παραμένουν σχεδόν άγνωστες. Με την έκρηξη της επανάστασης στη Χαλκιδική την άνοιξη του 1821, η Θεσσαλονίκη μεταβάλλεται σε απέραντο σφαγείο υπόπτων και αμάχων. Η κινητοποίηση και ο πατριωτικός ενθουσιασμός συνείχε την πόλη πολύ πριν από την έναρξη της επανάστασης.
Η Θεσσαλονίκη ως στρατιωτική και πολιτική έδρα της οθωμανικής διοίκησης στη Μακεδονία, αλλά και ως μεγάλο αστικό κέντρο των επαναστατημένων Ελλήνων, πλήρωσε με χιλιάδες νεκρούς την επανάσταση του 1821 στη Χαλκιδική και γενικότερα στην Κεντρική Μακεδονία. Η επανάσταση στη Χαλκιδική το Μάιο του 1821 είχε τον τραγικό αντίκτυπό της στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Στα δραματικά γεγονότα της διετίας 1821-22, μετά την αποτυχημένη επανάσταση της Χαλκιδικής με τον Εμμανουήλ Παπά, τον Στάμο Χάψα και άλλους οπλαρχηγούς πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, με εκτελέσεις και απαγχονισμούς δημογερόντων και άγριες σφαγές του άμαχου πληθυσμού. Ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής της πόλης, ο Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ πασάς, προκειμένου να αναστείλει οποιεσδήποτε επαναστατικές κινήσεις, έκανε αθρόες συλλήψεις υπόπτων και πάνω από 400 Έλληνες, μεταξύ των οποίων πολλά μέλη της ελληνικής κοινότητας και έμποροι, κλείστηκαν στα υπόγεια του τουρκικού διοικητηρίου.
Σφαγές και αγχόνες
Όταν όμως η επανάσταση στην περιοχή του Πολυγύρου χάθηκε από τον έλεγχο των Τούρκων, ο Γιουσούφ προέβη σε φοβερές εκτελέσεις. Εκτέλεσε δημόσια τους μισούς από τους 400 ομήρους και επέτρεψε στο φανατισμένο τουρκικό όχλο να προβεί σε βιαιοπραγίες κατά του άμαχου ελληνικού πληθυσμού της πόλης, πολλοί από τις οποίους είχαν καταφύγει στις εκκλησιές της πόλης για να σωθούν. Τα φανατισμένα στίφη κατέστρεψαν και λεηλάτησαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους ιδίως τα πλούσια ελληνικά καταστήματα, βίασαν και έσφαξαν εκατοντάδες γυναικόπαιδα.
Τότε σφαγιάστηκαν και απαγχονίστηκαν αρκετοί δημογέροντες, μεγαλέμποροι και άλλα σημαντικά πρόσωπα της ελληνικής κοινότητας στην πλατεία Αλευραγοράς (Ουν Καπάν), γνωστή σήμερα ως Καπάνι και αγορά Βλάλη, αλλά και στην περιοχή της Ροτόντας και την πύλη του Βαρδαριού. Ανάμεσα στους εκτελεσθέντες ήταν ο Χριστόφορος Μπαλάνος, ο Γεώργιος Πάικος, ο Χρήστος Μενεξές, ο Στέργιος Πολύδωρος, ο Αναστάσιος Κυδωνιάτης, ο Αθανάσιος Σκανδαλίδης, ο Κωνσταντίνος Τάττης, ο Αναστάσιος Γούναρης, ο Δημήτριος Παππάς, ο Γεώργιος Βλάλλης κ.α. Στο Καπάνι εκτελέστηκε και ο επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος, που ήταν τοποτηρητής της Μητρόπολης, ενώ ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη εκείνη την περίοδο, βρήκε τραγικό θάνατο μαζί με άλλους κληρικούς του επαναστατημένου γένους.
Ο αφηνιασμένος όχλος όρμησε στη συνέχεια στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (στο χώρο που βρίσκεται σήμερα ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά) όπου είχε καταφύγει μεγάλος αριθμός γυναικόπαιδων και γερόντων και κατέσφαξαν 2000 περίπου άτομα. Συνολικά την περίοδο των βιαιοπραγιών και της τρομοκρατίας, κατά τους πρώτους μήνες της επανάστασης, στη Θεσσαλονίκη έχασαν τη ζωή τους πάνω από 3.000 Έλληνες.
Φοβερό θέαμα
Ένα από τα τραγικά γεγονότα της ελληνικής επανάστασης στη Θεσσαλονίκη, που παραμένει άγνωστο στη συλλογική μνήμη της πόλης, είναι αυτό που συνέβη στην νεόχτιστη (1818) εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, στην Εγνατία. Να πώς περιγράφει ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος το δραματικό συμβάν: «Τραγικότερα ήταν εκείνα που συνέβησαν μέσα στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Εκεί, όπως και σε άλλες εκκλησίες, είχαν φυλακίσει οι Τούρκοι πολλούς Έλληνες. Οι περισσότεροί τους ήταν γριές, γέροι και παιδιά. Εκεί μέσα τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό. Και όταν ύστερα από 40 μέρες άνοιξαν τις πόρτες, βρέθηκαν μπρος σ’ ένα φοβερό θέαμα: Καμιά εκατοστή πτώματα αποσυνθεμένα και καταφαγωμένα από τα ποντίκια ήταν ξαπλωμένα πάνω στις πλάκες. Τέτοια ήταν η δυσοσμία σε όλη τη συνοικία, ώστε οι κάτοικοι της περιοχής αναγκάστηκαν να απομακρυνθούν για μερικές μέρες από τα σπίτια τους…».
Τρομοκρατία
Η προετοιμασία για την συμμετοχή των Ελλήνων της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής στην επανάσταση του Γένους είχε αρχίσει λίγα χρόνια πριν. Σύμφωνα με πληροφορίες που αναφέρει ο αείμνηστος καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος, το 1820 είχε κατέβει στη Μακεδονία ο φιλικός Δημήτριος Ύπατρος και είχε μυήσει στη μυστική οργάνωση τον πρόκριτο της ελληνικής κοινότητας Θεσσαλονίκης Χριστόδουλο Μπαλάνο και άλλους προύχοντες και είχε μυστική επαφή με τους οπλαρχηγούς της Μακεδονίας Γάτσο, Καρατάσο και Σπυρόπουλο. Η παράδοση αναφέρει ότι και ο ήρωας της επανάστασης και φιλικός Ιωάννης Φαρμάκης, στην περιοδεία του από το 1818 ανά τη Μακεδονία, είχε μυήσει την ίδια εποχή και άλλους πρόκριτους της Θεσσαλονίκης, όπως τον Χρήστο Μενεξέ, τον Κωνσταντίνο Τάττη, τον Γεώργιο Πάικο, τον Αντώνιο Παπαχρίστου κα. Ο «Θούριος» του Ρήγα Βελεστινλή και τα επαναστατικά τραγούδια του ακούγονταν στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο μαρτυρικός του θάνατος μαζί με τους συντρόφους του, ανάμεσα στους οποίους και δύο Μακεδόνες, συγκινούσαν τους πατριώτες της πόλης.
Ο αναβρασμός και οι επαναστατικές ζυμώσεις των Θεσσαλονικιών έγιναν αντιληπτές από τους Τούρκους που παρακολουθούσαν κάθε κίνηση των ύποπτων ραγιάδων. Οι τουρκικές αρχές μάλιστα κάλεσαν τον τοποτηρητή μητροπολίτη Θεσσαλονίκης επίσκοπο Κίτρους Μελέτιο και του έκαναν συστάσεις να χειραγωγήσει το ποίμνιό του και να υπακούει στις τουρκικές διαταγές. Οι κάτοικοι όμως δεν συμμορφώθηκαν στις υποδείξεις των Τούρκων και για ασήμαντη αφορμή κλείνονταν στις φυλακές του «Κανλή Κουλέ», τον Πύργο του Αίματος, όπως ονομαζόταν τότε ο Λευκός Πύργος που χρησίμευε ως σκληρή φυλακή. Οι Τούρκοι αγρίεψαν περισσότερο όταν συνέλαβαν έναν παπά, τον Ανανία Μαρκόπουλο, να μεταφέρει πάνω του επαναστατικά έγγραφα, γεγονός που επιβεβαίωσε τις υποψίες των Τούρκων ότι προετοιμάζεται εξέγερση κατά του σουλτάνου. Έγιναν και άλλες συλλήψεις και πέντε τουλάχιστο άτομα που κατηγορήθηκαν ως συνεργοί στα επαναστατικά σχέδια, θανατώθηκαν.
Ο αιματοβαμμένος πασάς
Για τα δεινά που υπέστησαν οι Ελληνες από τον Τούρκο αναπληρωτή διοικητή της πόλης Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ, πριν από την έκρηξη της επανάστασης, υπάρχει η αναφορά προς το σουλτάνο ενός συνετού ανώτερου δικαστή, του Χαϊρουλάχ ιμπν Σινασή Μεχμέτ αγά, που έφτασε στη Θεσσαλονίκη το 1820. Είχε κατηγορηθεί μάλιστα από τον σκληρό Γιουσούφ ως φίλος των επαναστατών και κλείστηκε κι αυτός στην υγρή φυλακή του Λευκού Πύργου. «Εκεί είδα -έγραφε στον κραταιότατο αυθέντη του, τον σουλτάνο- φτωχά ανθρώπινα πλάσματα που μέναν μέσα στην φρικτή φυλακή τρεις και τέσσερις μήνες, Ρωμιοί ως επί το πλείστον, γιατί συνάντησαν τον Γιουσούφ και δεν τον χαιρέτισαν ή γιατί μαζεύονταν στην εκκλησία του Μηνά και μιλούσαν για τον πατριάρχη. Ύστερα από δυο μέρες μετά από μένα έφεραν μισοπεθαμένο κάποιον παπά (πρόκεται για τον Ανανία Μαρκόπουλο), γιατί ετοιμαζόταν να φύγει στη Βλαχία για να δώσει το μήνυμα του ξεσηκωμού ενάντια στην εξουσία Σου. Ο αμαρτωλός αυτός είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη μερικές μέρες πριν κι είχε μαζί του κι ένα γράμμα του πατριάρχη για τον μητροπολίτη. Τη στιγμή που πήγαινε στο μητροπολιτικό μέγαρο τον συνέλαβαν δυο στρατιώτες και τον μετέφεραν δέρνοντάς τον στο διοικητήριο. Εκεί χωρίς να μιλήσει, του έδωσαν εκατό καμτσικιές και τον έστειλαν στο «Κανλή Κουλέ»…
Επικεφαλής του τουρκικού στρατού που έπνιξε την επανάσταση των Μακεδόνων στο αίμα, από το καλοκαίρι του 1821 ως το 1923, ήταν ο διαβόητος Μεχμέτ Εμίν Εμπουλουμπούτ, ο οποίος μόνο στη Χαλκιδική κατέστρεψε 78 ελληνικά χωριά και 59 αγιορείτικα μετόχια. Αυτός αφάνισε και την Νάουσα το 1822, όπου δολοφονήθηκαν πάνω από 2000 κάτοικοι. Όταν επέβαλε με το αίμα την τάξη και επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, ο αιματοβαμμένος πασάς επιδόθηκε στον αφανισμό των πλούσιων κατοίκων της πόλης με χαράτσια και εκβιασμούς. Γνωστό θύμα του υπήρξε ο Θεσσαλονικιός τραπεζίτης και κτηματίας Μανωλάκης Κυριακού, πρόξενος της Δανίας, που τον δολοφόνησε προκειμένου να αρπάξει την περιουσία του. Κάτω από την κατακραυγή Τούρκων, Ελλήνων και ξένων ο άπληστος πασάς μετατέθηκε, αλλά η πόλη ήδη παρουσίαζε εικόνα ερήμωσης για αρκετά χρόνια, μια και χιλιάδες κάτοικοι την εγκατέλειψαν για να σωθούν, καθώς η Θεσσαλονίκη αποτελούσε πέρασμα των τουρκικών στρατευμάτων που κατέβαιναν στη νότια Ελλάδα για να καταπνίξουν την επανάσταση.
Χ.ΖΑΦ.