Όχι επειδή αλλάζει ξαφνικά, αλλά επειδή το παρελθόν του και το παρόν του συγκρούονται βίαια μπροστά στα μάτια όλων. Η υπόθεση της χειροδικίας του ευρωβουλευτή Νίκου Παππά απέναντι σε δημοσιογράφο έφερε.... στην επιφάνεια ακριβώς αυτή τη σύγκρουση. Και την έκανε ακόμη πιο οδυνηρή, επειδή ο Παππάς δεν είναι απλώς ένας πολιτικός.
Ήταν -και για πολλούς παραμένει- ένας πρώην αθλητής, ένας άνθρωπος που μεγάλωσε μέσα στα γήπεδα, με αξίες που υποτίθεται πως καλλιεργεί ο αθλητισμός.
Για όσους τον γνώρισαν στα παρκέ, ο Νίκος Παππάς δεν ήταν ποτέ μόνο ένας παίκτης. Ήταν ένας χαρακτήρας έντονος, παρορμητικός, με πάθος. Ένας μπασκετμπολίστας που δεν έκρυβε τα συναισθήματά του...
Στα χρόνια της ενεργού καριέρας του, ο Παππάς συμμετείχε σε δράσεις που δεν έβλεπαν πάντα το φως της δημοσιότητας. Επισκέψεις σε σχολεία, συμμετοχή σε τουρνουά με κοινωνικό χαρακτήρα, παρουσία σε μπασκετικές εκδηλώσεις για παιδιά που δεν είχαν εύκολη πρόσβαση στον αθλητισμό, η χρηματοδότηση του γηπέδου μπάσκετ στις Φυλακές Κορυδαλλού και άλλα που δεν μάθαμε ποτέ. Όχι πάντα μπροστά στις κάμερες. Όχι πάντα για το χειροκρότημα. Αυτά τα κομμάτια της διαδρομής του είναι υπαρκτά και δεν διαγράφονται εύκολα.
Δεν το έκανε με τη λογική του «σωτήρα», αλλά του ανθρώπου που πέρασε από εκεί και ξέρει τι σημαίνει να βρίσκεις διέξοδο μέσα από μια μπάλα και ένα καλάθι.
Όμως, υπήρχε πάντα και η άλλη πλευρά. Τα ξεσπάσματα. Οι εντάσεις. Τα νεύρα που δεν έμεναν πάντα υπό έλεγχο.
Στα γήπεδα αυτά συχνά συγχωρούνται, "μέρος του παιχνιδιού" λένε. Γιατί ο Νίκος Παππάς δεν ήταν ποτέ ουδέτερος. Ούτε ως αθλητής, ούτε ως πολιτικός. Στα γήπεδα ξεχώριζε για το πάθος του, αλλά και για τα νεύρα του. Ήταν από εκείνους που έπαιζαν πάντα στο όριο, και συχνά το ξεπερνούσαν.
Τότε, το κοινό υπό τον μανδύα των λέξεων «μαχητής», «ψυχωμένος», «παλληκάρι» εθελοτυφλούσε. Το μπάσκετ έχει έναν περίεργο τρόπο να εξαγνίζει την οργή, αρκεί αυτή να συνοδεύεται από νίκες, πολλές φορές λειτουργούν και ως άλλοθι.
Στην πολιτική και στη δημόσια ζωή, όμως, δεν υπάρχει τέτοιο περιθώριο. Εκεί, κάθε κίνηση βαραίνει διπλά, γιατί δεν εκπροσωπείς μόνο τον εαυτό σου.
Διότι κάποια στιγμή ο αθλητής σταματά να είναι αθλητής. Και τότε, ό,τι πριν λεγόταν «ένταση», λέγεται πια «ευθύνη». Ό,τι πριν ήταν «ξέσπασμα», γίνεται «πράξη». Και ό,τι πριν συγχωρούνταν, τώρα καταγράφεται και κρίνεται.
Η χειροδικία -εφόσον φυσικά επιβεβαιωθεί η καταγγελία και πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης- δεν είναι απλώς προσωπικό ατόπημα. Είναι θεσμική αποτυχία. Όχι επειδή ένας άνθρωπος θύμωσε, αλλά επειδή δεν φρέναρε και δεν έβαλε όρια.
Επειδή δεν κατάλαβε ότι πια δεν βρίσκεται σε παρκέ, αλλά σε δημόσιο χώρο, με ρόλο που δεν του ανήκει προσωπικά, αλλά του έχει ανατεθεί.
Και εδώ έρχεται η πρώτη ερώτηση...
Μπορεί ένας άνθρωπος να αλλάξει ρόλο χωρίς να αλλάξει τρόπο;
Η πολιτική δεν συγχωρεί την παρόρμηση. Δεν επιτρέπει τη βία ως «ανθρώπινη αδυναμία». Και δικαίως. Γιατί όποιος εκπροσωπεί, οφείλει πρώτα να συγκρατεί και να συγκρατείται. Όχι να ξεσπά. Όχι να επιβάλλεται. Όχι να τρομάζει.
Το παρελθόν του Νίκου Παππά στον αθλητισμό δείχνει έναν άνθρωπο ικανό για προσφορά αλλά και επιρρεπή στην έκρηξη. Το παρόν του δείχνει ότι αυτή η έκρηξη δεν τιθασεύτηκε ποτέ πραγματικά, απλώς άλλαξε σκηνικό.
Και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό στοιχείο. Όχι το ίδιο το περιστατικό. Αλλά η αίσθηση ότι δεν ήταν τυχαίο. Ότι ήταν αναμενόμενο για όσους ήξεραν. Ότι απλώς άργησε.
Η κοινωνία δεν έχει ανάγκη από ήρωες με ελαττώματα, πόσο μάλλον όταν αυτοί αρνούνται να λογοδοτήσουν. Ούτε από πρώην αθλητές που θεωρούν ότι το παρελθόν τους προσφέρει ασυλία. Η μνήμη είναι κοντή, αλλά η ευθύνη βαριά.
Ίσως εκεί βρίσκεται και η ουσία. Ο Νίκος Παππάς δεν είναι μόνο ο άνθρωπος που πρόσφερε στο κοινωνικό σύνολο, ούτε μόνο ο άνθρωπος που κατηγορείται για βία. Είναι και τα δύο. Όπως όλοι μας, αλλά με τη διαφορά ότι η δική του αντίφαση παίζεται μπροστά σε κοινό. Και το κοινό δεν συγχωρεί εύκολα.
Τα δύο πρόσωπα του Νίκου Παππά δεν συγκρούστηκαν τώρα. Συνυπήρχαν πάντα. Το ερώτημα είναι αν ο ίδιος έχει το θάρρος να παραδεχτεί ποιο από τα δύο άφησε τελικά να τον ορίσει.
Γιατί στον δημόσιο βίο, δεν σε κρίνουν για όσα ήσουν. Σε κρίνουν για όσα κάνεις όταν δεν υπάρχει πια καμία δικαιολογία.
Και το ερώτημα που υποβάλλεται τώρα, είναι αν το παρελθόν του μπορεί να «ισοφαρίσει» το παρόν. Η απάντηση;
Όχι. Δεν μπορεί. Ούτε πρέπει. Το ερώτημα είναι αν ο ίδιος μπορεί να κοιτάξει καθαρά και τα δύο πρόσωπα στον καθρέφτη και να αναλάβει το βάρος τους. Γιατί μόνο τότε υπάρχει πιθανότητα να μη μείνει απλώς ένα ακόμα παράδειγμα ανθρώπου που δεν κατάφερε να αφήσει πίσω του τον θυμό του.
Ο αθλητισμός λέει πως μαθαίνει πειθαρχία, σεβασμό, αυτοέλεγχο. Η ζωή όμως, είναι αυτή που εξετάζει αν πραγματικά τα μάθαμε.
Και κάποιες φορές, η εξέταση είναι αμείλικτη...
Antreas Tsemperlidis στο facebook
Υ.Γ. Ο Βασίλης συμφωνεί μαζί μου στα γραφόμενα και τον ευχαριστώ για την υποστήριξη και την εμπιστοσύνη ότι το κείμενο θα είναι αξιοπρεπές...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου