του Γιώργου Ρακκά
επικεφαλής της παράταξης ΜΕΝΟΥΜΕ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Μια μεγάλη αντιπαράθεση διεξάγεται σε όλη την ελληνική περιφέρεια, νησιώτικη ή ηπειρωτική, σχετικά με την βιωσιμότητα εγκατάστασης των Βιομηχανικών Πάρκων Αιολικής Ενέργειας στις βουνοκορφές μας.
Η μέχρι τα τώρα διεθνής και ελληνική εμπειρία δικαιώνει τους αμφισβητίες της πρακτικής αυτής: Οι ΒΑΠΕ, όντως, αποδεικνύονται… ενεργοβόρες γιατί η αυξομείωση της παραγωγής τους απαιτεί τα εργοστάσια λιγνίτη και φυσικού αερίου να δουλεύουν, για να τις υποστηρίξουν, πουλάν ακριβά ρεύμα στην ΔΕΗ πλουτίζοντας κάποιους ενεργειακούς μεγαλομεσίτες που οδήγησαν σε πτώχευση τον εθνικό παραγωγό ενέργειας, δολοφονούν το ελληνικό τοπίο και τα πουλιά, δεσμεύουν μεγάλο μέρος των ορεινών όγκων (με την διάνοιξη τεράστιων δρόμων που απαιτεί η εγκατάστασή τους) εκτοπίζοντας έτσι όλες τις παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες (κτηνοτροφία, μελισσοκομία κ.ο.κ.). Επιπρόσθετα επιβαρύνουν το εμπορικό και ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, καθώς την καθιστούν ακόμα περισσότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές φυσικού αερίου, αλλά και του (κυρίως, γερμανικού) μηχανολογικού εξοπλισμού των ανεμογεννητριών. Και το χειρότερο, η επέκτασή τους ανταγωνίζεται αθέμιτα κάθε εγχώρια έρευνα και καινοτομία πάνω σε εναλλακτικές μεθόδους αξιοποίησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η σημασία της τοπικής αυτοδιοίκησης, και ιδιαίτερα των Δήμων. Γιατί ως ήπιες μορφές παραγωγής ενέργειας, οι ανανεώσιμες, αποδίδουν καλύτερα, περισσότερα, και με μικρότερο κόστος όταν εφαρμόζονται σε μικρή και μεσαία κλίμακα, αποκεντρωμένα μάλιστα.
Σε ό,τι αφορά στους Δήμους μπορούν να παίξουν κεντρικό ρόλο στην εξοικονόμηση ενέργειας: Αν εφαρμοστούν, λογουχάρη, ηλιοσυλλέκτες σε όλες τις ταράτσες των δημοτικών κτηρίων, στον δημοτικό φωτισμό, ή τοποθετώντας μικρές, κάθετες ανεμογεννήτριες (μια ελληνική πατέντα) οι οποίες εκμεταλλεύονται ακόμα και το ρεύμα που δημιουργείται από την κίνηση των αυτοκινήτων.
Για την Θεσσαλονίκη του βαρδάρη και των μακρών περιόδων ηλιοφάνειας, οι ήπιες εφαρμογές παραγωγής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα ήταν ιδανική: Θα μπορούσε λογουχάρη να εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους στον φωτισμό της Νέας Παραλίας, καθιστώντας έτσι βιώσιμη την συντήρησή της. Σε συνδυασμό με την τοποθέτηση αισθητήρων που ρυθμίζουν την ένταση του δημοτικού φωτισμού, επίσης, θα εξοικονομούσαν πόρους που θα μπορούσαν να απορροφηθούν σε άλλα έργα. Και βέβαια, με τις νέες βιοκλιματικές τεχνολογίες που αξιοποιούν τις ελεύθερες επιφάνειες των μεγάλων κτηρίων για να παράγουν φυσικό κλιματισμό ή/και θέρμανση, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενεργειακή αυτονομία των δημοτικών κτηρίων.
Δυνατότητες υπάρχουν. Υπάρχει και το πανεπιστήμιο που μπορεί να μελετήσει και να παράγει εφαρμοσμένη έρευνα και γνώση για όλα αυτά τα πεδία. Και επιλέξιμοι πόροι μπορούν να βρεθούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Εκεί που κολλάμε (ως συνήθως) είναι στα μυαλά, στο επίπεδο και την ποιότητα του τοπικού πολιτικού προσωπικού, που περιορίζει τις δραστηριότητες στον παραδοσιακό του ρόλο: Αντί να παράγει κοινή ωφέλεια, παράγει παρακμή για αυτόν τον τόπο.
επικεφαλής της παράταξης ΜΕΝΟΥΜΕ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Μια μεγάλη αντιπαράθεση διεξάγεται σε όλη την ελληνική περιφέρεια, νησιώτικη ή ηπειρωτική, σχετικά με την βιωσιμότητα εγκατάστασης των Βιομηχανικών Πάρκων Αιολικής Ενέργειας στις βουνοκορφές μας.
Η μέχρι τα τώρα διεθνής και ελληνική εμπειρία δικαιώνει τους αμφισβητίες της πρακτικής αυτής: Οι ΒΑΠΕ, όντως, αποδεικνύονται… ενεργοβόρες γιατί η αυξομείωση της παραγωγής τους απαιτεί τα εργοστάσια λιγνίτη και φυσικού αερίου να δουλεύουν, για να τις υποστηρίξουν, πουλάν ακριβά ρεύμα στην ΔΕΗ πλουτίζοντας κάποιους ενεργειακούς μεγαλομεσίτες που οδήγησαν σε πτώχευση τον εθνικό παραγωγό ενέργειας, δολοφονούν το ελληνικό τοπίο και τα πουλιά, δεσμεύουν μεγάλο μέρος των ορεινών όγκων (με την διάνοιξη τεράστιων δρόμων που απαιτεί η εγκατάστασή τους) εκτοπίζοντας έτσι όλες τις παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες (κτηνοτροφία, μελισσοκομία κ.ο.κ.). Επιπρόσθετα επιβαρύνουν το εμπορικό και ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, καθώς την καθιστούν ακόμα περισσότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές φυσικού αερίου, αλλά και του (κυρίως, γερμανικού) μηχανολογικού εξοπλισμού των ανεμογεννητριών. Και το χειρότερο, η επέκτασή τους ανταγωνίζεται αθέμιτα κάθε εγχώρια έρευνα και καινοτομία πάνω σε εναλλακτικές μεθόδους αξιοποίησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η σημασία της τοπικής αυτοδιοίκησης, και ιδιαίτερα των Δήμων. Γιατί ως ήπιες μορφές παραγωγής ενέργειας, οι ανανεώσιμες, αποδίδουν καλύτερα, περισσότερα, και με μικρότερο κόστος όταν εφαρμόζονται σε μικρή και μεσαία κλίμακα, αποκεντρωμένα μάλιστα.
Σε ό,τι αφορά στους Δήμους μπορούν να παίξουν κεντρικό ρόλο στην εξοικονόμηση ενέργειας: Αν εφαρμοστούν, λογουχάρη, ηλιοσυλλέκτες σε όλες τις ταράτσες των δημοτικών κτηρίων, στον δημοτικό φωτισμό, ή τοποθετώντας μικρές, κάθετες ανεμογεννήτριες (μια ελληνική πατέντα) οι οποίες εκμεταλλεύονται ακόμα και το ρεύμα που δημιουργείται από την κίνηση των αυτοκινήτων.
Για την Θεσσαλονίκη του βαρδάρη και των μακρών περιόδων ηλιοφάνειας, οι ήπιες εφαρμογές παραγωγής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα ήταν ιδανική: Θα μπορούσε λογουχάρη να εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους στον φωτισμό της Νέας Παραλίας, καθιστώντας έτσι βιώσιμη την συντήρησή της. Σε συνδυασμό με την τοποθέτηση αισθητήρων που ρυθμίζουν την ένταση του δημοτικού φωτισμού, επίσης, θα εξοικονομούσαν πόρους που θα μπορούσαν να απορροφηθούν σε άλλα έργα. Και βέβαια, με τις νέες βιοκλιματικές τεχνολογίες που αξιοποιούν τις ελεύθερες επιφάνειες των μεγάλων κτηρίων για να παράγουν φυσικό κλιματισμό ή/και θέρμανση, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενεργειακή αυτονομία των δημοτικών κτηρίων.
Δυνατότητες υπάρχουν. Υπάρχει και το πανεπιστήμιο που μπορεί να μελετήσει και να παράγει εφαρμοσμένη έρευνα και γνώση για όλα αυτά τα πεδία. Και επιλέξιμοι πόροι μπορούν να βρεθούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Εκεί που κολλάμε (ως συνήθως) είναι στα μυαλά, στο επίπεδο και την ποιότητα του τοπικού πολιτικού προσωπικού, που περιορίζει τις δραστηριότητες στον παραδοσιακό του ρόλο: Αντί να παράγει κοινή ωφέλεια, παράγει παρακμή για αυτόν τον τόπο.